Select Menu


Ενοχο-ποιούμαι σημαίνει είμαι φτιαγμένος από ενοχή. Ενοχο-ποιώ σημαίνει την ενοχή τη φτιάχνω.

Φτιαγμένοι από ενοχή είναι η πλειοψηφία των ατόμων που μεγαλώνουν κι αναπτύσσονται σε κοινωνικά περιβάλλοντα, ως αποτέλεσμα βαθιά ριζωμένων πεποιθήσεων του παρελθόντος που μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά.

Αναπτυσσόμαστε σε μία κοινωνία με γονείς, των οποίων το υπερεγώ μας κυνηγά. Φράσεις τύπου «Σε καλό να μας βγει», «Ό,τι αρχίζει ωραία τελειώνει με πόνο», «Ντροπής πράγματα», μας κυνηγούν κι έχουν ενσωματωθεί στον ατομικό γνωσιακό χάρτη του καθενός μας. Η ενοχή από την οποία «ποιούμαστε» αποτελεί ούτε λίγο ούτε πολύ μία κατάσταση επικινδυνότητας, η οποία έχει τις βάσεις της σε αξιακά συμπλέγματα.

Η θρησκευτική και συνήθης ενοχή τούτου του τόπου έγκειται στο δίπολο καλού-κακού. Είμαι καλό παιδί, ο Θεός μου προσφέρει απλόχερα. Είμαι κακό παιδί, ο τεράστιος παντοδύναμος Θεός ως άλλο σύμβολο της ψυχαναλυτικής μητέρας με τιμωρεί. Βλέπουμε όμως αντίστροφους ορισμούς σε ό,τι αφορά την έννοια του καλού και του κακού παιδιού.

Η παγιδευτική ατάκα «να σαι καλό παιδί» μηνύει την απουσία ψεμάτων, ακόμη κι αν έχουμε ανάγκη να τα πούμε, την αγάπη των πάντων, το απλόχερο «ναι», είτε θέλουμε να το πούμε είτε όχι, το πρότυπο της «αψεγαδιοσύνης» και το σύνδρομο του καλού παιδιού, τόσο, ώστε οι γύρω να συγχαίρουν τους γονείς μας που μας μεγαλώνουν ως στρατιωτάκια ακούνητα. Το… καλό παιδί περιλαμβάνει την άρνηση στην απόλαυση των αγαθών εάν ο άλλος δεν έχει, επομένως όταν ο άλλος πεινάει, εσύ είναι ντροπή ν’ απολαμβάνεις το καλό, άρα ορθό είναι να τ’απαρνείσαι, όταν ο άλλος δεν έχει την επιτυχία του όπως την ορίζει, εσύ οφείλεις να τον λυπηθείς και να μη φωνάξεις τη δική σου χαρά. «Κακό παιδί» χαρακτηρίζεσαι όταν φροντίζεις για τις ανάγκες σου και προσφέρεις στον εαυτό σου κάτι που ο άλλος δεν μπορεί να έχει, κακό παιδί είσαι όταν γελάς δυνατά, όταν χορεύεις έντονα, όταν καταναλώνεις, όταν ερωτεύεσαι. Ιδιαίτερα όταν όλα αυτά τα πράττουμε τη στιγμή που ο ΑΛΛΟΣ δε δύναται να τα κάνει, αυτόματα χαρακτηριζόμαστε ως κακά παιδιά.

Επομένως η κοινωνία και το περιβάλλον μας άθελά τους ορίζουν πως είμαστε καλά παιδιά όταν συντονιζόμαστε με την εικόνα που οφείλουμε να δείξουμε προς τα έξω, μα όχι με την εικόνα και το θέλω που πρεσβεύουμε. Άρα οι δύο απόψεις είναι αμφιθυμικές και αγγίζουν την έννοια του δίπολου. Θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε σε ένα παιδί πως συμπονούμε τους άλλους, τους συναισθανόμαστε και τους φροντίζουμε, μα για την δική μας ποιότητα ζωής παλεύουμε, τη δική μας ψυχή εξελίσσουμε ανά το χρόνο, τις δικές μας ισορροπίες οφείλουμε να επιφέρουμε.

