Select Menu

Η κατάσταση στον Ελληνικό χώρο, τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα είχε πολλές ομοιότητες με τη σημερινή. Από τα τέλη του 19ου αιώνα, η οικονομική καπιταλιστική κρίση αύξησε κατά πολλή την ανεργία και τις τιμές των αγαθών.

Η άθλια πολιτική κατάσταση, η βαριά φορολογία, η ''νεοκαπιταλιστική'' διαφθορά, αναγκάζουν τους νέους σε μετανάστευση. Ήδη από την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα, 200.000 γεωργοί και εργάτες εγκαταλείπουν τη χώρα. Όπως και σήμερα, οι πολιτικοί αρνούνταν βασικά δικαιώματα, δείχνοντας αλαζονεία.
Αστοί ηγέτες της εποχής όπως Χ. Τρικούπης ήταν αντίθετοι με την απαλλοτρίωση της γης εκστομίζοντας δικαιολογίες του τύπου: δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς γιατί θα χάσουμε ξένους επενδυτές. Η χώρα «κατέρρεε» από τις συνέπειες της τότε «ελεγχόμενης πτώχευσης» και την υποταγή στους ξένους (Βρετανούς).

Στον αγροτικό τομέα, οι έλληνες τσιφλικάδες, που αντικατέστησαν τους Οθωμανούς, είχαν δικαιώματα απόλυτης κυριότητας σε όλη την ιδιοκτησία τους, ενώ οι κολίγοι είχαν περιπέσει σε καθεστώς δουλοπαροίκου, αφού ήταν υποχρεωμένοι να δίνουν στον αφέντη τη μισή παραγωγή και άλλα προϊόντα, ενοίκιο για τη βοσκή των ζώων τους και άλλα πολλά. Παράλληλα δούλευαν κάτω από άθλιες συνθήκες, ζούσαν σε τρώγλες και ανέχονταν τις ταπεινώσεις από τους μεγαλοκτηματίες.

Οι γαιοκτήμονες δεν μπορούσαν να τους απομακρύνουν από τα σπίτια τους ούτε να τους κατάσχουν για χρέη το σπόρο, τα γεωργικά εργαλεία ή τα ζώα τους. Επίσης οι κολίγοι είχαν το προνόμιο να βόσκουν τα κοπάδια τους στις γαίες του τσιφλικά τους.

Οι αγρότες της Θεσσαλίας ήλπιζαν ότι η απελευθέρωσή τους από τον τουρκικό ζυγό θα συνεπαγόταν αυτοδικαίως τη διανομή των κτημάτων και έτσι θα γίνονταν κύριοι της γης που καλλιεργούσαν. Όμως η πραγματικότητα διέψευσε τις ελπίδες τους. Με την ελληνοτουρκική Σύμβαση της 20ης Ιουνίου 1881, με την οποία ενσωματώθηκαν στο ελληνικό κράτος η Θεσσαλία και η Άρτα, η ελληνική κυβέρνηση είχε δεσμευτεί ότι θα σεβόταν τα περιουσιακά στοιχεία των Τούρκων γαιοκτημόνων.

Αυτοί όμως άρχισαν να πωλούν σε εξευτελιστικές τιμές τα τσιφλίκια τους κυρίως σε Έλληνες κεφαλαιούχους της Διασποράς. Σε μικρό χρονικό διάστημα οι τουρκικές ιδιοκτησίες μετατράπηκαν σε αγροκτήματα Ελλήνων τσιφλικάδων. Συγχρόνως άρχισε να εφαρμόζεται στη Θεσσαλία το αστικό δίκαιο της Ελλάδας. Έτσι οι κολίγοι μεταβάλλονταν σε ελεύθερους γεωργούς, οι οποίοι όμως ήταν ακτήμονες. Η ελληνική κυβέρνηση τους αφαίρεσε δικαιώματα και προνόμια, τα οποία είχαν κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας.

Όπως ήταν φυσικό, τοπικές εξεγέρσεις άρχισαν σταδιακά να ξεσπούν στη Θεσσαλία, ταυτόχρονα με την άρνηση των καλλιεργητών να δώσουν στους τσιφλικάδες το μέρος από τη σοδειά που διεκδικούσαν.

