Το άρθρο της Financial Times περί της Ελλάδας ως πρώτης αποικίας της Ευρώπης επισπεύδει ένα σχολιασμό επί της εξωτερικής παρέμβασης σε έθνη, το οποίο αρχικά είχε σχεδιαστεί να συγκρίνει τις διαφορετικές περιπτώσεις της Ελλάδας, της Λιβύης και της Συρίας και να διακρίνει κατά περίπτωση τη νομιμοποίηση της παρέμβασης τρίτων σε εθνικά ζητήματα. Επιφυλάσσομαι. Ακόμα ένας λόγος είναι οι δηλώσεις του, ελληνικής καταγωγής, Γερμανού Ευρωβουλευτή, κ. Χατζημαρκάκη.
Δρ. Στέργιος Β. Παρδάλης
Ανθρωπολόγος – Κοινωνική Πολιτική
Honorary Research Fellow of Durham University
Όπως ο τελευταίος υποστήριξε σε ραδιοφωνικό σταθμό της Κρήτης, η Ελλάδα θα καταρρεύσει οικονομικά τον Ιούλιο όταν πια οι δανειστές μας θα είναι σίγουροι πως μια τέτοια εξέλιξη δε θα συμπαρασύρει άλλες μεγαλύτερες ευρωπαϊκές οικονομίες. Ας θεωρήσουμε για την ώρα τα στοιχεία για τη Λιβύη και τη Συρία ως ανεπαρκή και ας προβούμε μόνο σε μερικά ερωτήματα σχετικά με την παρέμβαση τρίτων στο ελληνικό κράτος.
Επίκαιρα ίσως τα ερωτήματα αυτά μετά την παρέμβαση του Προέδρου της Δημοκρατίας ο οποίος διερωτήθηκε δημόσια περί του «ποιός είναι» ο τάδε και ο δείνα «που λοιδορεί τη χώρα μου». Ο κ. Παπούλιας, εξέφρασε μεν το κοινό αίσθημα, έθιξε δε το μεγάλο ζήτημα του επαναπροσδιορισμού της χώρας μας, ως γενέτειρα της Ευρώπης και ως σύγχρονου κέντρου αυτής. Τίθεται, λοιπόν, ένα πρώτο ερώτημα για το λόγο που η Ελλάδα «επιλέχθηκε» να αποτελεί τη βάση της ευρωπαϊκής ταυτότητας. Αν η απάντηση βρίσκεται στο ότι η Ελλάδα υπήρξε ανέκαθεν ένα γεωγραφικό, πολιτικό και πολιτισμικό όριο μεταξύ Ανατολής και Δύσης, τότε όντως η Ελλάδα μπορεί να επεκταθεί ως σύμβολο ώστε να παίξει το ρόλο της βάσης της ευρωπαϊκής ταυτότητας.
Δε θα μπορούσε ωστόσο, με την παραπάνω λογική, η Ελλάδα να αντιμετωπίζεται με τρόπους παρόμοιους με εκείνους που αντιμετωπίζονται χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, δη στην περίπτωση που δεχόμαστε πως η Δημοκρατία ξεκίνησε εδώ. Δύσκολα κάποιος θα κατανοήσει ποιά λογική θα μπορούσε να χωρέσει στον ίδιο ειρμό την επιβολή εξωτερικής παρέμβασης με τη διασφάλιση της αυτοδιαχείρισης, που αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξη Δημοκρατίας. Όπως επίσης, το πως ένα ισότιμο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να μην απολαμβάνει, τουλάχιστον, την πολυτέλεια της διατήρησης των προσχημάτων, ενώ ο λαός του δοκιμάζεται όσο κανένας άλλος Ευρωπαϊκός λαός. Πόσο μάλλον, όταν οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι αντιλαμβάνονται τις θυσίες του Ελληνικού λαού και σπεύδουν αυξητικά να εκφράσουν τη συμπαράστασή τους σε αυτόν.
