Κίνα και Βραζιλία αποδυναμώνουν τα νομίσματά τους ώστε να αντισταθμίσουν τις απώλειες στις εξαγωγές τους
Επανήλθε μέσα στην εβδομάδα το κλίμα του συναλλαγματικού πολέμου, που έκανε την εμφάνισή του μεσούσης της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Δύο από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, που βλέπουν τις εξαγωγές τους να έχουν πληγεί από τη μειωμένη εξωτερική ζήτηση, η Κίνα και η Βραζιλία, αποδυναμώνουν εκ νέου τα νομίσματά τους σε μια προσπάθεια να διασφαλίσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις διεθνείς αγορές.
Το νέο αυτό κύμα ανταγωνιστικών υποτιμήσεων άρχισε την πρώτη ημέρα της εβδομάδας με υποχώρηση του γουάν έναντι του δολαρίου, η οποία, όμως, συνέπεσε -προφανώς όχι τυχαία- με την είδηση ότι εκτινάχθηκε το μηνιαίο εμπορικό έλλειμμα της Κίνας στο υψηλότερο επίπεδο από το 1998. Οι προθέσεις των κινεζικών αρχών διεφάνησαν άμεσα όταν ο αναπληρωτής διοικητής της Τράπεζας της Κίνας, Γι Γκανγκ, χαρακτήρισε την εκτίναξη του εμπορικού ελλείμματος «θετική ένδειξη πως η ισοτιμία του γουάν πλησιάζει προς ένα ισορροπημένο επίπεδο».
Ακολούθησαν δηλώσεις του διοικητή της Τράπεζας της Κίνας, Τζου Ξιαοτσουάν, ο οποίος άφησε να εννοηθεί πως το Πεκίνο θα επιτρέψει τη διακύμανση της ισοτιμίας του γουάν, τονίζοντας ότι «θα πρέπει να αφήσουμε την προσφορά και τη ζήτηση να διαδραματίσουν σημαντικότερο ρόλο στην ισοτιμία». Την ίδια θέση επανέλαβε μία ημέρα αργότερα ο απερχόμενος πρωθυπουργός της Κίνας, Γουέν Τζιαμπάο, που σε τρίωρη συνέντευξή του υπογράμμισε την επιτακτική ανάγκη για μεταρρυθμίσεις στην Κίνα, συμπεριλαμβανομένης εκείνης που αφορά την ισοτιμία του νομίσματος.
Ο κ. Γουέν έθιξε το ακανθώδες θέμα, που προκαλεί τριβές ανάμεσα στο Πεκίνο και στους εμπορικούς του εταίρους, υποσχόμενος πως η κινεζική ηγεσία θα επισπεύσει τη μεταρρύθμιση του συστήματος ρύθμισης της συναλλαγματικής ισοτιμίας, ώστε να επιτραπεί η «εκατέρωθεν διακύμανση του γουάν», προς τα πάνω και προς τα κάτω δηλαδή.
Μετά από πολλά χρόνια που διατηρούσε το νόμισμά της συνδεδεμένο σε σταθερή ισοτιμία με το δολάριο, η Κίνα αποφάσισε τον Ιούλιο του 2005 να επιτρέψει μια περιορισμένη διακύμανσή του. Εκτοτε το γουάν έχει ανατιμηθεί κατά περίπου 30% έναντι του δολαρίου και τα τελευταία δύο χρόνια κατά σχεδόν 8%. Οι εμπορικοί εταίροι της Κίνας, όμως, με προεξάρχουσες τις ΗΠΑ, κατηγορούν το Πεκίνο πως χειραγωγεί την ισοτιμία του διατηρώντας τη σε χαμηλά επίπεδα, προκειμένου να διασφαλίζει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις φθηνές εξαγωγές της.
