Select Menu


Πριν πολλά χρόνια, 10 χρονών ήμουν δεν ήμουν, θυμάμαι έκλαιγα ένα βράδυ ολόκληρο γιατί στις εκλογές δεν είχε βγει πρώτος ο Σημίτης και στενοχωριόταν ο παππούς μου. Σήμερα, 15 σχεδόν χρόνια μετά, θαρρώ πως κλαίω, γιατί επιτρέπαμε στον παππού μου να πάει να ψηφίσει το Σημίτη. Το επιτρέπαμε εγώ, οι γονείς μου, η γιαγιά μου, το κράτος, ο νόμος, μα κυρίως η αξιοπρέπειά του.

Τα χρόνια περνούν, όλα εξελίσσονται, μα παράλληλα παραμένουν γραμμικά, ασάλευτα, σχεδόν νεκρά. Η πάλη, η πίστη, το κουράγιο, η ελπίδα, η αναμενόμενη και δυσβάσταχτη αλλαγή που όλο κοντοζυγώνει, μα όλο και δεν αγγίζει, ανήκουν αλλού, βρίσκονται στις τσέπες ανθρώπων παλιών, δεν είναι πια δικά μας τούτα.

Εμείς μεγαλώσαμε και φύγαμε μακριά, απαρνηθήκαμε τη «Μικρά Ελλάδα» μας, γιατί μας απαρνιέται λεπτό με το λεπτό κι εκείνη. Όχι η χώρα, ή το κέντρο της Αθήνας, όχι εκείνα τα στενά που μάθαμε σπιθαμή προς σπιθαμή τρέχοντας σε διαδηλώσεις, όχι, αυτά δεν μας απαρνήθηκαν κι ούτε θα μας ξεχάσουν ποτέ. Οι γονείς μας μάς πούλησαν, ο παππούς μου και η γιαγιά μου, η επιμονή για την ντροπή που κουβαλάμε ως λαός και η δίψα για Ευρώπη, Ευρώπη ατέλειωτη, Ευρώπη όμως συνάμα ανελέητη, Ευρώπη που τώρα μας χειρίζεται στα πειραματικά της σχέδια, Ευρώπη που χρησιμοποιεί κάθε μέρα λέξεις ελληνικές και τις καρπώνεται. Κι εμείς το επιτρέπουμε. Εμείς μας ξεπουλάμε, ουδείς κι άλλος κανένας.

Οι γύρω μου ζητούν «ένα καλύτερο αύριο», δίχως ποτέ να κοστολογούν το σήμερα. Ελευθερία δε σημαίνει χάος. Ελευθερία θα μπορούσε να σήμαινε η αποδέσμευση του παρελθόντος και το ρίσκο του μέλλοντος. Χάος σημαίνει μίσος και των δυο. Και το σήμερα κάπου να αιωρείται ανάμεσα στα δύο. Πολιτικοί λαϊκιστές, πολιτικοί ρεαλιστές, πολιτικοί της εικόνας, πολιτικοί της ουσίας, όποιος κι αν διοικεί ο καθρέφτης του λαού του δεν είναι άλλωστε;

Στη μια μεριά οι άνθρωποι εκείνοι που διψούν για έλεγχο και φανφάρες, για αναγνωρισιμότητα και τίποτε άλλο πέρα από ναρκισσιστική επιβεβαίωση ενός εγώ, που αιμορραγεί, επιβεβαίωση συμπλεγμάτων που ζητούν ικανοποίηση, γιατί η δική τους μάνα δεν τους κοίταξε ποτέ στα μάτια να τους πει το σ’ αγαπώ. Κι από την άλλη μάτια ανθρώπων που αναζητούν τη σωτηρία, θλιμμένα βλέμματα που έχασαν κείνο που ταλανίζει, όπως λέει κι ο Νίτσε, τον άνθρωπο: την ελπίδα. Η σωτηρία ποτέ δεν έρχεται από έξω προς τα μέσα, πάντοτε πηγάζει εσωτερικά. Μα τι λέω; Ο Έλληνας, ο άνθρωπος, η ψυχή, από αλλού ζητά το μερτικό της, παραδίδει την ευθύνη και δε νοιάζεται. Πάντοτε λαχταράμε την ανατροπή, το έντονο συναίσθημα, γιατί ως λαός, είμαστε ένα συναίσθημα, μια γιγάντια σφαίρα που είναι ο κόσμος μας και ξεχειλίζει δάκρυ, γέλιο.

Εμείς φύγαμε, η Ελλάδα πια μας φαντάζει ξένη. Εμείς που μας πουλήσατε δε μείναμε να σώσουμε τίποτα. Να παλέψουμε για τίποτα. Σας πουλήσαμε τελικά κι εμείς. Πήραμε τα απαξιωμένα μας πτυχία και την όρεξη για ζωή και ταξιδέψαμε. Κι εμείς ως Έλληνες όλα θα τα κάνουμε σε βαθμό άκρως υπερθετικό, θα αυτό-καταστραφούμε, για να μας σώσουμε μετά με μεγαλύτερο μεράκι. Θα βιώσουμε τον πόνο για να υψώσουμε ανάστημα πολύ αργότερα. Θα αγγίξουμε και θα ξεπεράσουμε τα όρια, μόνο και μόνο για να γυρίσουμε πίσω και να παραδεχτούμε ότι τα καταφέραμε.

Εσείς εκεί οι Έλληνες που ζείτε στην Ελλάδα και ψηφίσατε, ή όχι, ψηφίζατε ή όχι, θα ψηφίζετε ή όχι, αναζητάτε την Ενωμένη Ευρώπη να σας σώσει. Εμείς εδώ που ζούμε αυτή την Ένωση και την ομοιογένεια που τόσο επιθυμείτε, αυτό το «μαζοποιημένο μαζί» που θέλετε να γίνετε μέρος του όλου του, θα σας πούμε μόνο ένα πράγμα: Όποιος σκέφτεται, σκέφτεται ελληνικά κι ας μην το υποπτεύεται. Εμείς οι εδώ της Ευρώπης και πρώην Ελλάδας θα σας πούμε πως ο Έλληνας δεν είναι η εικόνα του, τα λεφτά του, το μίσος για το συνάνθρωπο. Η Ελλάδα, όσο κι αν την πετούν πολλοί, οι από δω, οι από κει, εσύ, εγώ, οι γονείς μου, η Ελλάδα είναι ενέργεια, μας κουβαλά, δεν την κουβαλάμε, μας κάνει τη χάρη να μας χαρίζει πού και πού μια στάλα από τη μαγεία της και μετά να την παίρνει πίσω. Δεν τίθεται το ζήτημα του να σώσουμε την Ελλάδα, τίθεται το ζήτημα του εάν η Ελλάδα θα μας κάνει την τιμή να μας δεχτεί πίσω.

Γιατί μπορεί αυτοί που κυβερνούν το μικρό μας καράβι να το πήγαν σε γερμανικά λιμάνια, εμείς όμως ξέρουμε πως στα λιμάνια αυτά οι άνθρωποι σιωπούν, σκύβουν το κεφάλι, όλα τα θεωρούν ντροπή. Στα δικά μας τα λιμάνια εμείς κλαίμε και γελάμε δυνατά. Γιατί αυτό είναι ζωή! Γιατί εμείς ζούμε! Δεν επιβιώνουμε.
Μαρία Γώδη, Ψυχολόγος
www.logiosermis.net

Σχόλια

Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.

 
Top