Select Menu

Δεν είμαι πολιτικός. Δεν είμαι δημοσιογράφος. Δεν έχω ιδέα από ηγετικές αλυσίδες, από μεγάλα συμφέροντα. Ποτέ μου δε γνώρισα υψηλά ιστάμενα πρόσωπα. Ποτέ δε μελέτησα αριθμούς ή οικονομίες χωρών.



Μελέτησα φιλοσοφία. Μελέτησα ιστορία. Μελέτησα ψυχολογία. Μελέτησα τον άνθρωπο στην ακμή και παρακμή του και μόνο έτσι μπορώ να τον μεταφράσω.

Έμαθα πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζει χωρίς άλλους ανθρώπους, εκτός κι αν είναι τρελός..ή θεός. Μεγάλωσα σε έναν κόσμο που ανάγκη του είναι το χρήμα. Προσταγή του η κατάκτηση. Δράση του ο θάνατος. Ο άνθρωπος που θα πάει να κατασπαράξει. Χωρίς έλεος. Χωρίς όριο. Χωρίς φόβο. Και σε έναν κόσμο όμως που γελά. Που ερωτεύεται. Επομένως σε έναν κόσμο διπολικό, όπως και η φύση των ατόμων που τον αποτελούν.

Διαβάζω αναλύσεις επί αναλύσεων για τη Γάζα, παρακολουθώ τα μέσα μαζικής ενημέρωσης που έχουν πάρει φωτιά. Κι αναρωτιέμαι πώς συμπεραίνουμε, κρίνουμε, αναλύουμε, πρεσβεύουμε, αποφασίζουμε.. από μακριά.. Από την ασφάλεια της κρυψώνας και της παντοδυναμίας μας.

Πραγματεύομαι την αντίφαση περί πραγματικοτήτων. Ο πόλεμος δεν είναι η δική μου πραγματικότητα, είναι άλλων ανθρώπων. Η δική μου πραγματικότητα επιλέγω να είναι εκείνη της χαράς της απρόσμενης, της αφθονίας της πνευματικής, οι όμορφες μυρωδιές κι εικόνες. Αυτό είναι θεραπεία, αυτό είναι εξέλιξη. Η κατανόηση της δύναμης του ανθρώπου να ορίζει ο ίδιος το γύρω του, της μυστικής του ικανότητας να εγκλωβίζεται στο χρυσό του φως και να επαναπροσδιορίζει τα γενόμενα, της εξυπνάδας να λαμβάνει το πρέπον μάθημα από όποια δυσκολία.

Πόλεμος, δυστυχία, πείνα, κλάμα, φόβος.. Κι εδώ την κατάσταση κάτι την εμποδίζει. Κι εδώ η προστασία που με περικυκλώνει κάπου σταματάει. Γιατί από μία ασθένεια, μπορείς να καταλάβεις το γιατί, το πώς. Από μία παραβίαση το ίδιο. Από ένα χωρισμό, έναν τσακωμό, μία απώλεια κι ένα πένθος αναθεωρείς τα παρελθόντα και τα μελλούμενα. Με το θάνατο όμως τι γίνεται? Με το θάνατο μικρών παιδιών που ασκούν το δικαίωμά τους να παίξουν σε μία παιδική χαρά και τιμωρούνται με βομβαρδισμό? Με ανθρώπους που τρέχουν πανικόβλητοι από τρόμο για το εάν θα αναπνεύσουν το επόμενο λεπτό? Τι ελπίδα υπάρχει εκεί, τι μάθημα και τι ψυχικές άμυνες? Ξαφνικά ο πόνος του άλλου γίνεται δικός μας πόνος, ο σπαραγμός του σπαραγμός μας, το παιδί του παιδί μας. Μα παράλληλα εγκλωβιζόμαστε στην ατομικοκοινωνική κουλτούρα του.. «μακριά από ‘μας».

