Γράφει ο Δημήτρης Αντωνίου
Ιατρός, πρώην Υποψήφιος Βουλευτής Β' Αθηνών
Πρόλογος
H ανάγκη σύνταξης και δημοσίευσης της σύντομης αυτής μελέτης και μάλιστα από έναν μη-ειδικό, προήλθε από την ιλαροτραγική παράλειψη, λόγω περιφρονητικής αμέλειας και ανικανότητας να την κάνουν, όχι μόνο τα αρμόδια κόμματα, αλλά κυρίως , η δια νόμου, ηθικού και νομικού, υπόχρεη να το κάνει, ήτοι η κυβέρνηση, ως ένα σημαντικό μέτρο προστασίας της Δημόσιας Τάξης και Συμφέροντος, στην περίπτωση ξαφνικής κι ακούσιας εξόδου της χώρας μας από την Ευρωζώνη. Και η εθνική αυτή παράλειψη, καθίσταται θλιβερά κραυγαλέα, ότι όλες οι άλλες ευρωπαικές κυβερνήσεις, αλλά και άλλα ιδιωτικά επιστημονικά και μη-κερδοσκοπικά ινστιτούτα μελετών, έχουν ήδη ολοκληρώσει, για την προστασία των δικών τους λαών, ανάλογες μελέτες, σεβόμενες την εμπιστοσύνη και την ιστορία των λαών των.
Το παρόν άρθρο μου στηρίχθηκε στην σημαντική μελέτη του Άγγλου Roger Bootle και της ομάδος του οικονομολόγων, στους οποίους απονεμήθηκε γι αυτή, το βραβείο Wolfson Economic Prize 2012, το οποίο θεωρείται δεύτερον στην τάξη μετά το βραβείο Νοbel (για λεπτομέρειες δείτε στην βιβλιογραφία στο τέλος του άρθρου) και σε δικές μου σκέψεις και απόψεις, κατά το μέτρο των δυνάμεών μου ως προς τις οικονομικές μου γνώσεις (γι αυτό σε περίπτωση ενδεχόμενων μικρολαθών…μην πυροβολείτε τον ποιητή…ιατρός είμαι, όχι οικονομολόγος).
Αυτό που θέλω να τονίσω εδώ, είναι ότι η βραβευθείσα αυτή μελέτη και συνεπώς και το άρθρο μου αυτό, δεν είναι μελέτες συνηγορούσες υπέρ ή κατά της εξόδου της Ελλάδος από την Ευρωζώνη, αλλά μελετούν, με καθαρά επιστημονικά κριτήρια, τις καλύτερες δυνατές μεθόδους εξόδου, τις συνέπειες για την εξελθούσα χώρα και τις λοιπές παραμένουσες εντός του ευρώ και προτείνει μέτρα επίτευξης του βέλτιστου αποτελέσματος για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, στην περίπτωση της εξόδου. Την προσωπική μου άποψη για την έξοδο ή όχι της Ελλάδος από την Ευρωζώνη, θα την εκθέσω επιγραμματικά στο τέλος του άρθρου, δεδομένου ότι το θέμα του άρθρου αυτού, επαναλαμβάνω, δεν είναι η σύγκριση της παραμονής ή εξόδου της Ελλάδος από την Ευρωζώνη, ούτε να εκφράσει την προτίμηση του συγγραφέα ή άλλων για το θέμα αυτό, αλλά να μελετήσει τις μεθόδους, τις συνέπειες της ενδεχόμενης εξόδου και να προτείνει μέτρα για την περαιτέρω διαχείρισής της για το καλό όλων, της εξερχόμενης χώρας, αλλά και της λοιπής Ευρώπης και του κόσμου όλου...
Εισαγωγή
Στην οικονομία υπάρχει ο όρος «Άριστη Οικονομική Περιοχή», η οποία καθορίζει τους αναγκαίους όρους για την δημιουργία μιας νομισματικής και οικονομικής ένωσης μεταξύ κρατών με διαφοροποιημένες οικονομίες (δηλ. οικονομίες με διαφορετικά και αλληλοσυμπληρούμενα συγκριτικά πλεονεκτήματα).
Το 1999 ο οικονομολόγος Ρόμπερτ Μαντέλ πήρε το βραβείο Nobel, για τον καθορισμό των όρων αυτών, οι οποίοι είναι οι εξής:
1. Πρέπει να υπάρχει ευελιξία ανεύρεσης εργασίας, δηλ. οι εργαζόμενοι θα πρέπει αν είναι έτοιμοι και πρόθυμοι να μετακινούνται ελεύθερα στα κράτη της ένωσης για την ανεύρεση εργασίας,
2. Ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων και εμπορευμάτων στα μέλη της ένωσης,
3. Οι οικονομίες των κρατών μελών πρέπει να είναι διαφοροποιημένες (να έχουν διαφορετικά και αλληλοσυμπληρούμενα συγκριτικά πλεονεκτήματα),
4. Να υπάρχει ένα δημοσιονομικό σύστημα το οποίο να μεταβιβάζει χρήματα από ένα κράτος σε άλλο, όταν προκύπτει ανάγκη. Ο όρος αυτός, απαιτεί δημοσιονομική και οικονομική ένωση των κρατών, σε ένα είδος οικονομικής ομοσπονδίας. Από τα παραπάνω είναι προφανώς ότι η υφισταμένη δομή της Ευρωπαικής Νομισματικής Ένωσης (Ευρωζώνη) δεν πληροί τους όρους αρ.1 (μερικώς), και αρ.4 (πλήρως) από τους παραπάνω τέσσερις.
Συνεπώς η Ευρωζώνη δεν πληροί τους όρους Ομοιογένειας της οικονομίας της, με αποτέλεσμα, αντί της ιδρυτικά σκοπούμενης οικονομικής σύγκλισης μεταξύ των κρατών της Ευρωζώνης, να έχει προκύψει και εξελίσσεται αντίθετα, οικονομική απόκλιση των οικονομιών και εισοδημάτων των χωρών μελών της, με μεταφορά πλούτου από τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες του νότου στις αναπτυγμένες του Βορρά, των οποίων τα δημοσιονομικά πλεονάσματα αντιστοιχούν τα αντίστοιχα ελλείμματα των πρώτων.
