Του Ευστάθιου Παλαιολόγου
«Άμες δε γ΄εσόμεθα πολλώ κάρονες». Το είδα σε μια επίσκεψη μου στη Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών να είναι γραμμένο σε μία πινακίδα. Μακάρι να πρόσεχα περισσότερο την κυρία Μαρία στο μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών. Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα... Ξεπέρασα την ντροπή της άγνοιας μου και ρώτησα ένα από τους Μαθητές της Σχολής να μου εξηγήσει το νόημα. «Εμείς θα γίνουμε πολύ καλύτεροι σας» μου είπε.
Ψάχνοντας το περισσότερο έμαθα ότι προέρχεται από την αρχαία Σπάρτη. Απ’ ότι κατάλαβα ήταν κάτι σαν υπόσχεση των νεότερων προς τους παλιότερους, ότι τα δικά τους κατορθώματα θα επισκίαζαν τα παλαιότερα. Θυμήθηκα αμέσως το άλλο, στον όρκο των Αθηναίων εφήβων, «την πατρίδα ουκ ελάττω παραδώσω, πλείω δε και αρείω όσης αν παραδέξωμαι». Το πρώτο μέρος διατυμπανιζόταν εδώ στην Κύπρο την δεκαετία του ’90, αλλά αυτός που το διατυμπάνιζε, «ξεχνώντας» το δεύτερο μέρος, ορκιζόταν μετά από χρόνια στο Ιερό Ευαγγέλιο όχι μόνο να την παραδώσει απλά μικρότερη αλλά ελάχιστη!
Ας τα αφήσουμε όμως αυτά. Θα επανέλθω στον αρχικό μου συλλογισμό. Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι έπαιρνα όρκο ότι θα γίνουν καλύτεροι των προκατόχων τους και θα παραδώσουν καλύτερη και την πατρίδα τους. Σε μια εποχή που οι όρκοι σήμαιναν κάτι! Γιατί και σήμερα πολλοί παίρνουν όρκους αλλά τους πατούν στην πρώτη ευκαιρία.
Πως και τα θυμήθηκα όλα αυτά; Λόγω των ημερών. Οι δύο επετείοι, 25η Μαρτίου και 1η Απριλίου, κάθε χρόνο μου φέρνουν ένα κόμπο στο λαιμό, ένα βάρος στο στήθος. Κάποιοι θα μου πούν ότι θα έπρεπε να νιώθω υπερηφάνεια. Δεν μπορώ όμως. Νιώθω πολύ μικρός και ασήμαντος για να νιώσω υπερήφανος. Προσπαθώ να φέρω τον εαυτό μου στην θέση των αγωνιστών του 1821 και του 1955. Σκέφτομαι τι θα έκανα εγώ, πως θα αντιδρούσα. Με πιάνουν τα κλάματα γιατί απλά επιβεβαιώνω την ανεπάρκεια μου.
Καραϊσκάκης, Ανδρούτσος, Κολωκοτρώνης, Μιαούλης, Διάκος, Μπουμπουλίνα, Κανάρης, και τόσοι άλλοι, και πιο πρόσφατα οι όμαιμοι, και ομόγλωσσοι και ομόθρησκοι τους Αυξεντίου, και Μάτσης, και Παλλικαρίδης, και Δράκος, και Πίττας και τόσοι άλλοι!
Ίσως η πιο καλή μέθοδος για να ξεκινήσουμε να αντιλαμβανόμαστε το μεγαλείο τους είναι να κατανοήσουμε ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν κάτι το εξωπραγματικό και το απόκοσμο, αλλά απλοί και συνηθισμένοι άνθρωποι, με προσωπικά πάθη, με έρωτες, με φιλοδοξίες, με οικογένειες με χίλιους λόγους να θέλουν να ζήσουν. Που όμως όταν τους χρειάστηκε η Πατρίδα και το Έθνος, τα έβαλαν όλα στην άκρη, ακόμα και αυτή την ίδια την βιολογική τους επιβίωση. Το είπε καλύτερα ο Στήβεν Πρέσφιλντ, ο συγγραφέας του «Οι πύλες της φωτιάς». Ότι ο καλύτερος τρόπος να εκτιμήσουμε το εύρος της θυσίας των 300 είναι να καταλάβουμε ότι 300 συνηθισμένοι άνθρωποι κίνησαν προς τον βέβαιο θάνατο τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι, όχι γιατί είχαν αυτοκτονικές τάσεις, αλλά γιατί το χρέος προς την Πατρίδα και τους απογόνους τους υπερίσχυε στην κρίση τους της αγάπης τους για τη δική τους ζωή.
