Είχαμε επιβολή ενός πλέγματος απίστευτων σε έμπνευση φόρων, όπως ο κεφαλικός φόρος, οι φόροι για τα τζαμιά, για τα χαρέμια, για τη συντήρηση των οχυρών κ.λπ. επιβάρυναν κυρίως τον υπόδουλο ελληνικό πληθυσμό και υπογράμμιζαν έτσι με τον πιο έντονο και αυταρχικό τρόπο τις εθνικές διαφορές ανάμεσα στους κατακτητές και τους ραγιάδες, ιδιαίτερα κατά τα χρόνια της πρώιμης Τουρκοκρατίας. Η ανελέητη φορολογία σε συνδυασμό με τον τρόπο εκμετάλλευσης της γης και τον έλεγχο των μέσων παραγωγής, είχε σαν αποτέλεσμα την καθυστέρηση στην ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας και την εγκατάλειψη της γης.
Βασική υποχρέωση των κοινοτικών αρχόντων της εποχής, ήταν το "στρώσιμο των τεφτεριών" φράση που σήμαινε, ότι όριζαν το φόρο, που έπρεπε να πληρώσει κάθε μέλος της κοινότητας, ανάλογα με την περιουσιακή του κατάσταση (ιδιόκτητο σπίτι, χωράφια κλπ.) και τα εισοδήματα του, με βάση το "κατάστιχο" που συντασσόταν από εκτιμητές κάθε 7 χρόνια. Την είσπραξη έκανε ο "γραμματικός" του χωριού ή κάποιος ειδικός φοροεισπράχτορας. Οι φόροι, αυτοί ήταν άσχετοι από άλλα "δοσίματα" για κοινοτικές ανάγκες (δρόμους, γεφύρια, κονάκι του βοεβόδα, πληρωμή ζημιών, αμοιβή κοινοτικών υπαλλήλων, δασκάλων, υδρονόμων, αγροφυλάκων κλπ.). Γενικά, οι φόροι που πλήρωναν οι υπόδουλοι στους Οθωμανούς κατακτητές ήταν αρκετοί, αλλά και δυσβάστακτοι.
Κάθε οικογένεια κατέβαλλε επίσης πολλά άλλα "χαράτσια" (φόρους) για τα παραγόμενα προϊόντα, για τα κτήματα. Ο βασικός φόρος ήταν αυτός της δεκάτης. Δηλαδή σε κάθε δέκα ίσα μέρη παραγωγής αγροτοκτηνοτροφικού προϊόντος, το ένα μέρος το έπαιρνε ο εκπρόσωπος της Οθωμανικής εξουσίας. Το κράτος υπενοικίαζε συνήθως το δικαίωμα είσπραξης της δεκάτης σε τοπικούς άρχοντες.
Oι Οθωμανοί, στην προσπάθεια τους να ελέγξουν αποφασιστικά τους υπόδουλους υπηκόους του κράτους τους, ανέπτυξαν ένα λεπτομερές σύστημα καταγραφής των οικονομικών και δημογραφικών δεδομένων, που συνέλεγαν από κάθε γωνία της αυτοκρατορίας.
Σε ολόκληρη τη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας, οι μη μουσουλμανικοί πληθυσμοί του ελλαδικού, του μικρασιατικού και του βαλκανικού χώρου, ήταν υποχρεωμένοι να εξαργυρώνουν την αποδοχή της θρησκευτικής τους ταυτότητας από το κράτος, καταβάλλοντας, σε ετήσια βάση, ένα καθορισμένο χρηματικό ποσό, τον κεφαλικό φόρο. H καταβολή του φόρου αυτού ήταν σύμφωνη με τον ιερό νόμο του Iσλάμ, ο οποίος όριζε, πως οι "άπιστοι", που κατοικούσαν στη γη των "πιστών" ήταν υποχρεωμένοι να πληρώνουν χρήματα για την "προστασία" τους από τους μουσουλμάνους. Tο ύψος του κεφαλικού φόρου καταλογιζόταν σε κάθε νοικοκυριό (hane) και δεν παρουσίαζε μεγάλη διακύμανση. Eπιβαρυνόταν, σχεδόν ισόποσα, όλος ο ενήλικος ανδρικός υποτελής πληθυσμός.
Αναλυτικότερα έχουμε:
Οι κάτοικοι των Αγράφων για παράδειγμα, πλήρωναν μεταξύ άλλων και... ένα "αστάρι"(βαμβακερό ύφασμα επένδυσης), 6 πήχες η κάθε οικογένεια, που χρησίμευε "ως σφογγιστήρι των αγγείων του σουλτάνου". Το ύφασμα αυτό το ύφαιναν στον αργαλειό και το συγκέντρωνε ο "αστάρ τσαούσης", που είχε την έδρα του στη Λάρισα. Ο λαός της περιοχής έβλεπε ως πραγματικούς επιδρομείς τους ακόρεστους φοροεισπράκτορες του κράτους, που ο Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός αποκαλούσε "λυκόμορφους φορολόγους".