Κι έτσι η Ευρωζώνη αντιμετωπίζει την ίδια αδιέξοδη κατάσταση που αντιμετώπισε η Ευρώπη του Μεσοπολέμου, τα κράτη της οποίας είχαν δεσμευτεί στον Κανόνα του Χρυσού, με τελικό αποτέλεσμα το μεγάλο Κράχ του 1929, μια μικρογραφία του οποίου ζούμε και τώρα, ενώ οδηγούμαστε και την πλήρη μετενσάρκωσή του, εάν συνεχιστεί η λειτουργία της Ευρωζώνης ως έχει. Εννοώ, ότι είτε η Ευρωζώνη θα εξελιχθεί σε μια οικονομική και δημοσιονομική ομοσπονδία (οικονομική ένωση), με ταυτόχρονη εγκατάλειψη της Μονοδιάστατης Νεοφιλελεύθερης πολιτικής, προς μία, έστω εναλλακτικά κατά τις ανάγκες, Κευνσιανής πολιτικής, ή να διαλυθεί και τα κράτη να διατηρούν τα δικά των νομίσματα με κυμαινόμενες ισοτιμίες.
Πιστεύω δηλαδή, ότι η έξοδός μας από την Ευρωζώνη θα πρέπει να είναι μια λύση έσχατης ανάγκης κι αφού δεν επιτευχθούν οι παραπάνω αλλαγές στην οικονομικής της δομή και λειτουργία (για την πληρότητα του θέματος, συνιστώ ο αναγνώστης να διαβάσει και το άρθρο μου «πώς καλύπτεται το Δημοσιονομικό Έλλειμμα και το Δημόσιο Χρέος» που θα το βρεί στο link που παραθέτω στην βιβλιογραφία στο τέλος του άρθρου αυτού).
Εισαγωγή
Στην οικονομία υπάρχει ο όρος «Άριστη Οικονομική Περιοχή», η οποία καθορίζει τους αναγκαίους όρους για την δημιουργία μιας νομισματικής και οικονομικής ένωσης μεταξύ κρατών με διαφοροποιημένες οικονομίες (δηλ. οικονομίες με διαφορετικά και αλληλοσυμπληρούμενα συγκριτικά πλεονεκτήματα).
Το 1999 ο οικονομολόγος Ρόμπερτ Μαντέλ πήρε το βραβείο Nobel, για τον καθορισμό των όρων αυτών, οι οποίοι είναι οι εξής:
1. Πρέπει να υπάρχει ευελιξία ανεύρεσης εργασίας, δηλ. οι εργαζόμενοι θα πρέπει αν είναι έτοιμοι και πρόθυμοι να μετακινούνται ελεύθερα στα κράτη της ένωσης για την ανεύρεση εργασίας,
2. Ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων και εμπορευμάτων στα μέλη της ένωσης,
3. Οι οικονομίες των κρατών μελών πρέπει να είναι διαφοροποιημένες (να έχουν διαφορετικά και αλληλοσυμπληρούμενα συγκριτικά πλεονεκτήματα),
4. Να υπάρχει ένα δημοσιονομικό σύστημα το οποίο να μεταβιβάζει χρήματα από ένα κράτος σε άλλο, όταν προκύπτει ανάγκη. Ο όρος αυτός, απαιτεί δημοσιονομική και οικονομική ένωση των κρατών, σε ένα είδος οικονομικής ομοσπονδίας. Από τα παραπάνω είναι προφανώς ότι η υφισταμένη δομή της Ευρωπαικής Νομισματικής Ένωσης (Ευρωζώνη) δεν πληροί τους όρους αρ.1 (μερικώς), και αρ.4 (πλήρως) από τους παραπάνω τέσσερις.
Συνεπώς η Ευρωζώνη δεν πληροί τους όρους Ομοιογένειας της οικονομίας της, με αποτέλεσμα, αντί της ιδρυτικά σκοπούμενης οικονομικής σύγκλισης μεταξύ των κρατών της Ευρωζώνης, να έχει προκύψει και εξελίσσεται αντίθετα, οικονομική απόκλιση των οικονομιών και εισοδημάτων των χωρών μελών της, με μεταφορά πλούτου από τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες του νότου στις αναπτυγμένες του Βορρά, των οποίων τα δημοσιονομικά πλεονάσματα αντιστοιχούν τα αντίστοιχα ελλείμματα των πρώτων.
Κι έτσι η Ευρωζώνη αντιμετωπίζει την ίδια αδιέξοδη κατάσταση που αντιμετώπισε η Ευρώπη του Μεσοπολέμου, τα κράτη της οποίας είχαν δεσμευτεί στον Κανόνα του Χρυσού, με τελικό αποτέλεσμα το μεγάλο Κράχ του 1929, μια μικρογραφία του οποίου ζούμε και τώρα, ενώ οδηγούμαστε και την πλήρη μετενσάρκωσή του, εάν συνεχιστεί η λειτουργία της Ευρωζώνης ως έχει. Εννοώ, ότι είτε η Ευρωζώνη θα εξελιχθεί σε μια οικονομική και δημοσιονομική ομοσπονδία (οικονομική ένωση), με ταυτόχρονη εγκατάλειψη της Μονοδιάστατης Νεοφιλελεύθερης πολιτικής, προς μία, έστω εναλλακτικά κατά τις ανάγκες, Κευνσιανής πολιτικής, ή να διαλυθεί και τα κράτη να διατηρούν τα δικά των νομίσματα με κυμαινόμενες ισοτιμίες.
Πιστεύω δηλαδή, ότι η έξοδός μας από την Ευρωζώνη θα πρέπει να είναι μια λύση έσχατης ανάγκης κι αφού δεν επιτευχθούν οι παραπάνω αλλαγές στην οικονομικής της δομή και λειτουργία (για την πληρότητα του θέματος, συνιστώ ο αναγνώστης να διαβάσει και το άρθρο μου «πώς καλύπτεται το Δημοσιονομικό Έλλειμμα και το Δημόσιο Χρέος» που θα το βρεί στο link που παραθέτω στην βιβλιογραφία στο τέλος του άρθρου αυτού).
Μέθοδοι,
συνέπειες και διαχείριση της εξόδου της Ελλάδος από την Ευρωζώνη (Grexit)
1. Ξαφνική ανακοίνωση μια Παρασκευή απόγευμα της εξόδου μας από την
Ευρωζώνη και από το Ευρώ, αλλά και της παραμονής μας στην Ευρωπαική Ένωση (ΕΕ).
