Select Menu

Οι αστικές πόλεις άδειες, το inbox κενό, τα μανάβικα κλειστά, τα περίπτερα το ίδιο.

Κι όσοι μείνανε στο κλεινόν άστυ αισθάνονται μακάριοι κι ευτυχείς στην ερημιά της πόλης, γιατί δεν τους «σκοτίζει τη μετακίνηση» ο όχλος που βουίζει νύχτα μέρα στους δρόμους, και φρακάρει στα φανάρια των δρόμων.



Αισθάνονται ήσυχα και ήρεμα τις ώρες της ραστώνης τους, χωρίς καθημερινά ενοχλητικά κι επικριτικά μηνύματα για τις μεγαλόστομες οδηγίες τους προς τον ανόητο χύδην πληθυσμό, σχετικά με τις αλλαγές που επιβάλλεται να κάνουν καθ’ εαυτούς όσον αφορά το ηλίθιο διαβιούν και το εγωτικό σκέπτεσθαί τους.

Τα κλειστά μανάβικα, επηρεάζουν λίγο έως καθόλου τη νιρβάνα των εν πόλει ερημιτών, γιατί τους στερούν, όσο να’ναι, τη φρέσκια σαλάτα που απαιτεί η δυτική διατροφή τους. Αλλά αυτό αναπληρώνεται εύκολα, αφού τα σούπερ μάρκετ μπορούν ικανοποιητικά (χωρίς πολλά-πολλά προσωπικά σχόλια και ενοχλητικές προσωπικές παρεμβάσεις στη διατροφή ) να αναπληρώσουν τούτη την έλλειψη με τα αντίστοιχα, αν και όχι τόσο «ζωντανά» χεροδοσίματα προσωπικής φροντίδας και συναλλαγής.

Και τα κλειστά περίπτερα, είναι για τους εν πόλει ερημίτες ασήμαντα, γιατί ως έλλογοι και ρασιοναλιστές αυτοί (συνήθως) δεν καπνίζουν, ή ο ανεφοδιασμός τους σε καπνό είναι ανώτερου επιπέδου. Ο Τύπος (η δύσκολη προμήθεια εφημερίδων) δεν τους απασχολεί, γιατί συνήθως είναι συνδρομητές σημαντικού αριθμού σημαντικών εντύπων για τη σφαιρική ενημέρωσή τους, επί παντός σημαντικού θέματος.

Σχολιάζοντας την ενδιάθετη υπεροπτική τοποθέτηση «χαιρόμαστε για την ευτυχία και την υπεροχή μας» θα έλεγα:

Άνθρωποι που έχουν λόγο (γιατί έχουν δημιουργική ικανότητα, γνώση της γνώσης τους καθώς και πολλές εξειδικευμένες γνώσεις) και που σκέφτονται να συμβάλλουν στην κοινωνία, απορώ πώς δεν βρίσκουν τον τρόπο, να ιδούν θετικά μια συνεισφορά τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι και να συμβάλουν θετικά, θέτοντες εαυτούς ως παράδειγμα και όχι ως κήνσορες (τιμητές).

Η αποστασιοποίηση και η «αφ’ υψηλού κριτική» καθώς και η επίκριση, είναι άστοχες ως μέθοδοι για το νέο τρόπο «παραγωγής» του -απαιτούμενου για τη «νέα» κοινωνία μας- «νεοέλληνα». Γιατί ο πάντοτε (και όχι ο νέο-) Έλληνας έχει σκέψη, ιδέες, έχει ερωτήματα, έχει αδιέξοδα, αλλά έχει και τρόπους διαφυγής. Είναι πολυμήχανος, για τον εαυτό του.

