Αμερικανοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι βρήκαν τρόπο να απαλλάξουν τους λήπτες μοσχευμάτων από δύο βασικά προβλήματα: την ανάγκη εύρεσης απολύτως συμβατού δότη, αλλά και την ανάγκη λήψης ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων εφ΄όρου ζωής, τα οποία χρειάζονται σήμερα για να αποφύγουν την απόρριψη του μοσχεύματος.
Η νέα τεχνική, η οποία παρουσιάζεται στην επιθεώρηση Science Translational Medicine, αφορά ουσιαστικά την αντικατάσταση του ανοσοποιητικού συστήματος του λήπτη με το ανοσοποιητικό σύστημα του δότη.
Αυτό γίνεται μέσω της μεταμόσχευσης μυελού των οστών, από τον οποίο προέρχονται τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η μέθοδος εφαρμόστηκε σε μόλις οκτώ ασθενείς που υποβλήθηκαν σε μεταμόσχευση νεφρού. Σε κάποιους από αυτούς, μάλιστα, τα μοσχεύματα νεφρού και μυελού των οστών δεν παρουσίαζαν πλήρη ιστοσυμβατότητα.
Οι πέντε από τους οκτώ ασθενείς έπαψαν τελικά να λαμβάνουν ανοσοκατασταλτικά φάρμακα, και οι ερευνητές ευελπιστούν τώρα ότι η μέθοδος θα είναι εξίσου αποτελεσματική και στις μεταμοσχεύσεις άλλων οργάνων.
Απόρριψη
Ένα βασικό πρόβλημα στις μεταμοσχεύσεις είναι ότι, ακόμα κι αν ο δότης του μοσχεύματος είναι ανοσολογικά συμβατός, ο λήπτης πρέπει να λαμβάνει φάρμακα που καταστέλλουν το ανοσοποιητικό του σύστημα και αποτρέπουν την απόρριψη. Παράλληλα, όμως, τα φάρμακα αυτά αυξάνουν τον κίνδυνο άλλων παθήσεων, καθώς και τον κίνδυνο θανατηφόρου λοίμωξης.
Η λύση που δοκίμασε η ομάδα της Σούζαν Ίλσταντ στο Πανεπιστήμιο του Λούιβιλ ήταν να εξουδετερώσει το ανοσοποιητικό σύστημα του λήπτη και να το αντικαταστήσει με το ανοσοποιητικό του δότη.
Αυτό μπορεί να γίνει με μεταμόσχευση μυελού των οστών: σε πρώτη φάση, ο μυελός των οστών του λήπτη καταστρέφεται με χημειοθεραπεία και ακτινοβολία. Σε δεύτερη φάση, αντικαθίσταται με μυελό των οστών από τον (ζώντα) δότη.
Η προσέγγιση αυτή ακούγεται απλή στην πράξη, στην πραγματικότητα όμως είναι εξαιρετικά δύσκολη. Το πρόβλημα είναι ότι το μεταμοσχευμένο ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να αναγνωρίσει ως ξένους τους ιστούς του λήπτη και να αρχίσει να τους επιτίθεται.
Η Δρ Ίλσταντ κατάφερε να λύσει και αυτό το πρόβλημα απομακρύνοντας από τα δείγματα μυελού των οστών μια ειδική κατηγορία βλαστικών κυττάρων, στην οποία αποδίδονται αυτού του είδους οι επιπλοκές.
Τα αποτελέσματα που δημοσιεύει η ερευνητική ομάδα είναι εντυπωσιακά, σχολιάζει ο Τατσούο Καβάι του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, ο οποίος υπογράφει συνοδευτικό άρθρο σχολιασμού στην ίδια επιθεώρηση.
Παρόλα αυτά, η μέθοδος είναι απίθανο να εφαρμοστεί σύντομα σε άλλα ερευνητικά κέντρα. Η Δρ Ίλσταντ δεν αποκαλύπτει λεπτομέρειες για την τεχνική και τα εν λόγω βλαστικά κύτταρα, καθώς έχει ιδρύσει την εταιρεία Regenerex, μέσω της οποίας σκοπεύει να αξιοποιήσει εμπορικά τη μέθοδο.