Αν θεωρήσουμε ότι η Ελλάδα κατείχε αυτό το τεράστιο συμβολικό κεφάλαιο, ως το λίκνο του Δυτικού πολιτισμού, διερωτάται κανείς γιατί δεν εξαργυρώθηκε σε μια σειρά εθνικής σημασίας ζητημάτων, ακόμα και εντός της Ε.Ε., και πως η χώρα κατέστη τελικά απειλή για την παγκόσμια οικονομία.
Η Ελλάδα ήρθε αντιμέτωπη με μια σειρά εθνικών ζητημάτων, όπως μειονότητες, μετανάστες, σχέσεις γειτνίασης προς Βορρά και Ανατολή, το αέναο ζήτημα της Κύπρου και της ευρωπαϊκής της πορείας, τη χάραξη ΑΟΖ κ.α. Ενώ σε όλα αυτά τα ζητήματα χρειάστηκε τη σύμπραξη των Ευρωπαίων εταίρων μας, παράλληλα η χώρα μας έπρεπε να μεταρρυθμίσει, σύμφωνα με τις Ευρωπαϊκές επιταγές, μια σειρά άλλων εξίσου σημαντικών ζητημάτων. Αυτά ήταν συνοπτικά τα θέματα παραγωγής και διακίνησης προϊόντων, δομικών/διαρθρωτικών αλλαγών στο πολιτικό/διοικητικό επίπεδο, εναρμόνισης των οικονομικών της στοιχείων με εκείνα των Ευρωπαίων εταίρων μας. Σεβαστές οι προσπάθειες εναρμόνισης, αλλά το αν ισχυροποίησαν ή αποδυνάμωσαν συνολικά την Ελλάδα μεταφράζεται στην εξέλιξη των προηγούμενων ζητημάτων.
Στον αντίποδα της παραπάνω υπόθεσης, έστω ότι η Ελλάδα δεν σηκώνει πια το βάρος της κληρονομιάς της. Αν η Ελλάδα υιοθέτησε πολιτικές, αποδέχτηκε, με την υιοθέτησή τους, τη νομιμότητα και ισχύ κάποιου νομοθέτη ο οποίος μπορεί να αποφασίζει για το σύνολο της Ευρωζώνης;
Ανεξάρτητα της αποτελεσματικότητας των πολιτικών που εφαρμόστηκαν, τίθεται τότε το ζήτημα της πορείας που λαμβάνει η διαδικασία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Γιατί, ναι μεν η απαρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης βασίστηκε σε ένα αμιγώς πολιτικό σχεδιασμό, παρ’ όλα αυτά η υλοποίησή της στηρίχτηκε στην απάντηση της ανάγκης των Ευρωπαίων πολιτών για ισχύ εν τη ενώσει. Αν η προοπτική της Ε.Ε. δεν υποδαυλιζόταν από εθνικά και οικονομικά συμφέροντα δεν θα υπήρχε λόγος να ξεσηκωθεί η πραγματική βάση του όλου οικοδομήματος, ένας συνεχώς αυξανόμενος αριθμός Ευρωπαίων πολιτών που φοβούνται ότι θα υποστούν τα ίδια με τους Έλληνες σύντομα και επιτακτικά.
