Όπως επισημαίνει, η αμερικανική οικονομία ήταν άρρωστη ακόμα και πριν την κρίση. Το μόνο πράγμα που την έκανε να φαίνεται εύρωστη, ήταν μια «φούσκα»στις τιμές των assets, που είχε δημιουργηθεί από την χαλαρή νομοθεσία και τα χαμηλά επιτόκια.
Κάτω από την επιφάνεια όμως, υπήρχαν πολλά προβλήματα που «κακοφόρμιζαν», όπως η αυξανόμενη ανισότητα, η ανικανοποίητη ανάγκη για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι παγκόσμιες ανισορροπίες αλλά και ένα χρηματοοικονομικό σύστημα που ήταν πιο «συντονισμένο» με τις κερδοσκοπικές κινήσεις παρά με επενδύσεις που θα οδηγούσαν σε δημιουργία θέσεων εργασίας, θα αύξαναν την παραγωγικότητα και θα επανέφεραν τα πλεονάσματα για την μεγιστοποίηση της ανταποδοτικότητας προς την κοινωνία.
Η απάντηση που έδωσαν η νομοθέτες στην κρίση δεν διευθέτησε τα θέματα αυτά, τονίζει ο Stiglitz. Αντιθέτως,υπερτόνισε ορισμένα προβλήματα και δημιούργησε νέα –και μάλιστα όχι μόνο στις ΗΠΑ. Το αποτέλεσμα ήταν να αυξηθούν τα χρέη σε πολλές χώρες, καθώς η κατάρρευση των ΑΕΠ τους υπονόμευε τα κρατικά έσοδα. Επιπλέον, οι υποεπενδύσεις τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα έχουν δημιουργήσει μια γενιά νέων ανθρώπων που περνούν χρόνια στην αδράνεια και αποξενώνονται όλο και περισσότερο, σε ένα σημείο της ζωής του που θα έπρεπε να βελτιώνουν τις δεξιότητές τους και να αυξάνουν την παραγωγικότητά τους.
Και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού, το ΑΕΠ είναι πιθανό να αυξηθεί σημαντικά ταχύτερα φέτος σε σχέση με το 2013. Όμως, πριν ανοίξουν την σαμπάνια και κάνουν πρόποση στην υγειά τους, οι ηγέτες που ενστερνίστηκαν τις πολιτικές λιτότητας θα πρέπει να δουν που βρισκόμαστε και να εξετάσουν την σχεδόν ανεπανόρθωτη ζημιά που έχουν προκαλέσει αυτές οι πολιτικές.
Όπως τονίζει ο Stiglitz, κάθε ύφεση κάποια στιγμή τελειώνει. Το σημάδι μιας καλής πολιτικής είναι ότι καταφέρνει να κάνει αυτήν την ύφεση ρηχότερη και βραχύτερη απ' όσο θα μπορούσε να ήταν. Το σημάδι των πολιτικών λιτότητας που έχουν ενστερνιστεί πολλές κυβερνήσεις είναι ότι έκαναν την ύφεση πολύ βαθύτερη και πιο μακροχρόνια απ' όσο ήταν απαραίτητο, με συνέπειες που θα είναι αισθητές για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ (προσαρμοσμένο στον πληθωρισμό) είναι χαμηλότερο στο μεγαλύτερο μέρος του Βόρειου Ατλαντικού απ' ότι ήταν το 2007 –στην Ελλάδα για παράδειγμα η συρρίκνωση της οικονομίας εκτιμάται στο 23%, ενώ στη Γερμανία, την ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης, το ΑΕΠ εμφάνισε έναν μέσο όρο ανάπτυξης 0,7% τα τελευταία έξι χρόνια. Η αμερικανική οικονομία παραμένει περίπου 15% μικρότερη απ' όσο θα ήταν εάν συνεχίζονταν η ανάπτυξη έστω και με τον περιορισμένο ρυθμό που εμφάνιζε προ κρίσης.