Το φιτίλι της εξέγερσης στο Θεσσαλικό κάμπο είχε ανάψει νωρίτερα με τον ερχομό του αγωνιστή Μαρίνου Αντύπα:

Ο Μαρής, όπως τον φώναζαν στην ιδιαίτερη πατρίδα του, στα Φερεντινάτα της Πυλάρου, στην Κεφαλονιά, όπου πρωτοείδε το φως της ζωής το 1872, είχε αρκετή τρέλα ώστε να βαφτίσει στην αυγή του 20ου αιώνα δύο κοριτσάκια με τα ονόματα Επανάσταση και Αναρχία.

Αλλά και στη σύντομη ζωή του αυτές τις δύο αξίες πρέσβευε: την Επανάσταση και την Αναρχία, με την έννοια της αταξικής κοινωνίας. Η ζωή του ολόκληρη εξάλλου ήταν ένας αγώνας κατά της καταπίεσης και υπέρ της ελευθερίας, εθνικής και κοινωνικής, η οποία σημαδεύτηκε από τους αγώνες του και τις ιδέες του στις οποίες έμεινε πιστός μέχρι το βίαιο τέλος της ζωής του.

Δεν τον πτόησαν ούτε μία στιγμή οι διώξεις, οι φυλακίσεις και οι απειλές. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια που είχε απευθύνει στους εξαθλιωμένους Θεσσαλούς κολίγους, καθώς διέτρεχε τον κάμπο απ’ άκρη σ’ άκρη, και με φλογερούς λόγους τους προέτρεπε να διεκδικήσουν τα αυτονόητα δικαιώματα τους πάνω στη γη που οι ίδιοι καλλιεργούσαν: «Εμένα θα με σκοτώσουν, μα όπου κι αν με βρει το κακό να ‘ρθείτε να με πάρετε, θέλω και νεκρός να είμαι ανάμεσά σας».

Ο θάνατος του Μαρίνου Αντύπα από όργανο των τσιφλικάδων στις 9 Μαρτίου 1907 χαλύβδωσε το αγωνιστικό φρόνημα των κολίγων. Η στρατιωτική επανάσταση στο Γουδί στις 15 Αυγούστου 1909, που έφερε στο προσκήνιο πιο δημοκρατικές δυνάμεις, αλλά και οι απεργίες των καπνεργατών του Βόλου, έδωσαν θάρρος στους αγρότες.

Ο Θεσσαλός αξιωματικός Νικόλαος Ζορμπάς, αρχηγός της επανάστασης, ενθάρρυνε τους αγροτικούς συνδέσμους να ασκήσουν πίεση με ψηφίσματα και συλλαλητήρια. Το κύριο αίτημα είναι ένα: η απαλλοτρίωση της γης, η διανομή των τσιφλικιών στους καλλιεργητές της.

Στις 6 Μαρτίου, ημέρα Σάββατο, πριν καλά καλά ξημερώσει, οι κολίγοι απ’ άκρη σ’ άκρη της θεσσαλικής γης, με μαύρες και κόκκινες σημαίες, ξεκίνησαν έχοντας ως προορισμό το μεγάλο αγροτικό συλλαλητήριο της Λάρισας. Πρώτοι μπήκαν στην πόλη οι κολίγοι του Δήμου Κρανώνος. Ακολούθησαν οι κολίγοι από τους Δήμους Συκουρίου και Ογχήστου και κατόπιν από άλλα χωριά, χωρίς να συναντήσουν ιδιαίτερα προβλήματα, αν και ο στρατός είχε κινητοποιηθεί από τα μεσάνυχτα, ενώ οι αρχές της πόλης στο σύνολό τους βρίσκονταν επί ποδός πολέμου.