Κατά τη διαδικασία ολοκλήρωσης, ο σεβασμός και μόνο των ιδιαιτεροτήτων των κρατών/μελών της Ε.Ε. θα διέλυε κάθε υποψία «αποικιοποίησης» αυτόματα και από τα πρώιμα στάδια, ως σενάριο συνομωσίας. Σε αυτό, θα σύμβαλε θετικά αν τα ισχυρά κράτη της Ευρώπης δεν διεκδικούσαν το σύνολο των θετικών χαρακτηριστικών, σε αντιδιαστολή με τους «μιαρούς», και υποδείκνυαν έτσι εμμέσως την ιδεατή εξέλιξη των ανίσχυρων. Μα αυτή η οπτική δεν περιορίζεται στο οικονομικό επίπεδο, αλλά μέσω των δηλώσεων των αξιωματούχων, δημοσιοποιούνται κρίσεις, επικρίσεις και χαρακτηρισμοί για ολόκληρους λαούς, αδερφών κρατών, που περνούν και στο πολιτισμικό επίπεδο. Μέσα από μια τέτοια διαδικασία, για τι είδους λογική και ευταξία μπορεί ο ισχυρός να υπερηφανεύεται ώστε να μην του προσκολληθεί «νομοτελειακά» ο ρόλος της επιτήρησης της δημοκρατίας σε όλο το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα;
Σε αυτό το κλίμα αναδύεται το ερώτημα αν η Ελλάδα θα μπορούσε να επαναθέσει το εγχείρημα της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης σε άλλη βάση και μέσω αυτού να επαναπροσδιορίσει δυναμικά το ρόλο της σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Ελλάδα μπορεί να συσπειρώσει υπό τη σκέπη της τις όποιες αγωνίες των Ευρωπαίων πολιτών και να διεκδικήσει έτσι, με αυξημένη ισχύ, όχι το παραδοσιακό συμβολικό της κεφάλαιο, που κανείς δε μπορεί να της αφαιρέσει, αλλά εκείνο μιας χώρας που διαθέτει ένα ανθρωποκεντρικό όραμα για μια δημοκρατική Ευρώπη και δουλεύει σκληρά προς την υλοποίησή του.
Ίσως έτσι εξέλειπαν τα όποια παράλογα σενάρια και πειραματισμοί, οι όποιοι εύκολοι χαρακτηρισμοί, οι άνθρωποι εκείνοι που λοιδορούν χώρες, και κατά συνέπεια οι φόβοι των πολιτών και η αστάθεια των αγορών. Εξάλλου, μόνη η διαστρέβλωση του συμβολικού κεφαλαίου της Ελλάδας ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες άλλων οδηγεί όλο και περισσότερους Ευρωπαίους στο να συμπράξουν στην αποκατάστασή του. Εμείς να αναδείξουμε την τροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως πρόβλημα σημαντικότερο του αγαπημένου του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε,… Sudoku.
Δρ. Στέργιος Β. Παρδάλης
Ανθρωπολόγος – Κοινωνική Πολιτική
Honorary Research Fellow of Durham University
Όπως ο τελευταίος υποστήριξε σε ραδιοφωνικό σταθμό της Κρήτης, η Ελλάδα θα καταρρεύσει οικονομικά τον Ιούλιο όταν πια οι δανειστές μας θα είναι σίγουροι πως μια τέτοια εξέλιξη δε θα συμπαρασύρει άλλες μεγαλύτερες ευρωπαϊκές οικονομίες. Ας θεωρήσουμε για την ώρα τα στοιχεία για τη Λιβύη και τη Συρία ως ανεπαρκή και ας προβούμε μόνο σε μερικά ερωτήματα σχετικά με την παρέμβαση τρίτων στο ελληνικό κράτος.
Επίκαιρα ίσως τα ερωτήματα αυτά μετά την παρέμβαση του Προέδρου της Δημοκρατίας ο οποίος διερωτήθηκε δημόσια περί του «ποιός είναι» ο τάδε και ο δείνα «που λοιδορεί τη χώρα μου». Ο κ. Παπούλιας, εξέφρασε μεν το κοινό αίσθημα, έθιξε δε το μεγάλο ζήτημα του επαναπροσδιορισμού της χώρας μας, ως γενέτειρα της Ευρώπης και ως σύγχρονου κέντρου αυτής. Τίθεται, λοιπόν, ένα πρώτο ερώτημα για το λόγο που η Ελλάδα «επιλέχθηκε» να αποτελεί τη βάση της ευρωπαϊκής ταυτότητας. Αν η απάντηση βρίσκεται στο ότι η Ελλάδα υπήρξε ανέκαθεν ένα γεωγραφικό, πολιτικό και πολιτισμικό όριο μεταξύ Ανατολής και Δύσης, τότε όντως η Ελλάδα μπορεί να επεκταθεί ως σύμβολο ώστε να παίξει το ρόλο της βάσης της ευρωπαϊκής ταυτότητας.
