Το τέλος του πετρελαίου…
Γράφει ο Μανόλης Πλούσος
Τον Οκτώβριο του 2008 ο Λόρδος Ron Oxburg, πρώην πρόεδρος της εταιρείας πετρελαιοειδών Shell, προέβη σε μια ωμή δήλωση-διαπίστωση που στοιχειώνει τον κόσμο του 21ου αιώνα. «Είναι ξεκάθαρο πλέον ότι δεν πρόκειται να ανακαλύψουμε καμία σημαντική ποσότητα φθηνού πετρελαίου. Οποιαδήποτε νέα ποσότητα πετρελαίου θα είναι σημαντικά ακριβή». Το φάντασμα της έλλειψης φθηνού και άφθονου πετρελαίου πλανάται πλέον πάνω από την σύγχρονη δυτική βιομηχανική κοινωνία. Κάτι που στη διάρκεια του 20ου αιώνα αποτελούσε βεβαιότητα, ότι δηλαδή το πετρέλαιο θα είναι παντοτινά ρέον και φθηνό, στις μέρες μας κλονίζεται συθέμελα σκορπίζοντας ρίγη τρόμου από τους απλούς κατόχους ενός μικρού αστικού αυτοκινήτου μέχρι τους παγκόσμιους ενεργειακούς κολοσσούς. Στη διάρκεια του «αιώνα των άκρων» η δυτική κοινωνία, ως επί το πλείστον, εθίστηκε τόσο πολύ στη χρήση του πετρελαίου που πλέον να θεωρείται αδύνατη στο φαντασιακό του δυτικού ανθρώπου η πρόοδος χωρίς το «μαύρο χρυσό».
Μάλιστα και οι αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Κίνα και η Ινδία, θέλοντας να ακολουθήσουν τα σίγουρα χνάρια της δυτικής αναπτυξιακής πορείας στηρίζονται όλο και περισσότερο ενεργειακά σε ένα καύσιμο που τείνει στο…μηδέν! Όχι μόνο η παραγωγή ενέργειας αλλά και ένα αμέτρητο πλήθος ανέσεων και προϊόντων που ανέβασαν το δυτικό βιοτικό επίπεδο σε δυσθεώρητα ύψη εν συγκρίσει με τον υπόλοιπο κόσμο, σχετίζονται με την εκμετάλλευση των ιδιοτήτων αυτού του θαυματουργού μαύρου υγρού που η δημιουργία του χάνεται στα βάθη εκατομμυρίων ετών γεωλογικής δραστηριότητας. Τα πλαστικά που κατακλύζουν την καθημερινότητα μας, τα φυτοφάρμακα που εκτόξευσαν την αγροτική παραγωγή, τα αντιβιοτικά και βέβαια η αυτοκίνηση αποτελούν δημιουργήματα της χημείας του πετρελαίου. Μια χημεία που μας πήρε από το χεράκι ως δυτική κοινωνία και μας απάλλαξε από χιλιάδων ετών δυσκολίες, δημιουργώντας όμως παράλληλα και μια γκάμα νέων πρωτόγνωρων για το είδος μας προβλημάτων.
Στα 1956 ένας γεωφυσικός που εργαζόταν για λογαριασμό της Shell ονόματι Κινγκ Χιούμπερτ, προέβη σε μια αξιοπρόσεκτη παρατήρηση που η πλειοψηφία του κόσμου του πετρελαίου αρχικά χλεύασε. Ο Χιούμπερτ παρατήρησε την πορεία εκμετάλλευσης ενός τυχαίου κοιτάσματος και κατέληξε πως σταδιακά η παραγωγή του μειώνεται από την άντληση και τις πιέσεις της αγοράς. Έτσι κάθε κοίτασμα ακολουθεί μια ανοδική πορεία αυξανόμενης παραγωγής αλλά από ένα σημείο και μετά η παραγωγή του μειώνεται μέχρι να εξαντληθεί πλήρως.