Είμαι εγώ άξιος να συγκριθώ μαζί τους; Ούτε στα πιο τρελλά μου όνειρα. Το μέγεθος της δειλίας μου και η ιδιοτέλεια μου δεν μου το επιτρέπουν. Η γενεά μου καθόλου καλύτερη δεν είναι από την προηγούμενη. Και το τραγικό είναι ότι η προηγούμενη ήταν ήδη αρκούντως καταστρεπτική για τον τόπο. Τρομάζω στην ιδέα ότι είμαι ανάξιος να παραδώσω στα παιδιά μου μια καλύτερη Πατρίδα, ένα καλύτερο μέλλον. Τρομάζω στην σκέψη ότι το ηρωϊκό αίμα των αγωνιστών του ’21 και του ’55 πήγε άδικα χαμένο. Τρομάζω όταν διαπιστώνω ότι σε ελάχιστο χρόνο καταστρέψαμε ότι χιλιετίες θυσιών έκτισαν.
Αντιλαμβάνομαι φυσικά ότι πάντα υπήρχαν περιόδοι εθνικής απαξίωσης και «καταποντισμού», ακόμα και οι περιόδοι των αγώνων μαστίζονταν από τα εγγενή ελληνικά πάθη, της διχόνοιας, της ζηλοφθονίας και της προδοσίας.Ίσως από αυτό μόνο να αντλώ μια ελάχιστη ελπίδα. Ότι και στο παρελθόν ο Ελληνισμός έφτασε ένα βήμα από τον αφανισμό αλλά σαν άλλος Φοίνικας αναγεννήθηκε από τις στάχτες του. Όμως η σημερινή κατάπτωση μου φαίνεται ότι θα είναι η τελειωτική. Δεν βλέπω να υπάρχει ελπίδα στον ορίζοντα του Ελληνισμού. Κάποιοι έχουν, έχουμε, συστηματικά καταστρέψει την μαγιά, τις ρίζες.
Εδώ στην εσχατιά του σημερινού Ελληνισμού, με τους εχθρούς, ημεδαπούς και αλλοδαπούς, από χρόνια εντός των πυλών, τα πράγματα σε μένα φαντάζουν ακόμα χειρότερα. Σήμερα εκτοξεύονται ατάκες όπως «δεν υπάρχουν λιγότερο και περισσότερο πατριώτες».
Και όμως.
Το ίδιο πατριώτης είσαι εσύ που το εκστόμισες με τον με τον Αθανάσιο Διάκο μπροστά στο παλλούκι; Είσαι το ίδιο πατριώτης με τον Κανάρη να πλέει με το καϊκι του ανάμεσα στην τουρκική αρμάδα; Με τον λουσμένο στην βενζίνη Αυξεντίου; Με τον Παλλικαρίδη να τραγουδά τον Ύμνο προς την Ελευθερία με την αγχόνη περασμένη στο λαιμό του;
Αν δεν μπορούμε να τους φτάσουμε, το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να μην τους εξευτελίζουμε προσπαθώντας να συγκριθούμε μαζί τους. Ναι, ήταν περισσότερο πατριώτες από εμάς. Πολύ περισσότερο. Ζούμε από τους καρπούς των δικών τους θυσιών. Απολαμβάνουμε την ελευθερία που αυτοί μας δώρισαν με κόστος την δική τους ελευθερία, αρτιμέλια και ζωή. Απομιζούμε τους χυμούς του Δέντρου της Ελευθερίας που το δικό τους αίμα πότισε. Σαν παράσιτα. Σαν παράσιτα που θα σκοτώσουν στο τέλος τον ξενιστή τους.
Ο Θεός έριξε καλό σπόρο στα χώματα του Ελληνισμού. Σπάνια όμως βλάστά. Συνήθως τον πνίγουν τα ζιζάνια. Η δική μου γενιά μόνο ζιζάνια φύτρωσε. Ας ελπίσουμε ότι η γενιά των γιών μου και οι όσες επόμενες θα καλλιεργήσει ξανά τα ηρωικά και αγωνιστικά ιδεώδη του παρελθόντος. Η δική μου απέτυχε. Συγγνώμη!