Κλείσιμο των ΑΤΜs και των τραπεζών για λίγες μέρες, για να αποτραπεί η μαζική έξοδος κεφαλαίων, στην ελεύθερη
διακίνηση των οποίων, τίθεται περιορισμός
και έλεγχος δια νόμου, ο οποίος θα ισχύσει για
το συντομότερο δυνατόν χρονικό διάστημα.
2. Άμεση μετατροπή δια νόμου (redomination
of
assets), όλων των αξιών σε δραχμές, με νέα
καθορισμένη ισοτιμία 1 προς 1 δραχμής προς ευρώ. Ως αξίες νοούνται: α. όλα τα «δια συμβολαίου»
προστατευόμενα περιουσιακά στοιχεία, ήτοι μισθοί, συντάξεις, τραπεζικές
καταθέσεις, τραπεζικά δάνεια και ενυπόθηκα δάνεια, ομόλογα, β. οι λιανικές τιμές εμπορίου και γ. μετοχές και αξίες ακινήτων.
Περιλαμβάνει επίσης όλο το ενεργητικό και παθητικό (assets and liabilities, balance sheets) των ελληνικών
τραπεζών στην Ελλάδα και των υποκαταστημάτων των ξένων τραπεζών στην Ελλάδα που
υπάγονται στον ελληνικό νόμο. Το ενεργητικό και παθητικό (balance sheets) των
υποκαταστημάτων των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό δεν μετατρέπεται σε
δραχμές.
3. Ταυτόχρονα με τον βήμα 1 (ήτοι πριν την υποτίμηση της δραχμής, βλ. βήμα 4), άμεση, δια νόμου, μετατροπή του Δημοσίου Χρέους, σε ελληνικές και ξένες τράπεζες, funds και ξένες χώρες, από Ευρώ σε δραχμές (redomination
of
debt). Η ρύθμιση περιλαμβάνει και το Ιδιωτικού
χρέος σε ευρώ των Ελλήνων, φυσικών
προσώπων και επιχειρήσεων, προς το δημόσιο, στις ελληνικές τράπεζες στην Ελλάδα
και στα υποκαταστήματα των ξένων τραπεζών στην Ελλάδα που υπάγονται στον ελληνικό
νόμο, με την μορφή καταναλωτικών, στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων
αντίστοιχα. Το ίδιο θα επιχειρηθεί να γίνει και με τα παραπάνω δάνεια ελλήνων
πολιτών και επιχειρήσεων προς ξένες τράπεζες με έδρα το εξωτερικό, όπου αυτό
είναι νομικά εφικτό. Το μέτρο αυτό (redomination
of dect) σημαίνει μια μορφή χρεοκοπίας.
4. Η νέα ισοτιμία 1 προς 1 δραχμής προς ευρώ, γρήγορα θα αλλάξει, με τους
όρους των αγορών, εις βάρος της δραχμής, με αποτέλεσμα μια πραγματική υποτίμηση της δραχμής κατά 50% ως προς το ευρώ (πράγμα που σημαίνει ονομαστική υποτίμηση μέχρι και 70% κάτω από την ισχύουσα, από το
2001, ισοτιμία, ίσης με 341 δραχ./ευρώ (*)),
αμέσως σχεδόν με την ανακοίνωση της εξόδου, εξέλιξη που είναι και η
επιθυμητή, γιατί έτσι θα πετύχομε τον σκοπό της εξόδου, ήτοι την αύξηση της
χαμένης ανταγωνιστικότητάς μας, χωρίς να την πληρώνουμε με καθίζηση της
εσωτερικής ζήτησης (ύφεση), όπως γίνεται τώρα. Αποτέλεσμα της υποτίμησης είναι
η πραγματική μείωση (μείωση της
αγοραστικής αξίας) όλων των αξιών
του βήματος 2. Αυτό σημαίνει επίσης μια μορφή χρεοκοπίας.
(*) για την σημασία της «πραγματικής ισοτιμίας», βλέπε στο τέλος του
άρθρου αυτού).
5. Παραγγελία κοπής και έκδοσης
νέων κερμάτων και χαρτονομισμάτων αντίστοιχα, σε δραχμές (θα χρειαστούν
περίπου 6 μήνες). Νωρίτερη, της ανακοίνωσης εξόδου, παραγγελία της κοπής κι
έκδοσης, δεν συνιστάται, διότι θα διαρρεύσει σίγουρα, με καταστροφικές για τις
τράπεζες και την οικονομία γενικότερα, μαζικές εκροές ευρώ στο εξωτερικό. Μέχρι
την κυκλοφορία των νέων δραχμών, οι
συναλλαγές θα γίνονται με όσα ευρώ βρίσκονται σε φυσική μορφή στην κυκλοφορία
(κέρματα και χαρτονομίσματα) καθώς και με cheques, πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες κλπ., του
ευρώ, το οποίο όμως, αμέσως μετά την ανακοίνωση της εξόδου, θα θεωρείτε
πλέον ως ξένο νόμισμα, η ισοτιμία του οποίου, ως προς την (αόρατη
ακόμα σε φυσική μορφή) δραχμή θα αλλάζει συνεχώς και θα απομακρυνθεί σχεδόν
αμέσως από την καθορισθείσα δια νόμου ισοτιμία 1:1. Θα είναι μια κατάσταση
ανάλογη της χρήσης ΤΩΡΑ (δηλ. πριν βγούμε από το ευρώ) π.χ. δολλαρίου για τις
καθημερινές μας ανάγκες. Θα επιτραπεί μόνο η ανάληψη 100 περίπου ευρώ από τις
καταθέσεις του καθενός με την αρχικά δια νόμου καθορισθείσα ισοτιμία ευρώ προς
δραχμή 1 προς 1. Η κατάσταση θα είναι επιεικώς δύσκολη.
6. Μείωση (΅κούρεμα΅) του Δημοσίου
χρέους, είτε μονομερώς δια νόμου, είτε συναινετικά με τους ξένους δανειστές
της Τρόικας, για να μην διογκωθεί αυτό τεράστια ως προς το ΑΕΠ και τόσο ώστε να
κατέβει (το δημόσιο χρέος) στο 60% του ΑΕΠ. Και το μέτρο αυτό σημαίνει μια
μορφή χρεοκοπίας.