Επιλέγω να κοιτώ τη χαρά. Ακριβώς επειδή κατακρεουργώ παλιές λανθασμένες πεποιθήσεις και αναγεννώ καινούργιες. Αυτό όμως δεν με προστατεύει από το να μην κοιτώ την πίκρα εκείνων των ματιών των 5 ετών. Γιατί η βασική μου πεποίθηση τελικά είναι πως είμαι άνθρωπος, άρα από τη φύση μου δημιουργήθηκα για να κοιτώ ψηλά: στα ιδεώδη, στην ανάσα της ζωής και στα απόκρυφα μυστικά της. Και ξανά αυτή η ανάγκη να πας εκεί να βοηθήσεις..να τους κοιτάξεις, να τους δώσεις κάτι από τα αποθέματα τα δικά σου, να τους ακούσεις, να τους αγγίξεις. Και πάλι όμως επιστρέφεις στα αναμμένα κεριά του καλοκαιριάτικου μπαλκονιού. Και θες να ξαναπάς, νομίζοντας πως εσύ ένας τόσος δα άνθρωπος θα σώσεις χιλιάδες παιδιά από βέβαιο θάνατο. Μα τελικά ξαναγυρνάς στη σκέψη του επόμενου κυκλαδίτικου νησιού που θα σε καλωσορίσει να το μυρίσεις. Σαν να έχουμε ενοχή στη δική μας πραγματικότητα. Σαν να ταυτιζόμαστε και παράλληλα να ευχόμαστε να μην είμαστε ένα με τους εκεί.

Αναλύσεις επί αναλύσεων περί του γιατί, πώς και πότε καθίστανται περιττές. Είμαι άνθρωπος που από την ηρεμία και τα γέλια του σπιτιού του βλέπει άλλους ανθρώπους να σκοτώνονται για συμφέροντα μία χούφτας μεγαλοηγετών. Κι αυτό χωρίς να γνωρίζω πολιτική ή οικονομία μου φαίνεται απλώς ανούσιο. Απάνθρωπο. Όπως σε όλους μας. Και αυτό είναι όλο τελικά. Απλώς γνωρίζω πως δεν μπορώ να κάνω κάτι. Αυτό με «ηρεμεί». Αντίθετα και με εξοργίσει. Και δεν μπορώ παρά να αφουγκραστώ τις διαφορετικές πραγματικότητες που υφίστανται. Οικονομικός πόλεμος εδώ. Πυρηνικός εκεί. Θρησκευτικός στη βάση του παντού. Όλα πόλεμος. Και μέσα μας και έξω μας. Μα και ειρήνη. Όλα θάνατος. Μα και ζωή. Δρόμος αμφίδρομος και σταυροδρόμι. Εμείς επιλέγουμε το αριστερά ή το δεξιά. Ανεξάρτητα από το τι συμβαίνει γύρω, δική μας είναι η περιχαράκωση, δική μας κι η συμπόνια. Δυστυχώς ολότελα δική μας κι η αμφιθυμία της ενοχής που έχουμε όσα έχουμε –όσα κι αν είναι τούτα- , μα και ο πόνος που μοιραζόμαστε με κείνους τους γονείς που ψάχνουν τα άψυχα παιδιά τους στα χαλάσματα. Ο κόσμος είναι μία λωρίδα κι αυτός, που πότε μαζεύεται, πότε ξετυλίγεται. Κι είναι όμορφος ο κόσμος! Μα ο δικός τους ο ουρανός είναι συννεφιασμένος και δεν μπορούμε να τον βάψουμε γαλάζιο τόσο γρήγορα όσο θα θέλαμε.

Κάποτε κάποιος μου είπε: «Μην περιμένεις να σώσεις τους πάντες. Κάνε το καλό γι’αυτούς που έχεις γύρω σου. Και το καλό αυτό θα μοιραστεί εκεί που πρέπει». Μόνο αυτό νιώθω πως μπορώ να κάνω, διαβάζοντας για ακόμη μία φορά την επιστολή- έκκληση του Νορβηγού γιατρού Mads Gilbert που επέλεξε να «μεταπηδήσει» στην από ‘κει πραγματικότητα:

«Είναι στιγμές που θέλω απλώς να ουρλιάξω, να κρατήσω κάποιον σφιχτά, να κλάψω, να μυρίσω το δέρμα και τα μαλλιά του ζεστού παιδιού, που είναι καλυμμένο με αίμα, να προστατευτούμε μέσα σε μια αιώνια αγκαλιά. (…) Αλλά δεν παραπονιούνται αυτοί οι ήρωες. Συνεχίζουν, όπως οι μαχητές, προχωρούν, με ασύλληπτη αποφασιστικότητα».

Σχόλια

Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.

 
Top