«Άμες δε γ΄εσόμεθα πολλώ κάρονες». Το είδα σε μια επίσκεψη μου στη Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών να είναι γραμμένο σε μία πινακίδα. Μακάρι να πρόσεχα περισσότερο την κυρία Μαρία στο μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών. Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα... Ξεπέρασα την ντροπή της άγνοιας μου και ρώτησα ένα από τους Μαθητές της Σχολής να μου εξηγήσει το νόημα. «Εμείς θα γίνουμε πολύ καλύτεροι σας» μου είπε.
Ψάχνοντας το περισσότερο έμαθα ότι προέρχεται από την αρχαία Σπάρτη. Απ’ ότι κατάλαβα ήταν κάτι σαν υπόσχεση των νεότερων προς τους παλιότερους, ότι τα δικά τους κατορθώματα θα επισκίαζαν τα παλαιότερα. Θυμήθηκα αμέσως το άλλο, στον όρκο των Αθηναίων εφήβων, «την πατρίδα ουκ ελάττω παραδώσω, πλείω δε και αρείω όσης αν παραδέξωμαι». Το πρώτο μέρος διατυμπανιζόταν εδώ στην Κύπρο την δεκαετία του ’90, αλλά αυτός που το διατυμπάνιζε, «ξεχνώντας» το δεύτερο μέρος, ορκιζόταν μετά από χρόνια στο Ιερό Ευαγγέλιο όχι μόνο να την παραδώσει απλά μικρότερη αλλά ελάχιστη!
Ας τα αφήσουμε όμως αυτά. Θα επανέλθω στον αρχικό μου συλλογισμό. Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι έπαιρνα όρκο ότι θα γίνουν καλύτεροι των προκατόχων τους και θα παραδώσουν καλύτερη και την πατρίδα τους. Σε μια εποχή που οι όρκοι σήμαιναν κάτι! Γιατί και σήμερα πολλοί παίρνουν όρκους αλλά τους πατούν στην πρώτη ευκαιρία.
Πως και τα θυμήθηκα όλα αυτά; Λόγω των ημερών. Οι δύο επετείοι, 25η Μαρτίου και 1η Απριλίου, κάθε χρόνο μου φέρνουν ένα κόμπο στο λαιμό, ένα βάρος στο στήθος. Κάποιοι θα μου πούν ότι θα έπρεπε να νιώθω υπερηφάνεια. Δεν μπορώ όμως. Νιώθω πολύ μικρός και ασήμαντος για να νιώσω υπερήφανος. Προσπαθώ να φέρω τον εαυτό μου στην θέση των αγωνιστών του 1821 και του 1955. Σκέφτομαι τι θα έκανα εγώ, πως θα αντιδρούσα. Με πιάνουν τα κλάματα γιατί απλά επιβεβαιώνω την ανεπάρκεια μου.
Καραϊσκάκης, Ανδρούτσος, Κολωκοτρώνης, Μιαούλης, Διάκος, Μπουμπουλίνα, Κανάρης, και τόσοι άλλοι, και πιο πρόσφατα οι όμαιμοι, και ομόγλωσσοι και ομόθρησκοι τους Αυξεντίου, και Μάτσης, και Παλλικαρίδης, και Δράκος, και Πίττας και τόσοι άλλοι!
Ίσως η πιο καλή μέθοδος για να ξεκινήσουμε να αντιλαμβανόμαστε το μεγαλείο τους είναι να κατανοήσουμε ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν κάτι το εξωπραγματικό και το απόκοσμο, αλλά απλοί και συνηθισμένοι άνθρωποι, με προσωπικά πάθη, με έρωτες, με φιλοδοξίες, με οικογένειες με χίλιους λόγους να θέλουν να ζήσουν. Που όμως όταν τους χρειάστηκε η Πατρίδα και το Έθνος, τα έβαλαν όλα στην άκρη, ακόμα και αυτή την ίδια την βιολογική τους επιβίωση. Το είπε καλύτερα ο Στήβεν Πρέσφιλντ, ο συγγραφέας του «Οι πύλες της φωτιάς». Ότι ο καλύτερος τρόπος να εκτιμήσουμε το εύρος της θυσίας των 300 είναι να καταλάβουμε ότι 300 συνηθισμένοι άνθρωποι κίνησαν προς τον βέβαιο θάνατο τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι, όχι γιατί είχαν αυτοκτονικές τάσεις, αλλά γιατί το χρέος προς την Πατρίδα και τους απογόνους τους υπερίσχυε στην κρίση τους της αγάπης τους για τη δική τους ζωή.