Η θεωρία του περί κορύφωσης της παραγωγής (Peak oil theory) προέβλεπε ότι μεταξύ 1965 και 1970 η παραγωγή πετρελαίου στις ΗΠΑ θα κορυφωνόταν για να ακολουθήσει μετά η πτωτική πορεία. Από τη στιγμή που το πετρέλαιο δεν ανανεώνεται αυτό σημαίνει ότι απλά…μειώνεται. Βέβαια μέσα στην πληθώρα ανέσεων και προϊόντων ο δυτικός άνθρωπος αδυνατεί να συλλάβει το αυταπόδεικτο. Τα τελευταία χρόνια όμως οι γεωλόγοι έχουν καταλήξει ως προς τη ορθότητα της θεωρίας του Χιούμπερτ και έχουν χωριστεί σε δυο μεγάλα στρατόπεδα, των αισιόδοξων που μιλούν για το τέλος του πετρελαίου περί το 2030-2035 και των απαισιόδοξων που κάνουν λόγο για εξάντληση των παγκόσμιων αποθεμάτων περί το 2015-2020…
Πέρα από τις προσωπικές απόψεις καθενός τα στοιχεία είναι αμείλικτα και οι αριθμοί ενδεικτικοί του μεγέθους της απειλής για την παγκόσμια κοινωνία. Σύμφωνα με τα στοιχεία της U.S. EnergyInformation Administration το 2012 οι 5 μεγαλύτεροι καταναλωτές ενέργειας, ΗΠΑ, Κίνα, Ιαπωνία, Ινδία και Ρωσία, κατανάλωναν περί τα 40 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου καθημερινά όταν η παγκόσμια κατανάλωση ανά ημέρα αγγίζει τα 80 εκατομμύρια βαρέλια. Η ίδια υπηρεσία υπολογίζει τα παγκόσμια αποθέματα στα 1,17 με 1,3 τρισεκατομμύρια βαρέλια. Το μόνο που χρειάζεται για τους υπολογισμούς και τους δύσπιστους είναι ένα…κομπιουτεράκι…!
Το καμπανάκι του κινδύνου για την εξάντληση του πετρελαίου άρχισε να χτυπά εκκωφαντικά ήδη από το 1966 όταν η Γερμανία έφτασε στην κορύφωση της παραγωγής της και ακολούθησαν, με μεγαλύτερο αντίκτυπο στην παγκόσμια παραγωγή και διάθεση, η Βενεζουέλα και οι ΗΠΑ στα 1970. Για τον παγκόσμιο πρωταθλητή στην κατανάλωση ενέργειας, τις ΗΠΑ, η κορύφωση της εγχώριας παραγωγής τους σε συνδυασμό με το εμπάργκο εξαγωγής πετρελαίου προς τις ΗΠΑ από τις χώρες μέλη του ΟΠΕΚ το 1973 εξαιτίας του αραβοϊσραηλινού πολέμου την ίδια χρονιά επιδείνωσε ακόμη περισσότερο την κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας.
Ήταν η χρονιά που για πρώτη φορά εμφανίζονταν ουρές χιλιομέτρων στα πρατήρια για λίγα γαλόνια καύσιμου καθώς και επιβολή πλαφόν στην κατανάλωση του. Η τιμή του «μαύρου χρυσού» στα χρηματιστήρια εκτοξεύτηκε από τα 10-12 δολάρια το βαρέλι στα 60 δολάρια το 1973. Αποτέλεσμα κερδοσκοπίας, εν μέρει, αλλά κυρίως λόγω της απλής λογικής εξέτασης των αριθμών. Το πετρέλαιο λιγοστεύει, το κόστος άντλησης του αυξάνει δυσθεώρητα και η τιμή του απογειώνεται. Επιπρόσθετα έπρεπε πλέον να αναζητηθεί σε περιοχές λιγότερο ή και καθόλου φιλικές προς τις ΗΠΑ και τις εταιρείες τους.
Λίγο αργότερα και συγκεκριμένα στα 1979 η τιμή του χτυπάει «ταβάνι» στα 100 δολάρια ανά βαρέλι όταν στο Ιράν η επανάσταση των Αγιατολάχ εθνικοποιεί την πετρελαϊκή βιομηχανία και στερεί τις δυτικές αγορές από το φθηνό ιρανικό πετρέλαιο. Παρά το γεγονός ότι η τιμή του έπεσε την εικοσαετία 1981-2001, αποτέλεσμα κυρίως της βελτίωσης στην τεχνολογία άντλησης καθώς και στην ανακάλυψη κάποιων παραπάνω κοιτασμάτων σε υποθαλάσσιες περιοχές, η καμπύλη της τιμής του πετρελαίου στα 2005 ξαναπαίρνει την ανηφόρα και φτάνει μέχρι και τα 140 δολάρια το βαρέλι για να ισορροπήσει τα τελευταία χρόνια σταθερά πάνω από τα 100 δολάρια ανά βαρέλι.
