Select Menu


Eίμαι Ελληνας του "...εξωτερικού". Και μετακόμισα προσφάτως. Μόλις μια μέρα μετά τις εκλογές, έφευγε το αεροπλάνο μου. Βλέπεις, περίμενα μέχρι τη τελευταία στιγμή. Να δώ το αποτέλεσμα. Για να δώσω μια τελευταία ευκαιρία στον πατριωτισμό μου που μου έτρωγε τα αυτιά φωνάζοντας ..."μείνε"!

Δεν έχω κλείσει ούτε τα τριάντα ακόμα, δυο χρόνια θέλω. Και τα είδα όλα. Δεν έμαθα να ζώ με στερήσεις, μεγάλωσα


με τα βουτυράκια και τα σαλαμάκια μου, τα playstation και τα atari μου, τα Nike και τα Adidas μου, το χαρτζηλίκι και το σκουτεράκι μου. Βουτυράτος, όπως λέτε κι εσείς οι ...παλιοί. Αλλά άμα πέρναγα μπροστά απ΄τον Γέρο στην οδό Σταδίου, γύρναγα το κεφάλι μου σαν ένδειξη σεβασμού, όπως έκαναν οι παρελαύνοντες κάποτε στους πρώην τιμώμενους. Γιατί αν δεν ήταν ΑΥΤΟΣ, εγώ δεν θα είχα ούτε τα σαλαμάκια, ούτε τα σκουτεράκια.

Όταν έκατσαν οι στραβές μετά το "λεφτά υπάρχουν" του ακατοίκητου, ο Γέρος της Οδού Σταδίου μου έδειξε το δρόμο. Και τον ακολούθησα. Τέρμα τα ...σαλαμάκια, οι γκόμενες οι ξεβύζωτες στη παραλιακή, οι φραπέδες στη Γλυφάδα και το gaming στα ιντερνάδικα. Βγήκα έξω, σηκώθηκα απ τον καναπέ, ξεβολεύτηκα. Ο Γέρος της Οδού Σταδίου μου ψιθύριζε στ΄αυτί "Εγώ το χρέος μου γιέ μου το κάμα τότε και πολέμησα τον τύρρανο για σένα, το εγγόνι μου. Και σε λευτέρωσα. Σήκω τώρα εσύ να υπερασπιστείς αυτό που σ΄άφησα κληρονομιά."

Πάλαιψα στις κινητοποιήσεις του περασμένου Ιουνίου και Ιουλίου. Φώναξα μαζί με τους 300σιους. Χτυπήθηκα απ τα ΜΑΤ, μάτωσα τη κεφάλα μου. Αγωνίστηκα ρε! Τίποτα όμως. Μετά οι 300σιοι γίνανε...τριάντα, οι μυριάδες γίνανε ...δεκάδες και στο τέλος μας σκουπίσανε κανονικά μη τυχόν και...μας δεί κανένας αξιοπρεπής τουρίστας και φοβηθεί. Πάλαιψα, για τη πατρίδα μου. Ημουν έτοιμος για ζωή ή για θάνατο.

Ο Γέρος της οδού Σταδίου με εμψύχωνε κάθε μέρα, κάθε στιγμή. Εσείς όμως, οι ...Ελληναράδες της γενιάς (και καλά) του ερειπωμένου Πολυτεχνείου, με προδόσατε. Εσείς και οι γόνοι σας, με δικάσατε στην αφάνεια. Γιατί κιοτέψατε τότε, με τη πρώτο δακρυγόνο, με τη πρώτη γκλομπιά. Με το που σας κάνανε "Μπούουου" τα ανθρωποειδή με τις ασπίδες, κλάσατε πατάτες και τρέχατε σαν χεσμένοι μέσα στα στενάκια της Νίκης και της Μητροπόλεως.