Οι κολίγοι των απομακρυσμένων περιοχών της Λάρισας θα έρχονταν στην πόλη με το πρωινό τρένο, το οποίο και περίμεναν από πολύ νωρίς στο σταθμό του Κιλελέρ (σημερινή Κυψέλη) και του Τσουλάρ (σημερινή Μελία). Η επέτειος αυτή τιμάται κάθε χρόνο και αποτελεί την κορυφαία εκδήλωση της ελληνικής αγροτιάς, που έχει την ευκαιρία να προβάλει τα αιτήματά της. Για τις εξεγέρσεις στο Κιλελέρ, στο Τσουλάρ και τη Λάρισα, πολλοί διαδηλωτές συνελήφθησαν και προφυλακίστηκαν.

Το αγροτικό ζήτημα στη Θεσσαλία εμφανίζεται οξυμένο από την επαύριο της ένταξης της περιοχής στην ελληνική επικράτεια το 1881. Οι κολίγοι υπήρξαν οι χαμένοι της ενσωμάτωσης και οι τσιφλικάδες οι μεγάλοι κερδισμένοι. Το λάθος των κυβερνήσεων εκείνης της εποχής ήταν ότι εφάρμοσαν το βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο, που ίσχυε στην Παλαιά Ελλάδα, παραγνωρίζοντας τα δικαιώματα των κολίγων, βάσει του οθωμανικού δικαίου.

Επί Τουρκοκρατίας, οι τσιφλικάδες είχαν μόνο το δικαίωμα εισπράξεως των προσόδων επί των μεγάλων εκτάσεων που κατείχαν, ενώ οι κολίγοι είχαν πατροπαράδοτα δικαιώματα επί των κοινόχρηστων χώρων του τσιφλικιού (επί της γης, των οικιών, των δασών και των βοσκοτόπων). Με τη νέα κατάσταση, οι έλληνες πλέον τσιφλικάδες, που διαδέχθηκαν τους οθωμανούς, είχαν δικαιώματα απόλυτης κυριότητας σε όλη την ιδιοκτησία τους, ενώ οι κολίγοι είχαν περιπέσει σε καθεστώς δουλοπαροίκου.

Οι κολίγοι διεκδίκησαν μαχητικά την επαναφορά των πραγμάτων στο προηγούμενο καθεστώς, ενώ έθεταν και θέμα απαλλοτριώσεων. Ο εκσυγχρονιστής Χαρίλαος Τρικούπης, που κυριαρχούσε στην πολιτική σκηνή, ήταν αντίθετος με τη διανομή της γης στους κολίγους, γιατί δεν ήθελε να χάσει τους ξένους επενδυτές και την εισροή νέων κεφαλαίων στην Ελλάδα.

Η κατάσταση άλλαξε δραματικά στην αυγή του 20ου αιώνα, με την ίδρυση των πρώτων αγροτικών συλλόγων σε Λάρισα, Καρδίτσα και Τρίκαλα. Με τη βοήθεια φωτισμένων αστών της εποχής, οι κολίγοι υιοθέτησαν σύγχρονες μορφές πάλης (μαζικές κινητοποιήσεις, συλλαλητήρια στις μεγάλες πόλεις, ψηφίσματα σε Κυβέρνηση, Βουλή και Βασιλιά κ.ά.). Η δολοφονία του Μαρίνου Αντύπα από όργανο των τσιφλικάδων το 1907 χαλύβδωσε το αγωνιστικό τους φρόνημα.

Το κίνημα των κολίγων φουντώνει και οδηγείται στην εξέγερση

Η πρώτη πράξη συνειδητοποίησης των αγροτών ήταν να δημιουργήσουν δικές τους οργανώσεις. Ετσι φτιάχτηκε στην Καρδίτσα, αρχικά, ο «Γεωργικός Σύλλογος» και στη συνέχεια ακολούθησε η δημιουργία αντίστοιχων συλλόγων στη Λάρισα και τα Τρίκαλα. Ας δούμε όμως πώς περιγράφει αυτή την πορεία του κινήματος των κολίγων προς την κορύφωση, μια μελέτη του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας (Α.Κ.Ε.):

«Οσο τα τσιφλίκια εξακολουθούν να μένουν αμοίραστα – σημειώνει το Α.Κ.Ε. – κι όσο συνεχίζει η άθλια κατάστασή τους, τόσο και πιο πολύ οι Θεσσαλοί κολήγοι ξεσηκώνονται και με συλλαλητήρια και εξεγέρσεις διεκδικούν το δίκιο τους.