Το καμπανάκι του κινδύνου για την εξάντληση του πετρελαίου άρχισε να χτυπά εκκωφαντικά ήδη από το 1966 όταν η Γερμανία έφτασε στην κορύφωση της παραγωγής της και ακολούθησαν, με μεγαλύτερο αντίκτυπο στην παγκόσμια παραγωγή και διάθεση, η Βενεζουέλα και οι ΗΠΑ στα 1970.
Όταν στα 1951 ο δημοκρατικά εκλεγμένος πρόεδρος του Ιράν Μουχάμαντ Μοσάντεκ εθνικοποίησε για πρώτη φορά τα κοιτάσματα του Ιράν η ακόρεστη Δύση παραδόξως κήρυξε εμπάργκο στο ιρανικό πετρέλαιο. Η απαγορευμένη λέξη για την παγκόσμια αγορά πετρελαίου φαίνεται πως ήταν ανέκαθεν η «εθνικοποίηση». Η εκμετάλλευση με άλλα λόγια του ορυκτού πλούτου μιας υπανάπτυκτης χώρας προς το συμφέρον του λαού της πρώτιστα είναι ασύμβατη με τα δυτικά αποικιακά ειωθότα… Προς αποκατάσταση της παγκόσμιας οικονομικής τάξης η CIA εξετέλεσε άψογα το σχέδιο «Ajax» που σκοπό είχε την επιβολή του αρεστού στη Δύση Σάχη Παχλεβί ο οποίος και εγγυούταν την απρόσκοπτη εκμετάλλευση του ιρανικού πετρελαίου από τις δυτικές εταιρείες.
Ένα μοτίβο που θα το δούμε να επαναλαμβάνεται κατά κόρον τη δεκαετία του ΄70 στις δημοκρατίες της «μπανανίας» στην Λατινική Αμερική με σκοπό να εκδιωχθούν σοσιαλιστικά καθεστώτα που το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν να εθνικοποιούν τις πλουτοπαραγωγικές πηγές των χωρών τους. Η ενεργειακή πολιτική της Δύσης τότε χαρασσόταν από τις περιβόητες«εφτά αδερφές». Ο όρος επινοήθηκε από τον πρόεδρο της ιταλικής εταιρείας πετρελαίου Eni, Enrico Mattei, και αναφερόταν στο παγκόσμιο καρτέλ που είχαν διαμορφώσει οι εφτά μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρείες από τα μέσα του ΄40 μέχρι και τα μέσα του ΄70 με σκοπό να μονοπωλήσουν την παραγωγή και τη διάθεση του «μαύρου χρυσού» στις αγορές. Αυτές ήταν τότε η Anglo-Persian oil company, η Gulf oil, η Royal Dutch Shell, η Standard oil (California), η Standard oil of New Jersey (ESSO), η Standard oil Co. of New York και η Texaco.
Η κυριαρχία τους κλονίστηκε όταν στα 1960 δημιουργήθηκε ο OPEC (Organization of the Petroleum Exporting Countries) που σήμερα αποτελείται από 12 μέλη (Αλγερία, Αγκόλα, Ισημερινός, Ιράν, Ιράκ, Κουβέιτ, Λιβύη, Νιγηρία, Κατάρ, Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Βενεζουέλα). Παράλληλα η ανάδυση μεγάλων κρατικών πετρελαϊκών εταιρειών στις αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η βραζιλιάνικη Petrobras, μείωσε την εξάρτηση των αγορών από το ολιγοπώλιο των εφτά αδερφών.
Τεράστιας σημασίας οικολογικές καταστροφές συνέβησαν και συμβαίνουν στην προσπάθεια του homo economicus να αντλήσει και να μεταφέρει τον «μαύρο χρυσό» στις δυτικές αγορές.