7. Η κυβέρνηση είναι ελεύθερη πλέον, χωρίς τα δεσμά του δημόσιου χρέους,
να ασκήσει την δική της δημοσιονομική
επεκτατική πολιτική (αύξηση των δημόσιων επενδυτικών και προνοιακών
δαπανών), ενώ και η Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδος, ελεύθερη κι αυτή πλέον από
την ΕΚΤ, μπορεί να ασκήσει την δική των χαλαρή
νομισματική πολιτική, μειώνοντας τα ονομαστικά επιτόκια δανεισμού, αλλά
προσέχοντας να διατηρεί τα πραγματικά
επιτόκια λίγο χαμηλότερα του πληθωρισμού, για να μην εκτιναχθεί ο
τελευταίος (πραγματικά επιτόκια = ονοματικά – πληθωρισμός). Η ελεγχόμενη αύξηση
του πληθωρισμού προκαλεί με την σειρά της μείωση των πραγματικών επιτοκίων δανεισμού (σε σύγκριση με τις ξένες χώρες),
γεγονός που προκαλεί μια μεταφορά πλούτου κι ανάπτυξης από τις πλούσιες χώρες
του Ευρωπαικού Βορρά στις φτωχότερες του Νότου.
Τα μέτρα αυτά, θα προκαλέσουν μια μεγάλη
ανάπτυξη (αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ) και στην αρχή, μια ελεγχόμενη αύξηση του ετήσιου πληθωρισμού στο 7%
περίπου, τα δύο πρώτα χρόνια. Λαμβάνεται μέριμνα ο πληθωρισμός να μην υπερβεί το ποσοστό της υποτίμησης της δραχμής,
διότι έτσι χάνουμε το πλεονέκτημα ανταγωνιστικότητας που έφερε η υποτίμηση και
ουσιαστικά ακυρώνεται ο σκοπός της τελευταίας. Μεσοπρόθεσμα θα ακολουθήσει μια αισθητή
πτώση του πληθωρισμού, λόγω της επιτυγχανομένης αύξησης της παραγωγής και
εκμετάλλευσης του παραγωγικού αποθέματος της χώρας (τώρα -12% κάτω από το
μέγιστο δυνατό ύψος του! και -20% κάτω από το μέγιστο επιτευχθέν μέχρι τώρα
μέγεθός του !).
8. Οι λιανικές τιμές εμπορίου
αυξάνονται καθώς και οι ονομαστικοί μισθοί, αλλά λιγότερο από τον
πληθωρισμό (με τον οποίο δεν πρέπει να συνδέονται).
Συνεπώς η πραγματική
αξία των μισθών (ονομαστική αξία – πληθωρισμός), ή η αγοραστική δύναμη των
μισθών, θα πέσει από -5% μέχρι και -20%.
Η ανεργία πέφτει δραματικά, λόγω της
μεγάλης ανάπτυξης.
9. Συνέπεια της αύξησης του πληθωρισμού, είναι και η πραγματική περαιτέρω μείωση της αξίας του «κουρεμένου» δημόσιου χρέους
(σε fixed τιμές),
δηλ. μείωση της αγοραστικής δύναμης των δανειστών που κατέχουν το χρέος εντός
της Ελλάδος, αλλά και η μείωσή του ως προς τους πραγματικούς (παρόλο μειωμένους)
μισθούς και συντάξεις. Η αύξηση του ΑΕΠ (σε τρέχουσες, ονομαστικές τιμές) μειώνει επίσης δημόσιο χρέος και τα
δημοσιονομικά ελλείμματα, ως ποσοστών
του ΑΕΠ (μείωση των λόγων: χρέος/ ΑΕΠ και έλλειμμα/ΑΕΠ)
(σταθεροποίηση της οικονομίας). Η μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων
επιτρέπει μια επέκταση των δημοσιονομικών επενδυτικών και προνοιακών δαπανών
και ταυτόχρονα προκαλεί μείωση του ρυθμού
αύξησης του δημόσιου χρέους (το πρώτο είναι η παράγωγος του δεύτερου). Και
το σημαντικότερο. Η αύξηση αυτή του ΑΕΠ, θα πρέπει να συμπληρωθεί με μια δίκαιη αναδιανομή του πλούτου (σε
οικονομικούς και κοινωνικούς όρους) υπέρ των αδυνάτων, δια μιας αποφασιστικής
κρατικής δημοσιονομικής (φορολογικής κατά βάση) παρέμβασης και δράσης.
10. Η παραπάνω οικονομική πολιτική συνιστά την έκφραση της Κευνσιανής οικονομικής πολιτικής, που
δια μέσου της αύξησης της ζήτησης,
συνδυαζομένη από λελογισμένη χαλαρή
νομισματική πολιτική (μείωση των επιτοκίων δανεισμού), οδηγεί στην αύξηση
και της παραγωγής, αύξηση του ΑΕΠ (ανάπτυξη) και μείωση της ανεργίας. Τα
παραπάνω, συνδυαζόμενα επίσης με τις αναγκαίες και κατάλληλες διαρθρωτικές αλλαγές της εσωτερικής (**), κυρίως, οικονομικής ανάπτυξης (βλ. παρακάτω) θα
προκαλέσουν μείωση του μοναδιαίου κόστους παραγωγής, αύξηση της παραγωγικότητας
και, συνεπικορουμένης και της υποτίμησης και αύξηση της ανταγωνιστικότητας της
οικονομίας. Αυτά θα έχουν με την σειρά των, άμεση επίδραση στην βελτίωση του
ισοζυγίου εξωτερικού εμπορίου, το οποίο μεσοπρόθεσμα θα γίνει θετικό και το
οποίο, θα ισοφαρίσει έτσι, την εκροή από την χώρα κεφαλαίων, με απώτερο
αποτέλεσμα ένα, λίγο πολύ, ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
(**) εσωτερική ανάπτυξη της οικονομίας είναι
αυτή που βασίζεται στην επιχειρηματικότητα, την τεχνολογία, την καινοτομία και
την ανάπτυξη (επιμόρφωσης) του ανθρώπινου δυναμικού. Η εσωτερική ανάπτυξη
προκαλεί ανάπτυξη (αύξηση του ΑΕΠ) χωρίς την χρεία κρατικών δαπανών.
Διακρίνεται από την «εξωτερική ανάπτυξη» της οικονομίας, η οποία στηρίζεται στο
κεφάλαιο και το μέγεθος του εργατικού δυναμικού.