Αυτούς που αγαπάμε τους φροντίζουμε με αγάπη, με στοργή. Με πόνο για τις παρασπονδίες τους, με αγωνία για τη δυστροπία τους. Με διακριτικότητα για την αποτυχία τους, χωρίς να την αποσιωπούμε, αλλά χωρίς να επιχαιρόμεθα γι΄ αυτήν. Με επιμονή στην προσπάθειά μας να καταπείσουμε για την ανάγκη συνεπούς και ενσυνείδητης συμμετοχής, δράσης και ευθύνης. Πώς θα το καταφέρουμε αν διακηρύσσουμε εγγράφως μάλιστα, ότι είμαστε δυστυχείς που ανήκουμε στην ίδια ομάδα μ’ αυτούς;

Η ζωή, θαρρώ, δεν επαναλαμβάνεται. Έχει κανόνες. Που είναι για όλους ίδιοι. Η κλίμακα μόνο αλλάζει, όσον αφορά τους ανθρώπους, τους πόρους, ή τις δυνατότητες που θα τύχει να ’χει γύρω του ο καθένας μας.

Αν παιδαγωγηθείς κατάλληλα στο ξεκίνημα της ζωής σου, κι αν στο σχολειό σου αξιωθείς Δάσκαλο, οδηγό και Παιδαγωγό, θα ‘χεις την ευκαιρία να σκέφτεσαι και να δρας έλλογα και δημιουργικά. Θα χτίσεις, με τα φώτα οικογένειας και δασκάλου, την προσωπικότητά σου και η αγωγή που θα λάβεις θα σου επιτρέψει να διαβείς το δρόμο της ζωής σου σαν τον προσωπικό σου στίβο, και ν’ αφήσεις πίσω σου τις επιδόσεις σου. Μονάχος σου θα ορίσεις τον τρόπο που θα εφαρμόσεις τους κανόνες της ζωής, καθώς ο χαρακτήρας και η αγωγή που έλαβες είναι σε θέση να υπηρετήσουν τους στόχους σου.

Μα αυτό πια δεν γίνεται. Εμείς στρεβλώσαμε τους κανόνες της φύσης και τους κανόνες της ζωής. Θέλουμε, συνήθως, τα παιδιά μας να τά ‘χουν όλα, να είναι καλύτερα από τ’ άλλα, λες και θα μείνουν αθάνατα. Και μετά, όλοι θέλουμε να είμαστε καλύτεροι από τους άλλους, ξεχνώντας εντελώς τα δύο μέτρα που θα μας χρειαστούν στο τέλος (ή τη μια κούπα, για τη στάχτη τους, οι πιο μοντέρνοι). Γι’ αυτό κλέβουμε, προκειμένου να έχουμε περισσότερα, προκαλώντας –εντελώς ανάλγητα μάλιστα- αφόρητη πενία στους άλλους. Γι’ αυτό λέμε ψέμματα - νομίζοντας πως επιτρέπεται να ξεγελάμε τους άλλους- πιστεύοντας και ψευδαισθησιαζόμενοι πως είμαστε πιο έξυπνοι από τους άλλους. Γι’ αυτό χαιρόμαστε όταν οι άλλοι την πάθανε, ενώ εμείς δεν ξεγελαστήκαμε, να φύγουμε μακριά από την πόλη και να μπλέξουμε στην αφόρητη κίνηση της επιστροφής από την εξοχή.

Μήπως κλέβουμε γιατί μάθαμε να μη δημιουργούμε; Μήπως ψευδόμεθα γιατί μάθαμε να εξαπατάμε προκειμένου να ωφεληθούμε ατομικά; Μήπως χαιρόμαστε τη μοναξιά μας γιατί δεν έχουμε φίλους;

Και, αν κάποιος ισχυρίζεται ότι θέλει το καλό μας, και γι’ αυτό το λόγο μας λέει δύσκολα πράγματα, αυτός πρέπει να ξέρει ότι δεν μπορεί να μας ωφελήσει αν είναι κάποιος που έλειπε από τη ζωή μας, κάποιος που μας βλέπει αφ’ υψηλού, ή κάποιος που τον ενοχλεί η παρουσία και η ύπαρξή μας.

Καμμιά φορά, όταν ανακαλύπτουμε την ανάγκη των άλλων, ακόμη και για να μας ακούνε, ίσως είναι πια πολύ αργά για να βρούμε ακροατήριο. Σε όλα τα επίπεδα της ανθρώπινης ζωής. Στη Θεία ζωή, δεν ξέρω.

(Με αφορμή το άρθρο του Ν. Δήμου «Αύγουστος στην πόλη», στο protagon)

Ελένη Αθανασούλη



Σχόλια

Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.

 
Top