Ο δυτικός κόσμος σταδιακά μπαίνει στη σφαίρα του στερητικού συνδρόμου. Η Ευρώπη είναι πλέον υποχρεωμένη να εισάγει πάνω από το 50% της ενέργειας που καταναλώνει, εξ ου και ο αυξημένος γεωπολιτικός ρόλος της Ρωσίας τα τελευταία 20 χρόνια αφού αποτελεί τον προνομιακό προμηθευτή φυσικού αερίου της Γηραιάς Ηπείρου. Αντίστοιχα οι ΗΠΑ μπορεί να επενέβησαν πολλάκις για την προστασία των… «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» σε Ιράκ, Αφγανιστάν και αλλού, όμως αφήνουν ανέγγιχτο το εξόχως συντηρητικό και απάνθρωπο καθεστώς των Ουαχαμπιτών Ισλαμιστών της Σαουδικής Αραβίας που αποτελεί και τον δικό τους προνομιακό ενεργειακό εταίρο. Πλέον με την έλλειψη του πολύτιμου υγρού να γίνεται εντονότερη η διεθνής πολιτική στρατιωτικοποιείται, όπως αποδεικνύουν και οι συνεχείς επεμβάσεις των δυτικών σε χώρες με στρατηγικά αποθέματα. Το Ιράκ ένιωσε πρώτο την αλλαγή στους κανόνες του παιχνιδιού ήδη από το 1991 και το 2003. Η Λιβύη και τα κοιτάσματα της μπήκαν στο στόχαστρο των Ευρωπαίων το 2011 ενώ και οι διαμάχες στη Συρία δεν είναι άσχετες με την χάραξη νέων ενεργειακών δρόμων προς τη Δύση.
Η ουσιαστικότερη απειλή για τις ΗΠΑ δεν ήταν και δεν είναι ένας ημιπαράφρων τζιχαντιστής που κρύβεται στα βουνά του Αφγανιστάν ή οπουδήποτε αλλού. Ο χειρότερος εφιάλτης των ΗΠΑ είναι η διακοπή της τροφοδοσίας πετρελαίου στη Δύση και γι’ αυτό το λόγο έχει μπει σε μια λογική παγκόσμιας διαχείρισης του κινδύνου με το ΝΑΤΟ να αποτελεί το καλύτερο εργαλείο επιβολής. Ο Αραβοπερσικός κόλπος θα αποτελεί για πολλά χρόνια, όχι για εκατονταετίες πάντως…, το επίκεντρο της ενεργειακής πολιτικής των ΗΠΑ και των συμμάχων της, πολύ δε περισσότερο σήμερα που η πολιτική ελέγχου των καθεστώτων στην «πίσω αυλή» των ΗΠΑ (Βενεζουέλα, Βολιβία) καθίσταται αβέβαιη. Η παγκόσμια εξάπλωση των στρατιωτικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ εξυπηρετεί άρτια αυτό τον σκοπό, της απρόσκοπτης ροής πετρελαίου στις χώρες της Δύσης.
Στην στροφή του αιώνα πρέπει σαν είδος να κάνουμε μια στρατηγική επιλογή όσον αφορά τον τρόπο που θα παράγουμε την ενέργεια που χρειάζεται για την επιβίωση μας. Για πάνω από 150 χρόνια στηριχτήκαμε σε ένα καύσιμο που ναι μεν μας άνοιξε ένα πλήθος επιλογών και έλυσε χρόνια προβλήματα της ανθρωπότητας άλλα, φευ, στερεύει. Όταν οι επόμενες γενιές ρωτήσουν «τι το κάνατε τόσο πετρέλαιο;» η μόνη απάντηση θα είναι… «το κάψαμε»…!
Επιπρόσθετα σε παγκόσμιο επίπεδο οι επιπτώσεις της καύσης του πετρελαίου γίνονται αισθητές και στο περιβάλλον. Η βιομηχανική ανάπτυξη, που στον 19ο αιώνα τροφοδοτήθηκε από το κάρβουνο και στον αμέσως επόμενο από το πετρέλαιο, επέφερε ισχυρά πλήγματα στην παγκόσμια οικολογική ισορροπία. Η βόρεια και κεντρική Ευρώπη καθώς και οι ανατολικές πολιτείες των ΗΠΑ πλήττονται από όξινη βροχή, αποτέλεσμα της καύσης για μετακίνηση, παραγωγή ηλεκτρισμού ή θέρμανση. Το φαινόμενο του θερμοκηπίου εντείνεται πλανητικά οδηγώντας σε ερημοποίηση εκτεταμένες περιοχές και σε ακραία καιρικά φαινόμενα πρωτόγνωρα για τους ανθρώπους. Τεράστιας σημασίας οικολογικές καταστροφές συνέβησαν και συμβαίνουν στην προσπάθεια του homo economicus να αντλήσει και να μεταφέρει τον «μαύρο χρυσό» στις δυτικές αγορές.