Ο λογικός άνθρωπος σε ένα συνειδητό επίπεδο θα συνέδεε ορθώς το καλό με όμορφες στιγμές, με πνευματικές ανυψώσεις και με σωματικές και ψυχικές ηδονές. Το κακό αντίθετα με την καταπίεση των συναισθημάτων, με την καθήλωση στις πληγές μας, με την έλλειψη αλλαγών προς βελτίωση του επιπέδου της ατομικής μας συνειδητότητας. Η λογική όμως εννοιολογική διασύνδεση του ενήλικα διαφέρει κατά πολύ με την πεποίθηση του Θεού-τιμωρού που κουβαλάμε ως παιδιά, την οποία μάλιστα καλούμαστε και επικαλούμαστε ν’αντιστρέψουμε. Για την ακρίβεια η ασυνείδητη πεποίθηση έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη συνειδητή, γεγονός που δημιουργεί και την κατάσταση ενοχής. Δεν θα μπορούσα να τη χαρακτηρίσω ούτε συναίσθημα, μα ούτε και δράση, ούτε έννοια, μα ούτε και κάτι το απτό. Η ενοχή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μία κατάσταση, η οποία αποτελεί την ύπουλη βάση και ρίζα των επόμενων συμπεριφορών και συναισθημάτων μας, που προέρχονται ως απόρροιά της. Έτσι, λοιπόν, ποιούμαστε αφού ενοχοποιούμαστε.

Ποιούμε, από την άλλη, ενοχή, όταν ξεκινούμε να αναπαράγουμε τόσο στον εαυτό μας, όσο και στους άλλους τη δράση περί αξιακής κρίσης. Είμαι κακό παιδί, που έχω κάτι που ο άλλος δεν έχει, που κάνω κάτι που δεν πρέπει, θα τιμωρηθώ, ντρέπομαι για το καλό, επομένως δεν μου αξίζει το καλό, που στην ψυχή μου αντηχεί ως καλό. Η ενοχή αυτή όσο μένει κρυμμένη, δύναται να οδηγήσει σε μία σειρά παθολογιών, τόσο ψυχικών, όσο και σωματικών, μα και σε μία πληθώρα αυτοτιμωριών που αποδίδουμε συνήθως στην.. «κακή τη μοίρα»!

Αν αυτό-παρατηρηθούμε πιθανόν θα εντοπίσουμε πως όταν μας έρχεται κάτι που μέσα μας αντηχεί ως καλό, αρχικά βιώνουμε το συναίσθημα της χαράς, έπειτα ακυρώνουμε το ευτυχές συναίσθημα με το φόβο του να μην το χάσουμε κι εν τέλει αυτοτιμωρούμεθα ως επακόλουθη ασυνείδητη δράση ή έλξη της ενοχής.

Η σκέψη του ότι κάθε φορά κάτι γίνεται, κάτι θα γίνει, κάποιος ανώτερος θα μας τιμωρήσει, η παρανοϊκή, εν ολίγοις, αυτή κατάσταση αποτελεί την ενοχή μας, την ενοχή του «δεν αξίζω», την ενοχή του «θα τιμωρηθώ». Στην ουσία τα πρέπει των γονιών των γονιών μας είναι και αυτά που μας παρακολουθούν. Και οι πεποιθήσεις τους ενσωματώνονται και γίνονται δικές μας πεποιθήσεις.

Θεραπευτικά το ζήτημα είναι να παρακολουθούμε πότε προβαίνουμε σε αυτό-σαμποτάρισμα, να αναρωτηθούμε σε τι μας εξυπηρετεί η δράση και η σκέψη μας αυτή και τέλος να πάμε αντίθετα, πρεσβεύοντας το ουσιώδες καλό για εμάς, όση περιπλοκότητα κι αν αυτό κρύβει.

Μαθαίνουμε χρόνια να λειτουργούμε με τρόπο τέτοιο, που βασανίζουμε τον εαυτό μας. Η απόφαση όμως του να τον αγαπήσουμε είναι ακόμη πιο βάναυση κι από το βασανιστήριο που μας διέπει. Γιατί απλώς δεν έχουμε μάθει και ούτε καν προσπαθήσει να πάμε αντίθετα στην τιμωρία μας. Η απάντηση, θαρρώ, η καλύτερη στην ενοχή μας, οφείλει να είναι η απόφαση που θα πάρουμε: μπρος στη θεραπεία και ναι στον εαυτό μας, ή πίσω στα των άλλων. Κι όταν αμφιβάλλουμε για το τι μπορεί να πει για εμάς ο «άλλος», το φόβο του οποίου ωσάν τέρας κουβαλούμε μέσα μας, μπορούμε να αναρωτηθούμε: «Τι θα έκανα εάν δε γνώριζα κανέναν, τι θα έκανα εάν ήμουν μόνος μου στο σύμπαν»; Τότε και μόνο τότε η απόφαση που θα πάρουμε θα αντηχεί σωστά και θα τιμά το μέσα μας.

Μαρία Γώδη

Σχόλια

Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.

 
Top