Και μετά, ενώ ο Γέρος της οδού Σταδίου είχε καρφωθεί στο ίδιο τροπάρι "Είσαι Ελληνας, τι προσκυνάς; Σήκω πάνω να πολεμήσεις, εμείς και στους θεούς όρθιοι μιλούμε", εγώ καθόμουν μόνος σε ένα παγκάκι στη έρημη απ τις ..."γενναίες" φωνές των κλασιάρηδων πλατεία και κοίταζα το άπειρο σα φυτό σε γλάστρα. Βλέπεις, εσείς που μας μοστράρατε χρόνια και χρόνια τις ίδιες σκατένιες φάτσες που βλέπατε στο γιαλί και τις χειροκροτάγατε για καλούς και άγιους, όταν καταλάβατε οτι σας πήδαγαν άνευ σιέλου, βγήκατε να ...βαρέσετε τις άδειες κατσαρόλες σας και να...επαναστατήσετε αφού είχατε ντερλικώσει το απογευματινό ψητό στο φούρνο.

Οι χορτάτοι όμως δεν κάνουν επανάσταση ρε! Και το αποδείξατε λίγο αργότερα, όταν μετά το "μπού" των ΜΑΤατζήδων, καθόμουν σε μιαν άλλη άκρη και σας χάζευα που λουζόσασταν χαρωπά στα ζεστά καλοκαιριάτικα νερά του Σαρωνικού και των άλλων...λαικών παραλιών. Αυτή ήταν η επανάσταση σας. Κι ύστερα ήρθαν τα μέτρα, τα μεσοπρόθεσμα, τα ξεπουλήματα, αλλά εσείς...στη κοσμάρα σας! Λέγατε "εντάξει, κάτι θα γίνει, θα αλλάξουν τα πράματα" Πώς θα αλλάξουν ρε μαμούχαλοι; Αν δε τα αλλάξετε εσείς, απο μόνα τους δεν αλλάζουν, δε σας το μαθε η ζωή αυτό;

Και μετά ήρθαν τα κουρέματα και τα πι ες άι, που μας καταδίκαζαν όλους σε θάνατο. Βγήκατε και πάλι, αλλά με μισή καρδιά. Και βγήκα κι εγώ μαζί σας. Και στο πρώτο δακρυγόνο, τα κάνατε πάνω σας. Αντί να ορμήσετε χιλιάδες εναντίον λίγων να υπερασπιστείτε τη γή των πατέρων σας που σας έπαιρναν με το έτσι θέλω και στα χαρτιά, εσείς τα κάνατε πάνω σας κι αφήσατε το αληταριό να κάψει κι αυτά που είχαν μείνει ακόμη όρθια. Εσείς, οι...ηρωικές "γενιές" των ξεφτυσμένων πολυτεχνείων και των σοσιαλησταράδων του κώλου. Κι εγώ που ήμουνα μπροστά-μπροστά, εμπροσθοφυλακή τη λενε στο στρατό, για να σας ανοίγω το δρόμο, έφαγα άλλη μια γκλομπιά στο κεφάλι και μάτωσα, για το τίποτα. "Σταθήτε ωρε κιοτήδες να πολεμήσετε", ούρλιαζα με τη φωνή της ψυχής μου, αλλά κανείς σας δε με άκουγε. Φύγατε κι αφήσατε τη πλατεία πιο έρημη απο ποτέ και τους προδότες να υπογράφουν τα χαρτιά της παράδοσης σας...

Είχα μια τελευταία ελπίδα. Τις εκλογές, που όλοι έτρεμαν. Μου λέγατε "Εκεί θα τους γαμήσουμε. Με τον άλλον τρόπο δε γίνεται, έχουμε παιδιά πίσω μας κι αν πάθουμε κάτι θα μείνουν ορφανά". Δεν ήταν δικαιολογία. Κι ο Νικηταράς παιδιά και φαμίλια είχε, που πείναγαν ενώ αυτός πολέμαγε δίπλα στο Γέρο της Οδού Σταδίου. Αντε, λέω, πού ξέρεις, μπορεί και να χουν δίκιο. Κι ήρθαν επιτέλους οι εκλογές. Οι σκατόφατσες του γιαλιού, είχαν μεγάλο θράσος κι έβγαιναν κι έλεγαν κι έλεγαν. Τι έλεγαν; Τις μεγαλύτερες παπαριές που θα μπορούσε να ακούσει άνθρωπος έλεγαν. Κι όμως, δεν είδα τηλεοράσεις να σπάνε, δεν είδα κόσμο έξω απ τα κανάλια την ώρα που μιλούσαν, δεν άκουσα ουρλιαχτά απόγνωσης να λένε "Φτάνει πια ρε κηφήνες! Ξεκουμπιστείτε απ τα μάτια μας τζουτζέδες"!