Οι εικόνες από την προσάραξη του Exxon Valdez με χιλιάδες τόνους πετρελαίου να μολύνουν τις ακτές της Αλάσκα το 1989 ή η έκρηξη στην πλατφόρμα άντλησης πετρελαίου Deepwater Horizon της BP στον κόλπο του Μεξικού το 2010 με εκατομμύρια τόνους να χύνονται στη θάλασσα διαγράφουν πεντακάθαρα το μέγεθος του κινδύνου για το πλανητικό οικοσύστημα. Επιπρόσθετα ο αγώνας των αναδυόμενων οικονομιών- γιγάντων, της Ινδίας και της Κίνας, για ανάπτυξη τροφοδοτείται αυξητικά από το πετρέλαιο σε μια προσπάθεια για κάλυψη της ψαλίδας σε σχέση με τη Δύση. Η αναδυόμενη μεσαία τάξη στην Κίνα αριθμεί περίπου 400 εκατομμύρια καταναλωτές που επί της παρούσης είναι σαφώς πιο οικονομικοί σε σχέση με τους αδηφάγους δυτικούς καταναλώνοντας μόλις 2 βαρέλια πετρελαίου ετησίως σε αντίθεση με τους Αμερικανούς που καταναλώνουν κατά κεφαλή ετησίως 34 βαρέλια και τους Ευρωπαίους που καταναλώνουν 11… Στηρίζοντας την ανάπτυξη τους ως επί το πλείστον στο πετρέλαιο οι αναπτυσσόμενες χώρες εμφανίζονται ανταγωνιστικά στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη αλλάζοντας τις παγκόσμιες ενεργειακές ροές διεκδικώντας φθηνή και άφθονη ενέργεια. Η αλήθεια των αριθμών δείχνει πως αν και οι Κινέζοι ομού μετά των Ινδών φτάσουν να καταναλώνουν το ίδιο με τους «καλομαθημένους» δυτικούς θα χρειαστούμε ως είδος άλλους δυο πλανήτες…
Και ούτω πως ο σύγχρονος άνθρωπος φτάνει στο κομβικότερο σημείο της βραχείας πορείας του πάνω στον πλανήτη. Το φάσμα της ενεργειακής έλλειψης σε λίγα χρόνια βαραίνει πάνω από τον ενεργοβόρο πολιτισμό του. Επί της παρούσης παρατηρούμε την διεθνή κοινότητα στην πάλη της για οικονομική ανάκαμψη, πάση θυσία, να βάζει σε δεύτερη μοίρα τα ενεργειακά και οικολογικά προβλήματα που αντιμετωπίζει. Η λογική της «fast track» ανάπτυξης, ιδίως για υπανάπτυκτες και αναπτυσσόμενες χώρες, λειτουργεί αποπροσανατολιστικά σε σχέση με την υπάρχουσα κατάσταση. Ιδιαίτερα για μικρές χώρες σε οικονομική κρίση το ενεργειακό πρέπει να μπαίνει σε μια πιο μακροπρόθεσμη βάση αειφορίας.
Ένα μεγάλο μέρος των εσόδων των κρατών δαπανάται για την αγορά μη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας επιβαρύνοντας δυσανάλογα τον κρατικό προϋπολογισμό τους. Η μόνη ενδεδειγμένη και σε μεγάλο βαθμό δοκιμασμένη λύση για να αντιμετωπιστεί η μελλοντική ενεργειακή κρίση έγκειται στην στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Από τη δεκαετία του ΄50 η επιστημονική κοινότητα ενδιαφέρθηκε για τις εναλλακτικές μορφές ενέργειας, αλλά η μονοπωλιακή θέση των πετρελαϊκών εταιρειών, καθώς και η τότε αφθονία του «μαύρου χρυσού» έβαλαν πίσω στα συρτάρια των εργαστηρίων ρηξικέλευθες ιδέες για ηλεκτρικά αυτοκίνητα, αποδοτικότερους και οικονομικότερους κινητήρες εσωτερικής καύσης και πλήθος άλλων εφευρέσεων που σκοπό είχαν να μειώσουν την εξάρτηση της ανθρωπότητας από τα μη ανανεώσιμα καύσιμα. Παράλληλα ο έλεγχος των πανεπιστημίων από τις «εφτά αδερφές» μέσα από δωρεές και χρηματοδοτήσεις εδρών δημιούργησαν μια εξαρτημένη επιστημονική κοινότητα αρτηριοσκληρωτική και κλειστή σε νέες ιδέες, έτοιμη να υπηρετήσει τα οικονομικά συμφέροντα των πετρελαϊκών εταιρειών.