Η Βραζιλία
Σε ό,τι αφορά τη Βραζιλία, αποφάσισε στην αρχή της εβδομάδας να επεκτείνει το εύρος των ξένων δανείων στα οποία επιβάλλει φορολογία, σε μια προσπάθεια να αναχαιτίσει την εισβολή κερδοσκοπικών κεφαλαίων στη χώρα. Ο εν λόγω ειδικός φόρος του 6% είχε αρχικά επιβληθεί σε κεφάλαια που τοποθετούνται σε διετή ομόλογα και στις αρχές Μαρτίου η κυβέρνηση αποφάσισε να τον επεκτείνει και στα τριετή. Στις αρχές της εβδομάδας, όμως, προχώρησε σε περαιτέρω επέκταση του μέτρου, που θα καλύπτει πλέον όποιο χρέος ωριμάζει έως και σε πέντε χρόνια. Στόχος της είναι να αναχαιτίσει την ανεξέλεγκτη ανατίμηση του ρεάλ έναντι του δολαρίου, την οποία προκαλούν τα κερδοσκοπικά κεφάλαια.
Εως τώρα οι οικονομικοί αναλυτές εκτιμούσαν πως η σχετική φορολογία δεν ήταν αποτελεσματική, καθώς η μερίδα των ξένων δανείων που ωρίμαζε σε χρονικό διάστημα δύο ή τριών ετών ήταν μικρή. Με την επέκταση του μέτρου καλύπτεται πολύ μεγαλύτερο τμήμα της αγοράς.
Οι Αρχές της Βραζιλίας έχουν εκφράσει φόβους ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τον ρόλο των δανείων που έρχονται από εταιρείες του εξωτερικού και καταλήγουν σε θυγατρικές τους στη Βραζιλία. Οπως επισημαίνουν, οι θυγατρικές ενδέχεται να λειτουργούν ως οχήματα που διευκολύνουν την κερδοσκοπία στην αγορά ομολόγων της χώρας, παρακάμπτοντας τους ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων. Ενδεικτική της ανησυχίας που επικρατεί στην κυβέρνηση ήταν η πρόσφατη δήλωση της προέδρου της Βραζιλίας, Ντίλμα Ρουσέφ, που μίλησε για ένα «τσουνάμι» φθηνού χρήματος από τις πλούσιες χώρες. Και αυτό γιατί οι αποδόσεις των ομολόγων της Βραζιλίας είναι από τις υψηλότερες στον κόσμο. Βέβαια, η πρώτη αντίδραση των αγορών στην είδηση ήταν υποτίμηση του ρεάλ περισσότερο από 1% έναντι του δολαρίου.
Διένεξη για την εξαγωγή 17 μετάλλων
Στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) τέθηκε εκ νέου μέσα στην εβδομάδα η διένεξη ανάμεσα στην Κίνα και στους εμπορικούς της εταίρους, με αντικείμενο τους περιορισμούς που έχει επιβάλει ο ασιατικός οικονομικός γίγαντας στις εξαγωγές σπάνιων γαιών. Την επανέφεραν οι ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ενωση και η Ιαπωνία υποβάλλοντας από κοινού καταγγελία, επισημαίνοντας πως οι περιορισμοί στις εξαγωγές των επίμαχων 17 μετάλλων προκαλούν στρεβλώσεις στο διεθνές εμπόριο, καθώς ευνοούν τις κινεζικές βιομηχανίες. Εκ μέρους των ΗΠΑ την καταγγελία υπέβαλε ο εκπρόσωπος Εμπορίου, Ρον Κιρκ, ο οποίος υποστήριξε πως η πολιτική αυτή της Κίνας προκαλεί εκτεταμένες στρεβλώσεις στο διεθνές εμπόριο και «επιζήμιες ελλείψεις στην αλυσίδα της προσφοράς στην παγκόσμια αγορά». Εκ μέρους της Ε.Ε., ο επίτροπος Εμπορίου, Κάρελ ντε Γκουχτ, ζήτησε την ανάκληση των περιορισμών και επικαλέσθηκε παλαιότερη απόφαση του ΠΟΕ, την οποία αγνοεί συστηματικά η Κίνα. Οι σπάνιες γαίες -μέταλλα αναγκαία για την κατασκευή ειδών υψηλής τεχνολογίας- στην πραγματικότητα ουδόλως σπάνιες είναι, αλλά απλώς είναι εξαιρετικά δύσκολη και επιζήμια για το περιβάλλον η εξόρυξή τους. Γι' αυτό και παράγονται σχεδόν κατά αποκλειστικότητα στην Κίνα, που αντιπροσωπεύει το 97% της παγκόσμιας παραγωγής σπάνιων γαιών.
Σχόλια
Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.