Απ’ το 1908 ο θεσσαλικός κάμπος γίνεται αναμμένο ηφαίστειο, έτοιμο να ξεσπάσει. Οι αγρότες της Θεσσαλίας βρίσκονται σε διαρκή κινητοποίηση. Το Φλεβάρη του 1909 στην Καρδίτσα έγινε το πρώτο μεγάλο αγροτικό συλλαλητήριο. Μικρότερα συλλαλητήρια έγιναν τον ίδιο μήνα στα Τρίκαλα, Σοφάδες, Αγιά, Τύρναβο και Φάρσαλα. Στις αρχές του 1910 ο οργασμός κινητοποίησης γενικεύεται σ’ όλο το θεσσαλικό κάμπο.

Οι πρωτοπόροι αγρότες και μερικοί διανοούμενοι «αγροτόπαιδα» γυρίζουν σε όλα τα χωριά, συγκεντρώνουν τους δουλευτάδες της θεσσαλικής γης, τους μιλούν για την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και τους καλούν σε ομαδικό αγώνα, σε παναγροτικά συλλαλητήρια που θα γίνουν σ’ όλες τις θεσσαλικές πόλεις. Η αγανάκτηση των εξεγερμένων κολήγων κορυφώθηκε τόσο, ώστε άρχισαν να ξεσπούν σε πράξεις βίας κατά των τσιφλικάδων και του κράτους τους».

Στις αρχές του 1910, κύριο αίτημα των κολίγων ήταν η απαλλοτρίωση της γης και η διανομή των τσιφλικιών στους καλλιεργητές της, πάνω στη βάση της μικρής οικογενειακής ιδιοκτησίας. Η χώρα βρισκόταν υπό τον αστερισμό του Στρατιωτικού Συνδέσμου και πρωθυπουργός ήταν ο «υπηρεσιακός» Στέφανος Δραγούμης.

Ενα σύνθημα που λέγεται ότι το έριξε πρώτη η Εφημερίδα «Πανθεσσαλική» του Σοφ. Τριανταφυλλίδη, η οποία έβγαινε στο Βόλο από το 1900, αλλά το πρόβαλαν με όλες τους τις δυνάμεις οι ριζοσπάστες και οι σοσιαλιστές της εποχής σαν τον Μαρίνο Αντύπα, που στα 1906 κατέβηκε στη Θεσσαλία και προπαγάνδιζε την ιδέα της απαλλοτρίωσης των τσιφλικιών, με αποτέλεσμα να τον δολοφονήσουν οι τσιφλικάδες στις 9/3/1907.

Τους κολίγους του θεσσαλικού κάμπου ενέπνευσαν, επίσης, και οι απεργίες των Βολιωτών καπνεργατών, καθώς και οι αγώνες του Σοσιαλιστικού Κέντρου του Βόλου, ενώ σημαντική επίδραση άσκησε πάνω τους και το κίνημα στο Γουδί (15/8/1909), που ως γεγονός συνέβαλε να εδραιωθεί η πίστη τους στον αγώνα, αν και ως προς τα αιτήματά τους ήταν εντελώς ξένο. Οι κολίγοι είχαν προγραμματίσει το Σάββατο 6 Μαρτίου πανθεσσαλικό συλλαλητήριο στη Λάρισα, με αφορμή τη συζήτηση του αγροτικού νομοσχεδίου στη Βουλή. Από νωρίς το πρωί άρχισαν να συρρέουν στην πόλη διαδηλωτές από τα γύρω χωριά.

Το πόσο οξυμένα ήταν τα πνεύματα των κολίγων στις αρχές Μαρτίου του 1910, το δείχνει ένα ακόμη γεγονός: Οταν προετοιμαζόταν το συλλαλητήριο της Λάρισας, είχε ριχτεί η ιδέα οι χωρικοί να κατέβουν οπλισμένοι, αλλά παρενέβησαν οι δήμαρχοι των χωριών και συγκράτησαν την αγανακτισμένη αγροτική μάζα.