9. Η ανάπτυξη στηρίζεται σε
τρείς πυλώνες: α. αύξηση δημοσίων
επενδυτικών και προνοιακών δαπανών (βλ..παρακάτω τις πηγές
χρηματοδότησης), β. χαλαρή νομισματική
πολιτική (μείωση επιτοκίων) για κατανάλωση και επενδύσεις, γ. μείωση των φορολογικών συντελεστών
γενικά και ιδιαίτερα στα επενδυτικά κεφάλαια, εγχώρια και αλλοδαπά και δ. διαρθρωτικές αλλαγές (εσωτερική
ανάπτυξη), η οποία προκαλεί ανάπτυξη (αύξηση του ΑΕΠ) χωρίς κρατικές δαπάνες.
Επεξηγήσεις: α. πηγές χρηματοδότησης της
κυβέρνησης για τα επενδυτικά και προνοιακά της προγράμματα, είναι η έκδοση
εγγυημένων ομολόγων, είτε με αντίκρισμα χρυσού,
ή ξένου νομίσματος από τα κρατικά αποθεματικά στην ΚΤΕ, ή με αντίκρισμα
γής και τα οποία (ομόλογα) θα έχουν, με νόμο, άσυλο από πιθανόν μελλοντικό
«κούρεμά» των και απόλυτη προτεραιότητα εξόφλησής των, ακόμα και εάν η
κυβέρνηση «χρεοκοπήσει» και δεν πληρώσει άλλα ομόλογα. Άλλη πηγή χρηματοδότησης
είναι το πλεόνασμα τους προυπολογισμού (πρωτογενή πλεονάσματα) ως αποτέλεσμα
της ανάπτυξης και των αυξημένων εσόδων, τόσο από τους άμεσους και έμμεσους
φόρους (ΦΠΑ), όσο και από τις κερδοφόρες κρατικές επιχειρήσεις και
λειτουργίες (ΔΕΚΟ κλπ). Τέλος, μεγάλη
πηγή χρηματοδότησης θα είναι και ο ξένος δανεισμός, όπως έδειξε το παράδειγμα
της Αργεντινής, Ισλανδίας, Λεττονίας, Ινδονησίας, δεδομένου ότι οι αγορές θα
δανείζουν ευχάριστα μια οικονομία σε ανάπτυξη και με μικρό δημόσιο χρέος!!, β.
ο ρυθμός μείωσης των επιτοκίων, στα πλαίσια της χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής,
πρέπει να κρατείται σε χαμηλότερα επίπεδα του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ (δηλ. του πληθωρισμού), για
να αποφύγουμε μεγάλη αύξηση του πληθωρισμού, δ. με το όρο διαρθρωτικές αλλαγές,
δεν εννοούμε όλες αυτές και στο βαθμό που γίνονται τώρα στην χώρα μας, δηλ. θα
προστατεύσουμε βασικά εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων και θα ενδυναμώσουμε
την «εσωτερική ανάπτυξη» της οικονομίας, με έμφαση στην επιμόρφωση και ανάπτυξη
του ανθρώπινου δυναμικού, την επιχειρηματικότητα, την τεχνολογία και την
ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ.
Σχόλιο: Από τα παραπάνω, προκύπτει, εξ
αντιστροφής των, η πολιτική της ύφεσης που ακολουθεί η κυβέρνηση,
εφαρμόζουσα το δόγμα του Νεοφιλελευθερισμού
της Τρόικας, που επιβάλλει ύφεση σε
συνθήκες ύφεσης, για λόγους που εξηγώ στο άρθρο μου «πώς καλύπτεται το
Δημοσιονομικό Έλλειμα και το Δημόσιο Χρέος» (βλ. βιβλιογραφία).
Ποιες
οι συνέπειες της εξόδου της Ελλάδος, για τις λοιπές χώρες της Ευρωζώνης?
Είναι προφανές ότι το ευρώ, μετά την έξοδο της
Ελλάδος, θα ανατιμηθεί, όχι μόνο έναντι της δραχμής, αλλά κι έναντι όλων των
λοιπών νομισμάτων της Ευρώπης κι όχι μόνο. Αυτό θα επιφέρει μια μείωση της
ανταγωνιστικότητας των χωρών της Ευρωζώνης, η οποία για να μην επιφέρει σχετική
ύφεση στις χώρες αυτές (μείωση του ΑΕΠ), οι κυβερνήσεις των πρέπει να
υιοθετήσουν ένα πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών για να τονώσουν την εσωτερική
καταναλωτική ζήτηση, με διευκόλυνση της καταναλωτικής πίστης κι ίσως και με
μείωση του ΦΠΑ και αύξηση των δημοσιονομικών δαπανών (επενδυτικών και
προνοιακών).
Ερωτήματα:
Πως γίνεται η δραχμή να υποτιμηθεί πραγματικά κατά -50 (ονομαστικά μέχρι και -70%) και οι τιμές να
αυξηθούν ετήσια μόνο κατά 7%, τα δύο
πρώτα χρόνια μόνο.
Στην περίπτωση εξόδου της Ελλάδος από την
Ευρωζώνη και υποτίμησης της δραχμής πραγματικά κατά -50% και ονομαστικά μέχρι και
-70%, το σχέδιο της ελληνικής κυβέρνησης είναι να καταστήσει τα ελληνικά
προιόντα φθηνότερα και ανταγωνιστικότερα των ξένων, ώστε να μειωθούν οι
εισαγωγές, να αυξηθούν αντίστοιχα οι εξαγωγές, να ισοσκελισθεί ή να καταστεί
θετικό το ισοζύγιο εξωτερικού εμπορίου και τρεχουσών συναλλαγών και να μειωθούν
έτσι τα δημοσιονομικά ελλείμματα και να επέλθη ανάπτυξη και μείωση της ανεργίας
στην Ελλάδα. Προς τον σκοπό αυτό η ελληνική κυβέρνηση παίρνει μέτρα ώστε να
περάσει όλο το μέγεθος της υποτίμησης πάνω στα εισαγόμενα προιόντα, ενώ
λαμβάνει μέτρα να μην γίνει τούτο στα ελληνικά προιόντα. Ο σκοπός αυτός επιτυγχάνεται κι ενισχύεται με λήψη μέτρων επιδοτήσεων των
τιμών των ελληνικών προιόντων και μείωσης της φορολογίας των (ΦΠΑ) και
αντίστροφα, με μέτρα επιβολής δασμών στα ξένα προιόντα και αύξηση της φορολογίας των (ΦΠΑ). Τα αντίθετα
μέτρα παίρνονται φυσικά από τις εξαγωγικές στην Ελλάδα ξένες επιχειρήσεις για
να μην χάσουν την θέση των στην Ελληνική αγορά, που είναι μια αγορά υψηλής
αγοραστικής δυνατότητας. Έτσι, π.χ. ο Γερμανικές επιχειρήσεις (που επιμένουν να
πληρώνονται σε ευρώ), εν όψει της μείωσης της ζήτησης των προιόντων των στην
Ελλάδα λόγω της υποτίμησης της δραχμής, μειώνουν το ποσοστό κέρδους των (σε
ευρώ) και επιπλέον επενδύουν πλέον στην Ελλάδα σε βιομηχανικές επενδύσεις, οι
οποίες, με χαμηλότερο της Γερμανίας κόστος παραγωγής, παράγουν μέρος των
προιόντων των, τα οποία πωλούνται στην Ελλάδα ή στην Γερμανία.