Δε θα μπορούσε ωστόσο, με την παραπάνω λογική, η Ελλάδα να αντιμετωπίζεται με τρόπους παρόμοιους με εκείνους που αντιμετωπίζονται χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, δη στην περίπτωση που δεχόμαστε πως η Δημοκρατία ξεκίνησε εδώ. Δύσκολα κάποιος θα κατανοήσει ποιά λογική θα μπορούσε να χωρέσει στον ίδιο ειρμό την επιβολή εξωτερικής παρέμβασης με τη διασφάλιση της αυτοδιαχείρισης, που αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξη Δημοκρατίας. Όπως επίσης, το πως ένα ισότιμο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να μην απολαμβάνει, τουλάχιστον, την πολυτέλεια της διατήρησης των προσχημάτων, ενώ ο λαός του δοκιμάζεται όσο κανένας άλλος Ευρωπαϊκός λαός. Πόσο μάλλον, όταν οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι αντιλαμβάνονται τις θυσίες του Ελληνικού λαού και σπεύδουν αυξητικά να εκφράσουν τη συμπαράστασή τους σε αυτόν.
Αν θεωρήσουμε ότι η Ελλάδα κατείχε αυτό το τεράστιο συμβολικό κεφάλαιο, ως το λίκνο του Δυτικού πολιτισμού, διερωτάται κανείς γιατί δεν εξαργυρώθηκε σε μια σειρά εθνικής σημασίας ζητημάτων, ακόμα και εντός της Ε.Ε., και πως η χώρα κατέστη τελικά απειλή για την παγκόσμια οικονομία.
Η Ελλάδα ήρθε αντιμέτωπη με μια σειρά εθνικών ζητημάτων, όπως μειονότητες, μετανάστες, σχέσεις γειτνίασης προς Βορρά και Ανατολή, το αέναο ζήτημα της Κύπρου και της ευρωπαϊκής της πορείας, τη χάραξη ΑΟΖ κ.α. Ενώ σε όλα αυτά τα ζητήματα χρειάστηκε τη σύμπραξη των Ευρωπαίων εταίρων μας, παράλληλα η χώρα μας έπρεπε να μεταρρυθμίσει, σύμφωνα με τις Ευρωπαϊκές επιταγές, μια σειρά άλλων εξίσου σημαντικών ζητημάτων. Αυτά ήταν συνοπτικά τα θέματα παραγωγής και διακίνησης προϊόντων, δομικών/διαρθρωτικών αλλαγών στο πολιτικό/διοικητικό επίπεδο, εναρμόνισης των οικονομικών της στοιχείων με εκείνα των Ευρωπαίων εταίρων μας. Σεβαστές οι προσπάθειες εναρμόνισης, αλλά το αν ισχυροποίησαν ή αποδυνάμωσαν συνολικά την Ελλάδα μεταφράζεται στην εξέλιξη των προηγούμενων ζητημάτων.