Κρύος ιδρώτας με έλουζε. "Ρε λες να τους...ξαναψηφίσουν;" Γύρω μου η ατμόσφαιρα μύριζε πτωμαΐνη. Αυτοκτονίες κάθε μέρα στο φούλ και μια επεισοδιακή στη Πλατεία, μπροστά στα μάτια των ληστών. "Ε, αυτό, θα τους ξεσηκώσει ρε πούστη, δε μπορεί!" Και στις εκλογές θα γίνει της πόπης" Κι ήρθαν οι εκλογές. Κι έγινε της ...πόπης, αλλα απ την ανάποδη! Πάλι οι ληστές είχαν τον πρώτο λόγο! Πάλι αυτοί που σας πρόδωσαν στεγνά, πάλι αυτοί γύρευαν τρόπο να σας κυβερνήσουν και σείς μείνατε να τους κοιτάτε σα χαζοί! Κι όταν δε βρισκόταν ο τρόπος, τότε άρχισε ο...τρόμος. Αυτή τη φορά, το παραμύθι δεν είχε γκλόμπ, δεν είχε δακρυγόνα και βόμβες κρότου-λάμψης. Δεν είχε ματωμένα κεφάλια και λιποθυμιές. Είχε άλλα πράματα, πολύ πιο αποτελεσματικά. "Θα τα χάσετε όλα, κι αυτά τα λίγα που έχετε", σας έλεγαν. "Δεν θα μπορείτε, αυτοί που τα χετε, να αγοράσετε ούτε ένα παστέλι αν πάμε στη δραχμή. Ψηφίστε μας κι εμείς θα σκίσουμε αυτά που υπογράψαμε και θα ορθώσουμε το ανάστημά μας για σάς. Εμείς ξέρουμε τον τρόπο, εσείς όχι. Εμπιστευθείτε μας, δώστε μας μια ευκαιρία ακόμα, αλλιώς θα αδειάσουν ακόμη και οι σκουπιδοτενεκέδες όπου ψάχνετε για φαί."

Και σ αυτό το όπλο κατάπτυστοι, λακίσατε ακόμα πιο πολύ. Δε κλάσατε απλώς πατάτες, ΧΕΣΤΗΚΑΤΕ απ το φόβο σας. Σας χτύπησαν εκεί που πονάγατε. Στο ...πουγγί σας. Και ξεχάσατε οτι αυτοί σας έφεραν στην άκρη στου γκρεμού. Και τους ξαναφέρατε εκεί που ήταν πρίν, σαν να μην πέρασε μια μέρα ρε! Ούτε μια μέρα! Και σήμερα, νάτοι! Σας παραμύθιασαν, λέτε. Σώωωωπα! Οχι που θα σας άφηναν! Ρε χαμένα υποκείμενα, τη κουτάλα ρε δεν την αφήνει κανείς με το καλό κάτω, του τη παίρνεις με τη βία ρε χαμένοι! Και του δίνεις και μια κλωτσιά του αλήτη να πέσει μέσα στο καζάνι να πνιγεί! Αυτό κάνετε μαλάκες! ...
Τώρα, τι μου τσαμπουνάτε εσείς με τεθλιμμένα κείμενα, για...λαούς προδομένους (τι λε ρε, σοβαρά; άντε!), για άγχη, για στηθάγχη, για πείνες, δίψες και κακοχεριές, για ..."κλάαααμα η κυρία" καταστάσεις που τη...πήδηξε ο ομορφονιός και της πήρε ό,τι πολυτιμότερο είχε και την άφησε αμανάτι!

Εγώ ο μαλάκας σας το φώναζα ρε στις πλατείες και στα στενά, σας το φώναζα και στις παρέες, στις συγκεντρώσεις, στις καφετέριες και στα φαγάδικα. "Είναι η τελευταία ευκαιρία ρεεεεεε!!! Διώξτε τους!!!!" Παπάρια μάντζουλες... Ξανά τα ίδια σκατά στο γιαλί, ξανά οι ίδιες παπαριές "Θα παλαίψουμε, δε θα τους περάσει, θα τους δείξουμε εμείς" και άλλα τέτοια ηρωικά και γενναία και μόλις αλέκτωρ ελάλησε τρείς, φέρτε ό,τι έχετε να τα υπογράψουμε!...