Με τον τρόπο αυτό, οι Γερμανικές επιχειρήσεις,
μετακυλίουν το, λόγω της υποτίμησης της δραχμής κέρδος των από την μεταποίηση,
μερική κατασκευή, συναρμολόγηση και
εμπορία των προιόντων των Γερμανικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα, στην μείωση της τελικής τιμής των προιόντων των σε
ευρώ, διατηρώντας έτσι τελικά το ποσοστό κέρδους των σε ευρώ, σχεδόν στα πρό
της εξόδου της Ελλάδος και υποτίμησης της δραχμής επίπεδα! Για τον λόγο αυτό,
παρόλο που η πραγματική υποτίμηση υπολογίζεται να είναι στο -50% ως προς το
ευρώ και πάνω, η αναμενόμενη γενική αύξηση των τιμών υπολογίζεται να είναι
συνολικά +10% περίπου σε δύο χρόνια, η οποία αντιστοιχεί σε ετήσιο πληθωρισμό
7% για τα πρώτα δύο χρόνια. Αυτό έχει άλλωστε δείξει και η εμπειρία των τόσων
υποτιμήσεων της δραχμής τις περασμένες δεκαετίες.
Και με
τις τιμές του πετρελαίου τι γίνεται;
Οι τιμές πετρελαίου υπολογίζονται και
πληρώνονται σε δολλάρια. Συνεπώς το ερώτημα που τίθεται είναι πόσο θα
υποτιμηθεί η δραχμή ως προς το δολλάριο, μετά την πραγματική υποτίμησή της κατά
-50% ως προς το ευρώ? Η απάντηση είναι ότι, δεδομένου ότι ΤΩΡΑ το ευρώ είναι
υπερτιμημένο ως προς το δολλάριο κατά +25%
(δολλάριο/ευρώ= 1.25), η υποτίμηση της δραχμής ως προς το δολλάριο θα
είναι +0.25 Χ -0.50 = -0.025, ήτοι κατά -12.5% μόνο!. Στην πραγματικότητα όμως
η πραγματική υποτίμηση ως προς δολλάριο
θα είναι μικρότερη, διότι ο όγκος του εμπορίου μας σε δολλάρια είναι μικρότερος
αυτού του σε ευρώ. Αυτή είναι η ισοτιμία: the external trade weighted exchange rate. Το ποσοστό
αυτό της υποτίμησης, μικρότερο του -12.5% ως προς το δολλάριο, μπορεί η
κυβέρνηση να το απορροφήσει σε μεγάλο βαθμό, χωρίς αισθητή μείωση των
ελλειμμάτων της, μειώνοντας ελάχιστα την υπέρογκη φορολογία που έχει επιβάλλει
στα καύσιμα και αυξάνοντας έτσι την ζήτηση. Συνεπώς η υποτίμηση θα έχει
ελάχιστη σχεδόν επίδραση στην τιμή των
καυσίμων και στην επιρροή της στον πληθωρισμό.
Μετά
την 3ετή ύφεση (εσωτερική υποτίμηση) της Ελληνικής οικονομίας, ποία πρέπει να
είναι η υποτίμηση της δραχμής για να γίνει η οικονομία μας
ανταγωνιστική;
Σε όλο το παραπάνω άρθρο μου, ισχυρίστηκα ότι
για να γίνει ανταγωνιστική η οικονομία μας, έπρεπε με την έξοδό μας από το
ευρώ, η δραχμή να υποτιμηθεί πραγματικά κατά -50% και ονομαστικά κατά -70% ως
προς το ευρώ. Αλλά, οι υπολογισμοί αυτού ισχύουν, εάν η έξοδός μας και η
υποτίμηση της δραχμής γινόταν το 2009 ή το 2010, πριν δηλαδή την τριετή αυτή
περίοδο αυστηρής λιτότητας και ύφεσης που υποστήκαμε κατά την εφαρμογή των
Μνημονίων από το 2010 μέχρι σήμερα.
Και τούτο για τους εξής λόγους:
Από το 2010 μέχρι σήμερα, το 2012, η οικονομία
μας έχει μπεί σε ένα θανάσιμο υφεσιακό σπιράλ, με αποτέλεσμα, σήμερα, το ΑΕΠ
(σε πραγματικές τιμές του 2009) να είναι κατά -12% κάτω από το μέγιστο δυνατό
ύψος του! και κατά -20% κάτω από το μέγιστο επιτευχθέν μέχρι τώρα μέγεθός του!.