Κι ενώ οι χωρικοί αποφάσιζαν να διαδηλώσουν ειρηνικά, λίγες ημέρες πριν, οι εφημερίδες της Αθήνας προετοίμαζαν πολεμικό κλίμα:

«Κινδυνεύομεν με όσα γίνονται εν Θεσσαλία – έγραφε στην «ΕΣΤΙΑ» ο Αδ. Κύρου – να προκαλέσωμεν επέμβασιν εξωτερικήν. Είναι καιρός να συνέλθωμεν και να αντιληφθώμεν ότι δεν είναι καιρός διά πειραματισμούς».

Και η εφημερίδα «ΑΘΗΝΑΙ» του Πωπ συμπλήρωνε: «Η εν Θεσσαλία εξέγερσις, η παράλογος, αλλά και όντως αντιπατριωτική κατά την περίοδον ταύτην του πολιτειακού ημών βίου, πρέπει να περισταλή πάση θυσία…». Ετσι ξημέρωσε η 6η Μαρτίου του 1910, η μέρα του μεγάλου συλλαλητηρίου.

Στη Λάρισα, όπως προαναφέραμε, συνέρεε πλήθος λαού κι οι χωρικοί των απομακρυσμένων περιοχών κατέβαιναν τραγουδώντας προς τους σταθμούς του τρένου. Σε λίγο η εικόνα θα άλλαζε εντελώς.

Στο Κιλελέρ οι κολίγοι επιβιβάστηκαν στο τρένο για να πάνε στη Λάρισα χωρίς να βγάλουν εισιτήριο και οι σιδηροδρομικοί υπάλληλοι- ύστερα από διαταγή του διευθυντή των θεσσαλικών σιδηροδρόμων Πολίτη, που έτυχε να ταξιδεύει με κείνη την αμαξοστοιχία τους ζήτησαν να αποβιβαστούν. Η αποβίβαση έγινε χωρίς αντίσταση. Αλλά ο διευθυντής θέλησε να δώσει και συνέχεια βρίζοντας χυδαία τους κολίγους που του ανταπάντησαν με γιουχαΐσματα, ενώ ορισμένοι άρχισαν να πετροβολούν την αμαξοστοιχία.

Τα αίματα άναψαν, οι βρισιές από μέρους του Πολίτη συνεχίστηκαν κι οι κολίγοι αγρίεψαν. Τότε εκείνος ζήτησε από τον αξιωματικό στρατιωτικής δύναμης, που βρισκόταν στο τρένο και πήγαινε στη Λάρισα για το συλλαλητήριο, να αντιμετωπίσει ένοπλα τους αγρότες. Ο καραβανάς υπάκουσε. Διέταξε ευζώνους και φαντάρους να πυροβολήσουν το πλήθος. Οι άνδρες της στρατιωτικής δύναμης που ευρίσκοντο εντός του τρένου και μετέβαιναν στη Λάρισα για το συλλαλητήριο, διατάχθηκαν από τον επικεφαλής τους να πυροβολήσουν στον αέρα για εκφοβισμό.

Οι χωρικοί εξαγριώνονται και τους επιτίθενται με πέτρες και ξύλα. Οι στρατιώτες ξαναπυροβολούν, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δύο ή κατ' άλλους τέσσερις χωρικοί και να τραυματισθούν πολλοί. Ανάλογα επεισόδια έγιναν και στο χωριό Τσουλάρ (σήμερα Μελία), με δύο νεκρούς χωρικούς και 15 τραυματίες.

Οι συμπλοκές μεταξύ άοπλων διαδηλωτών και δυνάμεων καταστολής επεκτάθηκαν και στη Λάρισα, όταν οι αγρότες πληροφορήθηκαν τα αιματηρά επεισόδια στο Κιλελέρ και το Τσουλάρ. Δύο κολίγοι ο Αθ. Νταφούλης και ο Αθ. Μπόκας έπεσαν νεκροί, όταν το ιππικό ανέλαβε δράση. Πολλοί αγρότες πληγώθηκαν. Το αίμα έβαψε τον κάμπο.