Εγω αγαπητοί μου, την έκανα απο κεί. Απ το σκατό που σας έχει πνίξει. Ηρθα εδώ που ήρθα (σιγά μη σας το πώ που είμαι, μόνο ο διαχειριστής που έχει το μπλόγκ θα μπορεί να το δεί) και σας στέλνω χαιρετίσματα και σας κουνάω το μαντήλι! Πως τα κατάφερα; Ευτυχώς που ο παππούλης μου είχε έρθει πρώτος εδώ κι είχε πάρει μια υπηκοότητα και που κράτάει μέχρι και στα...εγγόνια του! Και με μπάσανε μέσα στη χώρα. Ήμουν τυχερός. Γιατί αν διανοηθεί τώρα κανείς σας να έρθει κατα δώ, θα τον γυρίσουνε πίσω με το πρώτο αεροπλάνο. Και τη βόλεψα τη δουλειά. Βολεύτηκα, βρήκα και μια δουλίτσα "καθαριστής τζαμιών", τσακώνω και εναμισι χιλιάρικο το μήνα και ζώ. Και δε πρόκειται να φύγω απο δώ ούτε πεθαμένος. Γιατί εγώ πόνεσα όσο κανείς τον τόπο μου και τον υπερασπίστηκα.

Αλλά δεν θα καθήσω να πεθάνω για να πηγαίνετε εσείς κουφάλες την επ'αύριο και να μου ξανανεβάζετε στο θρόνο τα ίδια σκύβαλα και να κουνάτε το κεφάλι σας απο λύπηση όταν ακούτε για μένα που τα τέζαρα μαχόμενος. Εκεί λοιπόν, να πεινάστε, να εξαθλιωθείτε, να συρθήτε καταγής, να ικετέψετε, να δυστυχήστε, να πεθάνετε. Δε μου καίγεται καρφί. Γιατί είστε ανάξιοι να λέγεστε εγγόνια του Γέρου της Οδού Σταδίου.

Και όχι μόνο είστε ανάξιοι, αλλά να ανέχεστε και να τον βρίζουν κάτι ...Τατσόπουλοι, τσατσόπουλοι και δε συμμαζεύεται και οχι μόνο να τους ανέχεστε, αλλά και να τους...βγάζετε και βουλευτές!!!! Αυτούς και τις Ρεπούσες, τερούσες και το κακό σας συναπάντημα, που όχι μόνο δε σεβάστηκαν τ΄αδέρφια σας που σφάχτηκαν απ το χατσάρι των Μογγόλων, αλλά και που θέλουν και τα παιδιά σας να ξεχάσουν τι σημαίνει πατρίδα και θρησκεία, απαγορεύοντάς τα να πηγαίνουν ακόμα και στην ...εκκλησία!

Αυτούς θέλετε, γι αυτούς είστε φτιαγμένοι, αυτοί σας αξίζουν. Κι αν σας δώσουν τη χαριστική βολή, πάλι αυτούς θα θέλετε. Γι αυτό, άντε γειά μαλάκες. Εγώ Ελληνας γεννήθηκα κι Ελληνας θα πεθάνω. Και δεν πρόκειται να προσκυνήσω, αλλά ούτε και να πεθάνω για σας. Σταματήστε λοιπόν τις κλάψες και απολαύστε το ...αγγούρι που σας έχωσαν. Το αξίζετε. Κάτι ξέρει ο Θεός που σας αφήνει να ψοφάτε εκεί στις λάσπες και στη βρωμιά. Θα σας βγάλει απο κεί μέχρι που να βάλετε μυαλό. Και μέχρι τότε, εις το επανιδείν.

Ενας πρώην συμπατριώτης σας.



 Το βρήκα ως σχόλιο για μια ανάρτηση στο ιστολόγιο "Ας μιλησουμε επιτέλους"

Σχόλια

Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.

 
Top