Όμως, ακόμα και αυτά τα νούμερα δεν λένε όλη την αλήθεια για το πόσο άσχημη είναι η κατάσταση, διότι το ΑΕΠ δεν αποτελεί καλό μέτρο επιτυχίας. Πολύ πιο σχετικό είναι το τι συμβαίνει στα εισοδήματα των νοικοκυριών. Το μέσο πραγματικό εισόδημα των αμερικανικών νοικοκυριών είναι χαμηλότερο από αυτό του 1989, ενώ το μέσο εισόδημα για έναν άνδρα εργαζόμενο πλήρους απασχόλησης είναι χαμηλότερο απ' ότι ήταν πριν από 40 χρόνια.
Ορισμένοι υποστηρίζουν πως πρέπει να προσαρμοστούμε σε μια νέα πραγματικότητα, στην οποία η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της παραγωγικότητας θα είναι σημαντικά χαμηλότερη από αυτήν που ήταν τα τελευταία 100 χρόνια. Δεδομένου του... ιστορικού των οικονομολόγων – όπως δείχνει και η πορεία μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης- ακόμα και για τις προβλέψεις με βάθος τριετίας, κανένας δεν θα πρέπει να έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στην «κρυστάλλινη σφαίρα» που κάνει προβλέψεις σε βάθος δεκαετιών. Όμως, αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι πως αν δεν αλλάξουν οι κυβερνητικές πολιτικές, τότε θα έχουμε μπροστά μας μια μακρά περίοδο απογοήτευσης.
Οι αγορές δεν αυτό-διορθώνονται. Τα υποβόσκοντα θεμελιώδη προβλήματα που προαναφέρθηκαν θα μπορούσαν να γίνουν ακόμα χειρότερα –και πολλά από αυτά ήδη είναι χειρότερα. Η ανισότητα οδηγεί σε ισχνή ζήτηση, η διεύρυνση της ανισότητας αποδυναμώνει τη ζήτηση ακόμα περισσότερο, και στις περισσότερες χώρες (συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ), η κρίση έχει επιδεινώσει την ανισότητα.
Τα εμπορικά πλεονάσματα της Βόρειας Ευρώπης έχουν αυξηθεί, ενώ της Κίνας έχουν περιοριστεί. Και το σημαντικότερο, οι αγορές δεν ήταν ποτέ καλές στο να πετύχουν από μόνες τους γρήγορα διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Παράδειγμα, η μετάβαση από την γεωργία στην μεταποίηση –η οποία συνοδεύτηκε από σημαντικό κοινωνικό εκτοπισμό και από την Μεγάλη Ύφεση.
Η σημερινή κατάσταση δεν διαφέρει, όμως θα μπορούσε να είναι και χειρότερη: οι τομείς που θα έπρεπε να αναπτύσσονται, αντανακλώντας τις ανάγκες και τις επιθυμίες των πολιτών, είναι οι τομείς υπηρεσιών όπως η Παιδεία και η Υγεία, που παραδοσιακά χρηματοδοτούταν με δημόσιο χρήμα. Αντί όμως οι κυβερνήσεις να διευκολύνουν την μετάβαση, η λιτότητα βάζει εμπόδια.
Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε σήμερα δεν είναι αποτέλεσμα των αμείλικτων νόμων της οικονομίας στους οποίους θα πρέπει απλώς να προσαρμοστούμε, ούτε το τίμημα που πρέπει να πληρώσουμε για αμαρτίες του παρελθόντος –αν και οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που επικρατούσαν τις τελευταίες τρεις δεκαετίες είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό υπεύθυνες για την σημερινή κατάσταση. Αντιθέτως, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε τώρα είναιαποτέλεσμα προβληματικών πολιτικών, τονίζει ο Stiglitz, υπογραμμίζοντας πως υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις, αλλά δεν θα τις δώσουν οι αυτοϊκανοποιημένες και αδιάφορες ελίτ.
Σχόλια
Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.