Η εσωτερική αυτή ύφεση (internal
devaluation) έχει
ήδη επιφέρει μια πραγματική υποτίμηση της ελληνικής οικονομίας (ή της ελληνικής
μονάδας «αξίας») σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης (ενώ η ονομαστική παραμένει φυσικά
αμετάβλητη, διότι το ευρώ δεν μπορεί να υποτιμηθεί ως προς τον εαυτό του) και
μια ικανή αύξηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας, λόγω μείωσης της
ελληνικής μονάδας «αξίας», π.χ. του εργατικού κόστους και τιμών (αν και δεν
αύξησε τελικά τις ξένες επενδύσεις και δεν μείωσε την ανεργία!). Συνεπώς, για
να πετύχουμε σήμερα, το 2012, μετά την έξοδό μας από το Ευρώ, το ίδιο επίπεδο
ανταγωνιστικότητας, που θα είχαμε το
2009 (δηλ. χωρίς την παρεμβολή των τριών αυτών ετών ύφεσης), η πραγματική και
ονομαστική υποτίμηση θα πρέπει να είναι σήμερα πολύ μικρότερη των προαναφερομένων
τιμών των -50% κα -70% αντίστοιχα. Και
πράγματι: Ένας καθοριστικός παράγοντας της ισοτιμίας των νομισμάτων είναι το
εξωτερικό εμπορικό ισοζύγιο των χωρών, το οποίο είναι ένα μέτρο «ζήτησης» του
γενικού προιόντος (και συνεπώς και του νομίσματος) κάθε χώρας. Το εμπορικό μας
λοιπόν έλλειμμα το 2001 που μπήκαμε στον Ευρώ (με ισοτιμία 341 δραχ/ευρώ) ήταν
-11% του ΑΕΠ και το 2011 ήταν -7% του ΑΕΠ. Συνεπώς ήδη η οικονομία μας έχει
γίνει περισσότερο ανταγωνιστική και η «virtual» δραχμή του 2012, είναι ήδη υπερτιμημένη ως προς την δραχμή του 2001.
Συμπέρασμα:
Η έξοδος της Ελλάδος από την Ευρωζώνη και η επιστροφή
της στην δραχμή, υπό τις παραπάνω προυποθέσεις επιτυχίας της, θα επιφέρει
οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό όφελος, στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και στον
Κόσμο ολόκληρο. Η δύσκολη κατάσταση είναι, κατά την γνώμη μου, η 6μηνη
μεταβατική περίοδος μέχρι την κυκλοφορία της δραχμής. Αλλά αυτό είναι πρόβλημα
πρακτικά και μεθοδολογικό κι όχι ουσιαστικό οικονομικό. Συνεπώς οι πρόσφατες
τρομολαγνικές δηλώσεις του «πρωθυπουργού της Τρόικας» Α. Σαμαρά, ότι πιθανή
έξοδός μας από την Ευρωζώνη και η επιστροφή στην δραχμή θα επιφέρει τέτοιες
δυσμενείς συνέπειες για την χώρα, όσες δεν έχει υποστεί άλλη χώρα σε καιρό
ειρήνης, εμπίπτουν μέσα στο μεθοδευμένο πλαίσιο κατατρομοκράτησης και σποράς
φόβου και ηττοπάθειας στον ελληνικό λαό, για να δεχτεί ο τελευταίος
αδιαμαρτύρητα το σχέδιο αφανισμού του, κυριολεκτικά, του ιδίου και της χώρας
μας προς όφελος των ξένων κατακτητών της Τρόικας, συνειδητό όργανο της οποίας
είναι και ο αυτοαποκαλούμενος «έλληνας πρωθυπουργός». Είμαι σίγουρος ότι θα το
πληρώσει ηθικά, πολιτικά και νομικά.
Η
προσωπική μου άποψη: Από αυτά που ζούμε στο πετσί μας,
είναι προφανές ότι στην Ελλάδα εφαρμόζεται η «απανθρωπότερη» δυνατή εκδοχή του
Νεοφιλελευθερισμού, ήτοι μιας βάρβαρης επιβαλλόμενης
Ύφεσης σε περίοδο μιας «φυσικά επερχόμενης» ύφεσης, ως μια αντικυκλική-
δήθεν- μέθοδο διεξόδου από την τελευταία. Ο υπερβολικός όμως, σε βαθμό
βαρβαρότητας, αλλά και αντικείμενος ακόμα και στον ίδιο τον «καθαρό» Νεοφιλελευθερισμό
(***) στραγγαλισμός της ρευστότητας, η ύφεση
και η συνακόλουθη αύξηση της ανεργίας, που εφαρμόζονται στην Ελλάδα, έχουν όλα δύο
συναφείς σκοπούς, οι οποίοι ήδη άρχισαν να υλοποιούνται: Tην μετατροπή της
Ελληνικής οικονομίας σε μια οικονομία «έντασης εργασίας», ήτοι πλεονάσματος
χαμηλόμισθου εργατικού δυναμικού, το οποίο θα χρησιμοποιηθεί με τρόπο
παρελθούσης δουλείας στις ξένες επενδύσεις, οι οποίες ήδη πραγματοποιούνται με
την μορφή της εξαγοράς, σε εξευτιλιστικές τιμές, των εθνικών μας κρατικών κερδοφόρων
επιχειρήσεων (ΔΕΚΟ κλπ) και των πλουτοπαραγωγικών μας πηγών (ορυκτού μας
πλούτου) από τις ξένες τράπεζες, επιχειρήσεις και πιράνχας funds (βλ. Μεσοπρόθεσμο
του Ιουλίου του 2011). Αυτό δεν θα το επιτρέψουμε, με οποιοδήποτε κόστος. Ονειρευόμαστε
και θα δώσουμε τη μάχη για μια Ελληνική οικονομία «έντασης κεφαλαίου» και
ιδιαίτερα «ανθρώπινου κεφαλαίου» κι όχι «έντασης εργασίας», στα πρότυπα της
Κίνας και Ινδίας.
(***) ακόμα και ο γεννήτορας του
Νεοφιλελευθερισμού Milton Friedmann και η Anna Swarzch απέδωσαν το Κράχ του 1929, σε υπερβολική
έλλειψη ρευστότητας (μείωση της προσφοράς χρήματος και του πληθωρισμού για την σταθεροποίηση της οικονομίας) στην
παγκόσμια οικονομία για να προστατευτούν οι τιμές των δημόσιων χρεών (των
ομολόγων) που κρατούσαν οι τράπεζες και οι μεγαλοομολογιούχοι !! Ένα παγκόσμιο
θανατηφόρο των λαών οικονομικό κράχ, επιβαλλόμενο για την σωτηρία του
κεφαλαίου…η ιστορία επαναλαμβάνεται και σήμερα στην Νεοφιλελεύθερη Ευρώπη του
2012 !!