Το τρένο αγκομαχώντας έφτασε στο σταθμό Τσουλάρ, όπου κι εκεί βρίσκονταν συγκεντρωμένοι κολίγοι για το συλλαλητήριο, αλλά δε σταμάτησε να τους πάρει. Νέα ένταση. Η οργή των κολίγων στο κατακόρυφο. Οι τσολιάδες από τα παράθυρα πυροβολούν και πάλι. Δύο ακόμη αγρότες ξαπλώνονται στη γη και πολλοί άλλοι τραυματίζονται. Το αίμα κυλάει άφθονο.

Η είδηση της αιματοχυσίας δεν άργησε να φτάσει στους συγκεντρωμένους στη Λάρισα. Οι σκλάβοι της γης διαμαρτύρονται, φωνάζουν εναντίον των δολοφόνων, ζητούν γη και δικαιοσύνη. Οι δυνάμεις καταστολής χτυπούν στο ψαχνό. Χύνεται και πάλι αίμα, γίνεται μάχη σώμα με σώμα και οι αγρότες βγαίνουν νικητές. Ο νομάρχης, ο αστυνόμος και ο φρούραρχος, βλέποντας πως δεν είναι εύκολη υπόθεση η επιχείρηση καταστολής των αγροτών, ύστερα από πολλή ώρα μάχης, διατάσσουν το στρατό να σταματήσει το πυρ. Ετσι το συλλαλητήριο θα καταλήξει με την έγκριση του παρακάτω ψηφίσματος που στάλθηκε τηλεγραφικώς στην Αθήνα, στην κυβέρνηση και τη Βουλή:

«Απας ο γεωργικός λαός Λαρίσης συνελθών πανοικεί σήμερον Λάρισαν ίνα εκφράση βαθύν πόνον και πικρόν παράπονον διά την μη υποβολήν και επιψήφισην του νόμου περί απαλλοτριώσεως των τσιφλικίων και προικοδοτήσεως γενναιοτέρας του Γεωργικού Ταμείου και απαιτεί:
  • Την άμεσον επιψήφισιν του νομοσχεδίου περί απαλλοτριώσεως των τσιφλικίων και διανομήν των Ζαππείων κτημάτων.
  • Την γενναιοτέραν προικοδότησιν του γεωργικού ταμείου διά της διαθέσεως του όλου φόρου των αροτριώντων κτηνών και παντός ό,τι νομίζει η Κυβέρνησις καλύτερον.
  • Εκφράζει την βαθείαν λύπην και οδύνην του διά την εκ μέρους των αρχών της Πολιτείας άδικον επίθεσιν κατά του φιλησύχου και νομοταγούς λαού, ης θύματα υπήρξαν άοπλοι και λευκοί σκλάβοι της Θεσσαλίας». 
Οι πρωτεργάτες επιβιβάζονται στο τρένο για να προσαχθούν σε δίκη:

Το τρένο απομακρύνθηκε, αλλά σε απόσταση ενός χιλιομέτρου επαναλαμβάνονται οι ίδιες σκηνές από ομάδα 800 χωρικών. Οι άνδρες της στρατιωτικής δύναμης που ευρίσκοντο εντός του τρένου και μετέβαιναν στη Λάρισα για το συλλαλητήριο, διατάχθηκαν από τον επικεφαλής τους να πυροβολήσουν στον αέρα για εκφοβισμό. Οι χωρικοί εξαγριώνονται και τους επιτίθενται με πέτρες και ξύλα.

Οι στρατιώτες ξαναπυροβολούν, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δύο ή κατ' άλλους τέσσερις χωρικοί και να τραυματισθούν πολλοί. Ανάλογα επεισόδια έγιναν και στο χωριό Τσουλάρ (σήμερα Μελία), με δύο νεκρούς χωρικούς και 15 τραυματίες. Οι συμπλοκές μεταξύ άοπλων διαδηλωτών και δυνάμεων καταστολής επεκτάθηκαν και στη Λάρισα, όταν οι αγρότες πληροφορήθηκαν τα αιματηρά επεισόδια στο Κιλελέρ και το Τσουλάρ. Δύο κολίγοι έπεσαν νεκροί, όταν το ιππικό ανέλαβε δράση. Το συλλαλητήριο έγινε, τελικά, με ειρηνικό τρόπο στις 3 το μεσημέρι στην Πλατεία της Θέμιδος. 