Παράλληλα η κατεστημένη τάξη πραγμάτων απαξίωσε και δυσφήμισε το οικολογικό κίνημα εν τη γενέσει του παρουσιάζοντας το ως εκτός πραγματικότητας, «χίπικο» ή απλώς ουτοπικό. Σήμερα οι πλέον ενδεδειγμένοι και δοκιμασμένοι τρόποι παραγωγής φθηνής και καθαρής ενέργειας αποτελούν ο άνεμος και ο ήλιος. Ειδικά για μικρές χώρες όπως η δική μας, η ενεργειακή απεξάρτηση από τα «βρώμικα» καύσιμα πρέπει να είναι εκ των ων ουκ άνευ αν θέλουμε να μιλάμε για οικονομική ανάπτυξη. Σε σχέση με τα υπερεργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής που διανέμουν την παραγόμενη ενέργεια σε όλη την επικράτεια η ηλιακή και αιολική ενέργεια ανοίγουν νέους ορίζοντες στην αποκεντρωμένη παραγωγή ενέργειας χτυπώντας την έντονη αστικοποίηση που δημιούργησε στον 20ο αιώνα τα ενεργειακά βαμπίρ των μητροπόλεων.
Το παράδειγμα της χώρας μας είναι ενδεικτικό του μυωπικού τρόπου προσέγγισης των ενεργειακών αναγκών μιας χώρας. Παράλληλα πολλές χώρες, όπως η Ισλανδία, έχουν καταφέρει να δαμάσουν τη γεωθερμική ενέργεια για θέρμανση και ηλεκτροπαραγωγή. Η πυρηνική ενέργεια παρότι για πολλά χρόνια αποτελούσε την απάντηση σε όλα τα ενεργειακά μας προβλήματα μετά το Τσερνομπίλ και τη Φουκουσίμα δείχνει το πραγματικό της πρόσωπο. Επιπρόσθετα τα καύσιμα που χρησιμοποιούν τα πυρηνικά εργοστάσια δημιουργούν τα πλέον επικίνδυνα απόβλητα, τα οποία ειρήσθω εν παρόδω δεν ξέρουμε ακόμη τι να τα κάνουμε και τα στοιβάζουμε απλώς κατά χιλιάδες τόνους συνήθως μέσα σε γρανιτένια βουνά ευελπιστώντας ότι οι επόμενες γενεές θα επιλύσουν το πρόβλημα…
Άλλες χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Βραζιλία έχουν εδώ και λίγα χρόνια ξεκινήσει εντατικά ένα πρόγραμμα παραγωγής αιθανόλης και βιοκαυσίμων από την καλλιέργεια καλαμποκιού και ζαχαρότευτλου. Πράγματι η αιθανόλη, ειδικά για τους κινητήρες εσωτερικής καύσης είναι μια καλή λύση, αφού και η απόδοση τους διατηρείται ενώ το κατάλοιπο που εκλύεται στο περιβάλλον είναι μόνο νερό! Το μόνο πρόβλημα εδώ έγκειται στο γεγονός ότι προκειμένου να παραχθεί ένα βαρέλι βιοκαυσίμου δαπανώνται δέκα συμβατικού…
Το πλέον υποσχόμενο καύσιμο του μέλλοντος αποτελεί το υδρογόνο αφού είναι άφθονο στο σύμπαν και δεν δημιουργεί κατάλοιπα. Ειδικά στην αυτοκίνηση οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν προχωρήσει αρκετά ενθαρρυντικά στην εφαρμογή της νέας αυτής τεχνολογίας σε νέας γενιάς αυτοκίνητα που χρησιμοποιούν ενεργειακές κυψέλες υδρογόνου.
Το πλέον υποσχόμενο καύσιμο του μέλλοντος αποτελεί το υδρογόνο αφού είναι άφθονο στο σύμπαν και δεν δημιουργεί κατάλοιπα. Ειδικά στην αυτοκίνηση οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν προχωρήσει αρκετά ενθαρρυντικά στην εφαρμογή της νέας αυτής τεχνολογίας σε νέας γενιάς αυτοκίνητα που χρησιμοποιούν ενεργειακές κυψέλες υδρογόνου.