Και
καταλήγω, όπως είπα και στο τέλος της Εισαγωγής: Είτε
η Ευρωζώνη θα εξελιχθεί σε μια
οικονομική ομοσπονδία (δημοσιονομική και οικονομική ένωση), με εγκατάλειψη της
Μονοδιάστατης Νεοφιλελεύθερης πολιτικής
και την υιοθέτηση αντίθετα, έστω εναλλακτικά κατά τις ανάγκες και μιας Εθνικής Κευνσιανής
πολιτικής, ή να διαλυθεί και τα κράτη να διατηρούν τα δικά των νομίσματα με
κυμαινόμενες ισοτιμίες. Θα πρέπει συνεπώς κατ` αρχήν να ενσωματωθεί στον
«Ευρωσύνταγμα» μια αναθεώρηση της Συνθήκης του Μάαστριχτ, σύμφωνα με την οποία,
τα ανώτατα όρια του δημόσιου χρέους στο 60% του ΑΕΠ και του ελλείμματος στο 3%
του ΑΕΠ, να είναι υποχρεωτικά μόνο σε περίοδο ανάπτυξης της Ευρωζώνης. Αντίθετα
σε περίπτωση ύφεσης, το χρέος και τα ελλείμματα να καλύπτονται με νομισματικά
μέτρα (αγορά των από την ΕΚΤ), ή με την διάχυσή των στους Ευρωλαούς, δια μέσου Ευρωομολόγων.
Κι όλων αυτών συνδυαζομένων με μια επεκτατική δημοσιονομική επενδυτική πολιτική
(Κευνσιανή πολιτική) και δίκαιη αναδιανομή του πλούτου. Αν δεν επιτευχθούν
αυτά, καλύτερα να εγκαταλείψουμε την Ευρωζώνη και το Ευρώ.
(*)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Πραγματική και ονομαστική ισοτιμία: Η Πραγματική Ισοτιμία καθορίζεται ως εξής: Υπολογίζουμε την αλλαγή της εσωτερικής αξίας (ήτοι
της αγοραστικής δύναμης) της μονάδας του εθνικού νομίσματος (π.χ. της δραχμής
στην Ελλάδα) σε σχέση (το πηλίκον) με την εξωτερική της αξία (ήτοι την
αγοραστική της δύναμη), π.χ. στην Γερμανία, ή την Ελλάδα (μετά την μετατροπή
της σε μάρκα). Η αλλαγές της εξωτερικής αξίας της δραχμής σε Ελλάδα και
Γερμανία, είναι αντίστροφες. Το πηλίκο αυτό είναι η «πραγματική ισοτιμία» των
δύο νομισμάτων. Και αντίστροφα και ισοδύναμα: Υπολογίζουμε την τιμή σε κάθε μία
χώρα μιας συγκεκριμένης ποσότητας ενός συγκεκριμένου προιόντος, αποτιμώμενο στο
εθνικό της νόμισμα και διαιρούμε τις δύο τιμές. Το πηλίκον είναι η «πραγματική
ισοτιμία» των δύο νομισμάτων. Και στις δύο, ισοδύναμες, παραπάνω μεθόδους
έχουμε ουσιαστικά υπολογίσει την Purchasing Power Parity (PPP) Exchange
Rate, η οποία είναι η ισοτιμία η οποία καθιστά
ίσες τις αγοραστικές δυνάμεις των δύο νομισμάτων στην ξένη χώρα. Ή ισοδύναμα,
είναι η ισοτιμία, η οποία ισοσκελίζει το κόστος αγοράς συγκεκριμένων προιόντων
και υπηρεσιών στις δύο χώρες. Είναι προφανές ότι οι σχετικοί ρυθμοί πληθωρισμού
των δύο κρατών επηρεάζουν και καθορίζουν άμεσα την PPP και την «πραγματική
ισοτιμία» των νομισμάτων των. Σε μια ιδανική ελεύθερη αγορά ο «ονομαστική
ισοτιμία» ισούται με την «πραγματική» (PPP). Στην περίπτωση αυτή, καμία από τις δύο χώρες
δεν έχει «πλεονέκτημα ανταγωνιστικότητας» απέναντι στην άλλη. Έτσι η μία χώρα
θα πουλάει στην άλλη τα προιόντα που παράγει στο έδαφός της σε σχετικά
χαμηλότερες τιμές (των ξένων) (συγκριτικό
της πλεονέκτημα) και θα εισάγει τα προιόντα τα οποία μπορεί να παράγει
επίσης στο έδαφός της σε υψηλότερες τιμές των εισαγωμένων.
Πως γίνεται όμως η «ονομαστική ισοτιμία» να
μην ισούται με την πραγματική (PPP), όπως συμβαίνει κατά κανόνα;
Αυτό είναι το αποτέλεσμα της ad hoc καθορισμού της ονομαστικής ισοτιμίας από το κράτος, ή με άλλες
παρεμβατικές ΤΟΥ μεθόδους (για λόγους που εξηγήσαμε παραπάνω στην περίπτωση της
υποτίμησης της δραχμής), ή των στρεβλωτικών κερδοσκοπικών κινήσεων των αγορών.
Στις περιπτώσεις αυτές, η ονομαστική ισοτιμία καθορίζει τον πληθωρισμό.
Συμπέρασμα:
Μια αλλαγή στην ονομαστική ισοτιμία, σημαίνει ότι το
εθνικό νόμισμα ανταλλάσσεται για ένα διαφορετικό ποσόν ξένου νομίσματος. Ενώ
μια αλλαγή στην πραγματική ισοτιμία, σημαίνει ότι οι σχετικές τιμές των εθνικών
και ξένων προιόντων αλλάζουν, όταν αυτά αποτιμηθούν στο ίδιο νόμισμα στην
τρέχουσα (ισχύουσα) ονομαστική ισοτιμία των.
____________________________
Βιβλιογραφία:
1. Η μελέτη Wolfson
Economic Prize 2012 Grexit, σε pdf:
http://www.policyexchange.org.uk/images/WolfsonPrize/wolfson%20economics%20prize%20winning%20entry.pdf (η εργασία, 145 σελίδες)
2. Πώς
καλύπτεται το Δημοσιονομικό Έλλειμα και το Δημόσιο Χρέος (δικό μου άρθρο,γράφει ο Δημ. Αντωνίου)
3. Το «δόγμα
Calvo»: H Μονομερής διαγραφή του εξωτερικού χρέους στο
Ελληνικό και Διεθνές Δίκαιο (δικό μου άρθρο, γράφει ο Δημ. Αντωνίου)
Που θα
με βρείτε:
www.zoidiosia.blogapot.com (το blog μου)
https://www.elpida-politeias.gr (το site μου)
Σχόλια
Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.