Ο φοιτητής Γεώργιος Σχοινάς διάβασε το ψήφισμα της συγκέντρωσης, που απεστάλη στη Βουλή και την Κυβέρνηση. Οι αγρότες ζητούσαν άμεση ψήφιση του νομοσχεδίου για την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών, ενώ εξέφρασαν τη βαθιά λύπη και οδύνη τους «για την άδικον επίθεσιν κατά του φιλήσυχου και νομοταγούς λαού, ής θύματα υπήρξαν άοπλοι και αθώοι λευκοί σκλάβοι της Θεσσαλίας».

Μετά το μακελειό της 6ης Μαρτίου του 1910 η κυβέρνηση του Στ. Δραγούμη οργάνωσε δίκες κατά των αγροτών. Οι κατηγορούμενοι, όμως, αγρότες αθωώθηκαν. Ο αγώνας τους δεν πήγε χαμένος. Το αγροτικό κίνημα μετά το Κιλελέρ φούντωσε σε όλη την Ελλάδα και λίγα χρόνια αργότερα ο Βενιζέλος αναγκάστηκε να δημοσιεύσει διάταγμα για την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών.

Για τις ταραχές στο Κιλελέρ, στο Τσουλάρ και τη Λάρισα, πολλά άτομα συνελήφθησαν και προφυλακίστηκαν. Αρκετοί αγρότες αθωώθηκαν στη συνέχεια με βουλεύματα, ενώ συνολικά 62 διαδηλωτές παραπέμφθηκαν σε δίκη. Αθωώθηκαν όλοι στις 23 Ιουνίου 1910, σε μια προσπάθεια εκτόνωσης της κατάστασης.

Η εξέγερση του Κιλελέρ ξεσήκωσε κύμα συμπάθειας σε όλη τη χώρα, ενώ αυξήθηκε η κοινωνική πίεση για την επίλυση του αγροτικού ζητήματος. Η πολιτική εξουσία δεν μπορούσε άλλο να κλείνει τα μάτια. Το πρώτο δειλό βήμα για τη λύση του προβλήματος έγινε το 1911 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, που διαδέχθηκε τον Στέφανο Δραγούμη στην πρωθυπουργία.

Επίσης κατέδειξε πως μόνο με μαζική δράση και αγώνες μπορούν να κερδιθούν δικαιώματα. Μονο με διαρκή και συντονισμένο αγώνα μπορεί να αλλάξει μια κοινωνία. Σήμερα στην εποχή του Μνημονίου, του άκρατου νεοφιλελευθερισμού και τον έντονων ταξικών αντιθέσεων, οι θύμησες του Κιλελέρ φαντάζουν πιο ζωντανές από ποτέ.

Πάρθηκαν ορισμένα νομοθετικά μέτρα υπέρ των κολίγων, αλλά απαλλοτριώσεις δεν έγιναν κι ένας λόγος ήταν οι πόλεμοι που ακολούθησαν. Μόνο μετά το 1923, όταν το πρόβλημα της αποκατάστασης των προσφύγων έλαβε εκρηκτικές διαστάσεις, άρχισαν από την κυβέρνηση Νικολάου Πλαστήρα απαλλοτριώσεις τσιφλικιών σε μεγάλη κλίμακα.

Σήμερα, οι αγρότες αντιμετωπίζουν καινούργια οξυμένα προβλήματα και τον κίνδυνο να ξεκληριστούν οπό τη γη τους. Ομως το Κιλελέρ μένει εκεί, φάρος φωτεινός για να τους δείχνει το δρόμο της νίκης.

Αναδημοσίευση από oantikrisths.blogspot.gr

Σχόλια

Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.

 
Top