Στον αντίποδα της παραπάνω υπόθεσης, έστω ότι η Ελλάδα δεν σηκώνει πια το βάρος της κληρονομιάς της. Αν η Ελλάδα υιοθέτησε πολιτικές, αποδέχτηκε, με την υιοθέτησή τους, τη νομιμότητα και ισχύ κάποιου νομοθέτη ο οποίος μπορεί να αποφασίζει για το σύνολο της Ευρωζώνης;
Ανεξάρτητα της αποτελεσματικότητας των πολιτικών που εφαρμόστηκαν, τίθεται τότε το ζήτημα της πορείας που λαμβάνει η διαδικασία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Γιατί, ναι μεν η απαρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης βασίστηκε σε ένα αμιγώς πολιτικό σχεδιασμό, παρ’ όλα αυτά η υλοποίησή της στηρίχτηκε στην απάντηση της ανάγκης των Ευρωπαίων πολιτών για ισχύ εν τη ενώσει. Αν η προοπτική της Ε.Ε. δεν υποδαυλιζόταν από εθνικά και οικονομικά συμφέροντα δεν θα υπήρχε λόγος να ξεσηκωθεί η πραγματική βάση του όλου οικοδομήματος, ένας συνεχώς αυξανόμενος αριθμός Ευρωπαίων πολιτών που φοβούνται ότι θα υποστούν τα ίδια με τους Έλληνες σύντομα και επιτακτικά.
Κατά τη διαδικασία ολοκλήρωσης, ο σεβασμός και μόνο των ιδιαιτεροτήτων των κρατών/μελών της Ε.Ε. θα διέλυε κάθε υποψία «αποικιοποίησης» αυτόματα και από τα πρώιμα στάδια, ως σενάριο συνομωσίας. Σε αυτό, θα σύμβαλε θετικά αν τα ισχυρά κράτη της Ευρώπης δεν διεκδικούσαν το σύνολο των θετικών χαρακτηριστικών, σε αντιδιαστολή με τους «μιαρούς», και υποδείκνυαν έτσι εμμέσως την ιδεατή εξέλιξη των ανίσχυρων. Μα αυτή η οπτική δεν περιορίζεται στο οικονομικό επίπεδο, αλλά μέσω των δηλώσεων των αξιωματούχων, δημοσιοποιούνται κρίσεις, επικρίσεις και χαρακτηρισμοί για ολόκληρους λαούς, αδερφών κρατών, που περνούν και στο πολιτισμικό επίπεδο. Μέσα από μια τέτοια διαδικασία, για τι είδους λογική και ευταξία μπορεί ο ισχυρός να υπερηφανεύεται ώστε να μην του προσκολληθεί «νομοτελειακά» ο ρόλος της επιτήρησης της δημοκρατίας σε όλο το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα;
Σε αυτό το κλίμα αναδύεται το ερώτημα αν η Ελλάδα θα μπορούσε να επαναθέσει το εγχείρημα της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης σε άλλη βάση και μέσω αυτού να επαναπροσδιορίσει δυναμικά το ρόλο της σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Ελλάδα μπορεί να συσπειρώσει υπό τη σκέπη της τις όποιες αγωνίες των Ευρωπαίων πολιτών και να διεκδικήσει έτσι, με αυξημένη ισχύ, όχι το παραδοσιακό συμβολικό της κεφάλαιο, που κανείς δε μπορεί να της αφαιρέσει, αλλά εκείνο μιας χώρας που διαθέτει ένα ανθρωποκεντρικό όραμα για μια δημοκρατική Ευρώπη και δουλεύει σκληρά προς την υλοποίησή του.
Ίσως έτσι εξέλειπαν τα όποια παράλογα σενάρια και πειραματισμοί, οι όποιοι εύκολοι χαρακτηρισμοί, οι άνθρωποι εκείνοι που λοιδορούν χώρες, και κατά συνέπεια οι φόβοι των πολιτών και η αστάθεια των αγορών. Εξάλλου, μόνη η διαστρέβλωση του συμβολικού κεφαλαίου της Ελλάδας ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες άλλων οδηγεί όλο και περισσότερους Ευρωπαίους στο να συμπράξουν στην αποκατάστασή του. Εμείς να αναδείξουμε την τροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως πρόβλημα σημαντικότερο του αγαπημένου του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε,… Sudoku.
Σχόλια
Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.