Στην στροφή του αιώνα πρέπει σαν είδος να κάνουμε μια στρατηγική επιλογή όσον αφορά τον τρόπο που θα παράγουμε την ενέργεια που χρειάζεται για την επιβίωση μας. Για πάνω από 150 χρόνια στηριχτήκαμε σε ένα καύσιμο που ναι μεν μας άνοιξε ένα πλήθος επιλογών και έλυσε χρόνια προβλήματα της ανθρωπότητας άλλα, φευ, στερεύει. Όταν οι επόμενες γενιές ρωτήσουν «τι το κάνατε τόσο πετρέλαιο;» η μόνη απάντηση θα είναι… «το κάψαμε»…!
Το τέλος της εποχής του πετρελαίου θα επιφέρει σε παγκόσμιο επίπεδο κοινωνικές ανακατατάξεις πρωτόγνωρες για την γενιά μας, από τον τρόπο που κινούμαστε, ντυνόμαστε, τρεφόμαστε, γενικά στον τρόπο διαβίωσης. Φανταστείτε μόνο πόσο θα επηρεαστούν οι διατροφικές μας συνήθεις όταν τα τρόφιμα δεν θα έχουν τρόπο να μεταφερθούν στα υπερμάρκετ των μητροπόλεων και εκατομμύρια κάτοικοι θα αντιμετωπίζουν το φάσμα της πείνας. Ή τι θα απογίνουν τα δισεκατομμύρια αυτοκίνητα που εν ριπή οφθαλμού θα καταστούν άχρηστα. Επί της παρούσης η κοινωνία επιλέγει τον στρουθοκαμηλισμό και την εθελοτυφλία. Οι γιγαντιαίες εταιρείες πετρελαίου δεν επιθυμούν επ΄ ουδενί να χάσουν το ενεργειακό μονοπώλιο που απολαμβάνουν στον πλανήτη. Διασκεδάζουν τους προβληματισμούς και κατευθύνουν τις πολιτικές ηγεσίες σύμφωνα με τα συμφέροντα τους τα οποία δεν συμπίπτουν ούτε κατ΄ ελάχιστον με τα αιτήματα και τις ανάγκες του κόσμου.
Έχουν δε φτάσει σε τέτοιο σημείο υποκρισίας που συστήνουν οι ίδιες περιβαλλοντικούς και οικολογικούς οργανισμούς… Στο πρόσφατο βιβλίο του «η Τρίτη βιομηχανική επανάσταση» ο Τζέρεμυ Ρίφκιν αφού εξετάζει τις επιπτώσεις και τα όρια του σύγχρονου πολιτισμού του πετρελαίου προτείνει πέντε αλληλοεξαρτώμενους πυλώνες για αειφόρο ανάπτυξη που θα αποτελέσουν την απαρχή μια νέας οικονομίας και βιομηχανίας, της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης. Πρώτα συστήνει τη στροφή στιςεναλλακτικές μορφές ενέργειας.
Έπειτα προτείνει τη μετατροπή των κατοικιών σε μικρούς ηλεκτροπαραγωγικούς σταθμούς που θα παράγουν επιτόπου την ενέργεια που χρειάζονται από τον ήλιο ή τον άνεμο ή ένα συνδυασμό εναλλακτικών πηγών ενέργειας. Παράλληλα η αξιοποίηση της τεχνολογίας του υδρογόνου θα επιτρέψει την αποθήκευση της έξτρα παραγόμενης ενέργειας σε ενεργειακές κυψέλες.
Η χρήση δε της διαδικτυακής τεχνολογίας, κατά τον Ρίφκιν, θα μπορούσε να αποτελέσει το εργαλείο ώστε να δημιουργηθεί ένα διαδικτυακό σύστημα ηλεκτροδότησης σε παγκόσμιο επίπεδο μέσω του οποίου το πλεόνασμα της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας σε ένα μέρος θα μπορεί να διοχετεύεται σε όλες τις ηπείρους.
Τέλος προτείνει το πλέον αυτονόητο με την αντικατάσταση του σημερινού στόλου οχημάτων με ηλεκτροκίνητα ή με οχήματα τεχνολογίας υδρογόνου. Δεν είναι τυχαίο ότι το 1996 μόλις η General Motors είδε την εμπορική επιτυχία του ηλεκτροκίνητου μοντέλου της αποφάσισε να…σταματήσει την παραγωγή του!
eranistis
Σχόλια
Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.