Select Menu

Αν πιστέψουμε το γκάλοπ που δημοσίευσε πρόσφατα η εφημερίδα Το Βήμα, το 6ο% των Ελλήνων είναι υπέρ των απολύσεων στο δημόσιο. Το πρώτο θέμα που τίθεται είναι το ίδιο που τίθεται για κάθε δημοσκόπηση. Με ποιον τρόπο, δηλαδή, διατυπώνε­ται ένα ερώτημα ώστε να προκύψουν επιθυμητά αποτελέσματα. Γιατί να γίνει κάτι τέτοιο, είναι το επόμενο ερώτημα. Η απάντηση έχει δοθεί στην ολιγόχρονη ιστορία των δημο­σκοπήσεων: Αν εμφανιστεί μια θέση ως άποψη της κοινωνίας, μπορεί στ' αλήθεια να γίνει άποψη της κοινωνίας. Το φημολογούμενο ως αποτέλεσμα μπορεί να γίνει αποτέλεσμα.

Η φήμη, για παράδειγμα, πως χιλιάδες άνθρωποι συρρέουν στο Σύνταγμα για να δουν κάτι πρωτοφα­νές που συμβαίνει είναι πιθανόν να οδηγήσει χιλιάδες στο Σύνταγμα να αναζητήσουν το πρωτοφανές που δεν υπάρχει και που δεν συμβαίνει. Στην εποχή της μιντιακής δημοκρατίας, η πληροφορία και κατ' επέκταση το γκάλοπ μπορεί να μην είναι κατα­γραφή, αλλά επιθυμία. Όσο για το επιχείρημα πως οι εταιρίες δημοσκο­πήσεων ελέγχονται για την ακρίβεια τους, αποδείχτηκε τραγικά αδύναμο όσες φορές χρειάστηκε να συγκρι­θεί άμεσα η πραγματικότητα με τη δημοσκόπηση, όπως σε εκλογές. Δεν αμφισβητώ τα επιστημονικά εργαλεία και τις απεικονίσεις μιας δημοσκόπη­σης, αλλά αμφισβητώ τις προθέσεις κάποιων από αυτούς που τις κάνουν. Η δημοσκόπηση που εμφανίζει την ελληνική κοινωνία να ανακουφίζε­ται με τις απολύσεις στο δημόσιο δημιουργεί στη συνέχεια ένα κλίμα, το οποίο πολιτικά κάποια στιγμή θα εκφραστεί με ένα ενδεχομένως προεκλογικό δίλημμα. Για παρά­δειγμα: «Θέλετε να προχωρήσουμε σε μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο για να τελειώνουμε με τους τεμπέληδες; Αν ναι, δώστε μου την εντολή να το κάνω μετά τις εκλογές». Δηλαδή ο λαγός των δημοσκοπήσεων τρέχει μέσα στο δάσος των απόψεων στην ελληνική κοινωνία, δείχνοντας πού πρέπει να πέσουν οι πυροβολισμοί. 

Ανεξάρτητα από τα ποσοστά (αληθινά ή όχι) που καταγράφει η δημοσκό­πηση, υπάρχει μια πραγματικότητα. Τμήμα της κοινής γνώμης πιστεύει πως απαιτείται να απολυθούν δημόσιοι υπάλληλοι. Θεωρούνται συλλήβδην οι φορείς του παρασιτι­σμού και της τεμπελιάς. Παιδιά του πελατειακού κράτους και της κομμα­τικής φαιδρότητας. Καταρχάς, αν η φαιδρότητα, το ρουσφέτι και η ανα­ξιοκρατία ήταν στο στόχαστρο των κυβερνώντων, θα είχαν αυτοπυροβο-ληθεί. Οι ίδιοι τα δημιούργησαν, τα συντήρησαν και τα χρησιμοποίησαν. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως οι ανέ­ντιμοι και αναξιόπιστοι δεν μπορούν να γίνουν αυτόματα το αντίθετο. 

Η αναδιάρθρωση, ο εκσυγχρονισμός, το νοικοκύρεμα, ή όπως αλλιώς θέλετε να το πείτε, του ελληνικού δημοσίου είναι μια αναγκαιότητα την οποία δεν μπορούν να καλύψουν οι κυβερνώντες. Όχι μόνο γιατί, όπως αποκαλύπτεται κάθε μέρα, ζουν και λειτουργούν με το ρουσφέτι, αλλά γιατί δεν θέλουν καμία καλή λειτουρ­γία του δημοσίου. Θέλουν το δημόσιο να υπολειτουργεί για να ευνοούνται τα συμφέροντα που τους εκλέγουν. Ιδιωτικά νοσοκομεία, σχολεία, τηλε­φωνία, ενέργεια, ό,τι και αν είναι αυτό που αναπτύσσεται στον αντί­ποδα του κοινωνικού κράτους. Αυτό που εμφανίζεται ως ορθολογισμός είναι ένας ορθολογιστικός κανιβαλι-σμός. Η βάση της λογικής του είναι πως, αφού την κρίση την πληρώνει ο ιδιωτικός τομέας με απολύσεις, πρέ­πει να την πληρώσει με απολύσεις και ο δημόσιος. Αυτή η δικαιοσύνη της αγριότητας, η ισοτιμία της εξα­θλίωσης, πρέπει να φυτρώσει στην κοινωνία για να κάνουν ό,τι θέλουν να κάνουν. Αυτοί που κάποτε φύλα­γαν κατουρημένες ποδιές για μια θέση στο δημόσιο ανακάλυψαν την ανάγκη της δολοφονικής ισοτιμίας, που σκοτώνει ανθρώπους. 

Με βάση την επέκταση της λογικής του ορθολογικού κανιβαλισμού, αν σε μια τράπεζα γίνει ληστεία με θύματα, πρέπει να γίνει ληστεία με θύματα και σε άλλες τράπεζες, για να επέλθει μια κάποιου είδους ισότητα. Αρνούνται να απαντήσουν πού περισσεύουν οι δημόσιοι υπάλληλοι, σε ποιες υπη­ρεσίες και γιατί, ώστε να γίνουν οι απολύσεις. Απλώς θέλουν να τρέξει από παντού αίμα. Αυτός ο κανιβαλι-σμός απευθύνεται στο ένστικτο και χρησιμοποιεί ως δικαιοσύνη τη συλ­λογική τιμωρία. Χρησιμοποιεί την πίκρα του αδικημένου όχι για να τον στρέψει στην ανατροπή της αδικίας, αλλά στο να απαιτήσει την αδικία απέναντι και στους άλλους. Στην εξί­σωση της εξαθλίωσης. Και όταν θα ψοφήσει και η κατσίκα του γείτονα, η Ελλάδα θα είναι ένα νεκροταφείο, με την ισότητα που έχουν συνήθως τα νεκροταφεία.

Έτσι διαμορφώνονται τα «χρήσιμα» διλήμματα: «Προτιμάς να απολυθεί ο φύλακας του σχολείου ή ο καθηγη­τής; Ο νοσοκόμος ή ο γιατρός; Εσύ ή ο διπλανός σου;» Βέβαια εκεί ο καθέ­νας μπορεί να απαντήσει και εκτός διλημμάτων. «Θέλω να απολυθεί ο απατεώνας που με κυβερνά!»


Περιοδικό Hot Doc, Τεύχος 33, Ιούλιος 2013

Σχόλια

Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.

 
Top