Select Menu


Σαν την κουφαμάρα της μάνας σου.
Σαν την κυτταρίτιδα της αδελφής σου.
Σαν την βαρεμάρα της ίδιας ιστορίας που σου λέει ο παππούς σου.
Σαν την ξεροκεφαλιά της ξεδέλφης σου.
Σαν την γραφικότητα του παλιού σου συμμαθητή.
Σαν την παραφωνία του κατά φαντασία τραγουδιστή φίλου σου.
Σαν την εξάρτησή σου.

Κάπως έτσι βλέπω και εγώ την Ελλάδα με τα ελαττώματά της.

Με τις ασχήμιες της, τους γραφικούς της, τους ανθρώπους με τους οποίους πλέον δεν σε ενώνουν τα ίδια πράγματα, με την στριγκιά φωνή των υπευθύνων.
Και όλα αυτά τα ξεχνώ, γιατί δεν μπορείς να κατηγορήσεις κάποιον που πραγματικά αγαπάς.
Τα παραβλέπω και προσπαθώ να τα κατανοήσω. Να συγχωρήσω, όπως και εκείνοι συγχωρούν σίγουρα τα δικά μου λάθη.
Γιατί έτσι προχωράει μόνο ο κόσμος.

Μα όταν βλέπεις ότι όλοι αυτοί που αγαπάς αλλά σε πληγώνουν, είναι αυτοί που τελικά αποφασίζουν για την δικιά σου την ζωή, μήπως δεν κάνεις σε κανέναν πραγματικό καλό σωπαίνοντας?

Πως να το φέρεις στους ανθρώπους σου, σε αυτούς που έχεις τα αυτιά τους για λίγο, πως να τους το εξηγήσεις χωρίς να τους κάνεις εχθρούς σου, και χειρότερα εχθρούς της ιδέας σου?

Σαν το τέλος μου μοιάζουν αυτά που συμβαίνουν τελευταίο καιρό στην χώρα μου.

Και τι να πεις στο τέλος όταν η φωνή σου δεν είναι παρά ένα μικρό τριζόνι μέσα στην βουή των μέσων, στην βουή του όχλου,  στην βουή του ακατανόητου.

Ελπίζεις απλά να βρεθεί κάποιος, να ξεφύγει κάποιος με πιο δυνατή φωνή, που να τα βλέπει τα περισσότερα σαν και εσένα, και απλά μετά σταυρώνεσαι και εύχεσαι να τον ακούσουν αυτόν.

Σαν την στιγμή, λίγο πριν το τέλος, λίγο πριν βυθιστεί το καράβι κάτω από τα πόδια σου, που ένιωσες ότι σταμάτησε το βούλιαγμα, σαν να βρήκε στεριά η πλώρη και θα σωθούμε.

Μέχρι να ακούσεις εκείνο το κραχ, εκείνο που θα μας στείλει όλους στον βυθό. Που κανένας από όσους ξέρεις και αγαπάς δεν θα σωθεί.

Σαν το τέλος που έρχεται, απέλπιδο, ανέλπιδο, φορτωμένο με όλους μας, κουφούς, στραβούς, βαρετούς, γραφικούς και εξαρτημένους.

Κοίτα τους όλους. Δεν σου μοιάζουν? Σαν το τέλος που έρχεται, σαν το τέλος που φέρνουμε μέσα μας.

Μας πνίγει ένα απροσδιόριστο δίκιο.
Είναι το δίκιο της ζωή και της ευτυχίας.
Που βλέπουμε να χάνεται.
Για τα καλά.
Ρεσάλτο να κάνουμε.
Να πάρουμε και το τιμόνι.
Να φάμε τους αξιωματικούς.
Μα καπετάνιο δεν έχουμε.

Και σαν τον Λεωνίδα να πέσουμε όλοι,
Δεν θα μας θυμούνται τα παιδία μας για ήρωες.
Θα μας καταριούνται για την πλάνη που ζήσαμε
Θα μας θυμούνται όπως θυμάσαι τον τρελό του χωριού

Πλανεμένα ρομαντικοί,
Γραφικά  φυγόπονοι,
Βολεμένα τραγικοί,
Ανοργάνωτοι Ναπολέοντες.

Χρόνε, γιατρέ, σου παραδίδουμε το σώμα
Της λαμπροτέρας εφήβου του κόσμου
Με ρυτίδες από κραιπάλες και αυταρέσκεια
Αμετανόητη, ανόητη, θυμωμένη,
Με κομμένους τους καρπούς
Και με μια μαχαιριά στην πλάτη από όλους τους ξένους που την αγαπησαν

Ιστορία, σου παραδίδουμε το σώμα μας
Αν μας αγαπάς ακόμα, δώσε να γίνει ένα θαύμα.
Σαν το τέλος που έρχεται,
Σαν τα τελευταία τόσα χρόνια
Να μην ήταν παρά ένα κακό όνειρο, μια παρεξήγηση.

Σχόλια

Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.

 
Top