Η νέα τεχνική, η οποία παρουσιάζεται στην επιθεώρηση Science Translational Medicine, αφορά ουσιαστικά την αντικατάσταση του ανοσοποιητικού συστήματος του λήπτη με το ανοσοποιητικό σύστημα του δότη.
Αυτό γίνεται μέσω της μεταμόσχευσης μυελού των οστών, από τον οποίο προέρχονται τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η μέθοδος εφαρμόστηκε σε μόλις οκτώ ασθενείς που υποβλήθηκαν σε μεταμόσχευση νεφρού. Σε κάποιους από αυτούς, μάλιστα, τα μοσχεύματα νεφρού και μυελού των οστών δεν παρουσίαζαν πλήρη ιστοσυμβατότητα.
Οι πέντε από τους οκτώ ασθενείς έπαψαν τελικά να λαμβάνουν ανοσοκατασταλτικά φάρμακα, και οι ερευνητές ευελπιστούν τώρα ότι η μέθοδος θα είναι εξίσου αποτελεσματική και στις μεταμοσχεύσεις άλλων οργάνων.
Απόρριψη
Ένα βασικό πρόβλημα στις μεταμοσχεύσεις είναι ότι, ακόμα κι αν ο δότης του μοσχεύματος είναι ανοσολογικά συμβατός, ο λήπτης πρέπει να λαμβάνει φάρμακα που καταστέλλουν το ανοσοποιητικό του σύστημα και αποτρέπουν την απόρριψη. Παράλληλα, όμως, τα φάρμακα αυτά αυξάνουν τον κίνδυνο άλλων παθήσεων, καθώς και τον κίνδυνο θανατηφόρου λοίμωξης.
Η λύση που δοκίμασε η ομάδα της Σούζαν Ίλσταντ στο Πανεπιστήμιο του Λούιβιλ ήταν να εξουδετερώσει το ανοσοποιητικό σύστημα του λήπτη και να το αντικαταστήσει με το ανοσοποιητικό του δότη.
Αυτό μπορεί να γίνει με μεταμόσχευση μυελού των οστών: σε πρώτη φάση, ο μυελός των οστών του λήπτη καταστρέφεται με χημειοθεραπεία και ακτινοβολία. Σε δεύτερη φάση, αντικαθίσταται με μυελό των οστών από τον (ζώντα) δότη.
Η προσέγγιση αυτή ακούγεται απλή στην πράξη, στην πραγματικότητα όμως είναι εξαιρετικά δύσκολη. Το πρόβλημα είναι ότι το μεταμοσχευμένο ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να αναγνωρίσει ως ξένους τους ιστούς του λήπτη και να αρχίσει να τους επιτίθεται.
Η Δρ Ίλσταντ κατάφερε να λύσει και αυτό το πρόβλημα απομακρύνοντας από τα δείγματα μυελού των οστών μια ειδική κατηγορία βλαστικών κυττάρων, στην οποία αποδίδονται αυτού του είδους οι επιπλοκές.
Τα αποτελέσματα που δημοσιεύει η ερευνητική ομάδα είναι εντυπωσιακά, σχολιάζει ο Τατσούο Καβάι του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, ο οποίος υπογράφει συνοδευτικό άρθρο σχολιασμού στην ίδια επιθεώρηση.
Παρόλα αυτά, η μέθοδος είναι απίθανο να εφαρμοστεί σύντομα σε άλλα ερευνητικά κέντρα. Η Δρ Ίλσταντ δεν αποκαλύπτει λεπτομέρειες για την τεχνική και τα εν λόγω βλαστικά κύτταρα, καθώς έχει ιδρύσει την εταιρεία Regenerex, μέσω της οποίας σκοπεύει να αξιοποιήσει εμπορικά τη μέθοδο.
Newsroom ΔΟΛ
Σχόλια
Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.