Είμαι εγώ άξιος να συγκριθώ μαζί τους; Ούτε στα πιο τρελλά μου όνειρα. Το μέγεθος της δειλίας μου και η ιδιοτέλεια μου δεν μου το επιτρέπουν. Η γενεά μου καθόλου καλύτερη δεν είναι από την προηγούμενη. Και το τραγικό είναι ότι η προηγούμενη ήταν ήδη αρκούντως καταστρεπτική για τον τόπο. Τρομάζω στην ιδέα ότι είμαι ανάξιος να παραδώσω στα παιδιά μου μια καλύτερη Πατρίδα, ένα καλύτερο μέλλον. Τρομάζω στην σκέψη ότι το ηρωϊκό αίμα των αγωνιστών του ’21 και του ’55 πήγε άδικα χαμένο. Τρομάζω όταν διαπιστώνω ότι σε ελάχιστο χρόνο καταστρέψαμε ότι χιλιετίες θυσιών έκτισαν.
Αντιλαμβάνομαι φυσικά ότι πάντα υπήρχαν περιόδοι εθνικής απαξίωσης και «καταποντισμού», ακόμα και οι περιόδοι των αγώνων μαστίζονταν από τα εγγενή ελληνικά πάθη, της διχόνοιας, της ζηλοφθονίας και της προδοσίας.Ίσως από αυτό μόνο να αντλώ μια ελάχιστη ελπίδα. Ότι και στο παρελθόν ο Ελληνισμός έφτασε ένα βήμα από τον αφανισμό αλλά σαν άλλος Φοίνικας αναγεννήθηκε από τις στάχτες του. Όμως η σημερινή κατάπτωση μου φαίνεται ότι θα είναι η τελειωτική. Δεν βλέπω να υπάρχει ελπίδα στον ορίζοντα του Ελληνισμού. Κάποιοι έχουν, έχουμε, συστηματικά καταστρέψει την μαγιά, τις ρίζες.
Εδώ στην εσχατιά του σημερινού Ελληνισμού, με τους εχθρούς, ημεδαπούς και αλλοδαπούς, από χρόνια εντός των πυλών, τα πράγματα σε μένα φαντάζουν ακόμα χειρότερα. Σήμερα εκτοξεύονται ατάκες όπως «δεν υπάρχουν λιγότερο και περισσότερο πατριώτες».
Και όμως.
Το ίδιο πατριώτης είσαι εσύ που το εκστόμισες με τον με τον Αθανάσιο Διάκο μπροστά στο παλλούκι; Είσαι το ίδιο πατριώτης με τον Κανάρη να πλέει με το καϊκι του ανάμεσα στην τουρκική αρμάδα; Με τον λουσμένο στην βενζίνη Αυξεντίου; Με τον Παλλικαρίδη να τραγουδά τον Ύμνο προς την Ελευθερία με την αγχόνη περασμένη στο λαιμό του;
Αν δεν μπορούμε να τους φτάσουμε, το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να μην τους εξευτελίζουμε προσπαθώντας να συγκριθούμε μαζί τους. Ναι, ήταν περισσότερο πατριώτες από εμάς. Πολύ περισσότερο. Ζούμε από τους καρπούς των δικών τους θυσιών. Απολαμβάνουμε την ελευθερία που αυτοί μας δώρισαν με κόστος την δική τους ελευθερία, αρτιμέλια και ζωή. Απομιζούμε τους χυμούς του Δέντρου της Ελευθερίας που το δικό τους αίμα πότισε. Σαν παράσιτα. Σαν παράσιτα που θα σκοτώσουν στο τέλος τον ξενιστή τους.
Ο Θεός έριξε καλό σπόρο στα χώματα του Ελληνισμού. Σπάνια όμως βλάστά. Συνήθως τον πνίγουν τα ζιζάνια. Η δική μου γενιά μόνο ζιζάνια φύτρωσε. Ας ελπίσουμε ότι η γενιά των γιών μου και οι όσες επόμενες θα καλλιεργήσει ξανά τα ηρωικά και αγωνιστικά ιδεώδη του παρελθόντος. Η δική μου απέτυχε. Συγγνώμη!
Σχόλια
Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.