Βασική υποχρέωση των κοινοτικών αρχόντων της εποχής, ήταν το "στρώσιμο των τεφτεριών" φράση που σήμαινε, ότι όριζαν το φόρο, που έπρεπε να πληρώσει κάθε μέλος της κοινότητας, ανάλογα με την περιουσιακή του κατάσταση (ιδιόκτητο σπίτι, χωράφια κλπ.) και τα εισοδήματα του, με βάση το "κατάστιχο" που συντασσόταν από εκτιμητές κάθε 7 χρόνια. Την είσπραξη έκανε ο "γραμματικός" του χωριού ή κάποιος ειδικός φοροεισπράχτορας. Οι φόροι, αυτοί ήταν άσχετοι από άλλα "δοσίματα" για κοινοτικές ανάγκες (δρόμους, γεφύρια, κονάκι του βοεβόδα, πληρωμή ζημιών, αμοιβή κοινοτικών υπαλλήλων, δασκάλων, υδρονόμων, αγροφυλάκων κλπ.). Γενικά, οι φόροι που πλήρωναν οι υπόδουλοι στους Οθωμανούς κατακτητές ήταν αρκετοί, αλλά και δυσβάστακτοι.
Κάθε οικογένεια κατέβαλλε επίσης πολλά άλλα "χαράτσια" (φόρους) για τα παραγόμενα προϊόντα, για τα κτήματα. Ο βασικός φόρος ήταν αυτός της δεκάτης. Δηλαδή σε κάθε δέκα ίσα μέρη παραγωγής αγροτοκτηνοτροφικού προϊόντος, το ένα μέρος το έπαιρνε ο εκπρόσωπος της Οθωμανικής εξουσίας. Το κράτος υπενοικίαζε συνήθως το δικαίωμα είσπραξης της δεκάτης σε τοπικούς άρχοντες.
Oι Οθωμανοί, στην προσπάθεια τους να ελέγξουν αποφασιστικά τους υπόδουλους υπηκόους του κράτους τους, ανέπτυξαν ένα λεπτομερές σύστημα καταγραφής των οικονομικών και δημογραφικών δεδομένων, που συνέλεγαν από κάθε γωνία της αυτοκρατορίας.
Σε ολόκληρη τη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας, οι μη μουσουλμανικοί πληθυσμοί του ελλαδικού, του μικρασιατικού και του βαλκανικού χώρου, ήταν υποχρεωμένοι να εξαργυρώνουν την αποδοχή της θρησκευτικής τους ταυτότητας από το κράτος, καταβάλλοντας, σε ετήσια βάση, ένα καθορισμένο χρηματικό ποσό, τον κεφαλικό φόρο. H καταβολή του φόρου αυτού ήταν σύμφωνη με τον ιερό νόμο του Iσλάμ, ο οποίος όριζε, πως οι "άπιστοι", που κατοικούσαν στη γη των "πιστών" ήταν υποχρεωμένοι να πληρώνουν χρήματα για την "προστασία" τους από τους μουσουλμάνους. Tο ύψος του κεφαλικού φόρου καταλογιζόταν σε κάθε νοικοκυριό (hane) και δεν παρουσίαζε μεγάλη διακύμανση. Eπιβαρυνόταν, σχεδόν ισόποσα, όλος ο ενήλικος ανδρικός υποτελής πληθυσμός.
Αναλυτικότερα έχουμε:
- Τον κεφαλικό φόρο, από όλους τους υπόδουλους (άνδρες, γυναίκες και παιδιά).
- Η λεγόμενη "αποδεκάτωσις παίδων". Πρόκειται για το ελεεινό "παιδομάζωμα" που καθιερώθηκε επί σουλτάνου Μουράτ Α΄. Έπαιρναν υποχρεωτικά, Ελληνόπουλα ηλικίας αρχικά 6-7 ετών και τα κατέτασσαν στα τάγματα των Γενιτσάρων. Αυτός ο φόρος είχε ονομασθεί και "φόρος αίματος".
- Ο στρατιωτικός φόρος που τον πλήρωνα ν όλοι οι άρρενες κάτοικοι από 12 ετών έως τα βαθιά τους γεράματα.
- Ο φόρος "Κιουρέκ αξεσί" που τα έσοδά του προορίζονταν για την ενίσχυση του στόλου.
- Ο φόρος "Αβαρίζ" για την αποφυγή της στρατολόγησης.
- Ο φόρος "Αβέ Αξεσή" για την ... διαδκέδαση του σουλτάνου!!!
- Ο φόρος "Τεκιαλίφι Ντιβανιγιέ" για τις ανάγκες του υπουργικού συμβουλίου.
- Ζητήθηκε ακόμα και "φόρος οδοντογλυφίδας" που τον απαιτούσαν από τους υπόδουλους οι Τούρκοι αγάδες και άλλοι αξιωματούχοι για τον καθαρισμό των δοντιών τους!!!
Οι κάτοικοι των Αγράφων για παράδειγμα, πλήρωναν μεταξύ άλλων και... ένα "αστάρι"(βαμβακερό ύφασμα επένδυσης), 6 πήχες η κάθε οικογένεια, που χρησίμευε "ως σφογγιστήρι των αγγείων του σουλτάνου". Το ύφασμα αυτό το ύφαιναν στον αργαλειό και το συγκέντρωνε ο "αστάρ τσαούσης", που είχε την έδρα του στη Λάρισα. Ο λαός της περιοχής έβλεπε ως πραγματικούς επιδρομείς τους ακόρεστους φοροεισπράκτορες του κράτους, που ο Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός αποκαλούσε "λυκόμορφους φορολόγους".
Σχόλια
Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.