Select Menu

Το άρθρο αυτό, γράφτηκε με αφορμή ένα άρθρο στην Καθημερινή για τους αιώνιους φοιτητές, μια ανακοίνωση του «δικτύου πανεπιστημιακών» για τις διαγραφές φοιτητών, κι ένα άρθρο - σε παράπλευρη στήλη του Λόγιου Ερμή - για τη λέξη «Φιλότιμο», η οποία ως ελληνική αξία, τείνει να εκλείψει σήμερα.
Ας δούμε το θέμα των πανεπιστημιακών σπουδών των νέων, σαν ένα διαχρονικό παραμύθι της ελληνικής κοινωνίας.

Μια φορά κι έναν καιρό, λοιπόν, σε μια πολυταξική και ελληνική κοινωνία, ένα ζευγάρι γονέων επιστημόνων, αγροτών, επιχειρηματιών (ή ό,τι άλλο φανταστείτε) αποφάσισαν (τον καιρό που επρόκειτο να τεθεί το τέκνο τους σε κοινωνική δοκιμασία για την κατάταξή του- ή όχι- στους εκλεκτούς της κοινωνίας) να το ωθήσουν να σπουδάσει οπωσδήποτε στο πανεπιστήμιο, γιατί αυτό φάνταζε σαν η καλύτερη προοπτική για τη ζωή του νέου.

Η σπουδή στο πανεπιστήμιο θα το κατέτασσε αναγκαίως στους έξυπνους, τους ικανούς, τους έχοντες, κι αυτό με τη σειρά του θα γινόταν ένας από τους κατέχοντες της κοινωνίας. Θα κατείχε μια θέση, από την οποία θα μπορούσε να έχει μια επαγγελματική εξέλιξη προσοδοφόρα, ή μια υπαλληλική ή πολιτική θέση στην κρατική ιεραρχία και δομή.

Αυτοί οι γονείς, κατ’ αρχήν οι επιστήμονες, είναι βέβαιο ότι θεωρούσαν αυτονόητο πως το παιδί τους δεν θα μπορούσε να γίνει κάτι άλλο, παρά επιστήμονας, γιατί -με τον τρόπο αυτόν- θα αποδείκνυαν στον εαυτό τους ότι η ζωή τους επιβεβαιώνεται και επιδοκιμάζεται από το τέκνο τους, το οποίο ακολουθεί το δρόμο που κι εκείνοι διάλεξαν.

Οι χειρώνακτες γονείς, (και σκληρά εργαζόμενοι για τον επιούσιο -όπως οι αγρότες, εργάτες κλπ.- ανασφαλείς οι ίδιοι για την ικανότητά τους να πορίζονται τα προς το ζην της οικογένειας, και τα συναφή αδιέξοδα του αδύναμου επαγγελματία), είναι επίσης βέβαιο πως θα θεωρούσαν σημαντικό βήμα για το παιδί τους, να μην κάνει την ίδια δύσκολη, αδιέξοδη και αβέβαιη βιοποριστική διαδρομή. Φυσικά, αυτοί επιζητούσαν για το παιδί τους, κάτι άλλο, καλύτερο. Έτσι, αν το τέκνο κατάφερνε να σπουδάσει θα κατατασσόταν αυτόματα στους ικανούς, τους έξυπνους, κλπ, κλπ. . (Αν και αυτό θα έδειχνε ότι το παιδί τους αποδοκίμαζε τη ζωή των γονιών του!).

Οι επιχειρηματίες γονείς, πάλι, είναι το ίδιο βέβαιο ότι θα ωθούσαν το παιδί τους σε σπουδές, ώστε, ακόμη κι αν τελικά αναλάμβανε την επιχείρηση, να είναι σε καλύτερη θέση από αυτούς και να κάνει καλύτερη δουλειά, περισσότερο επικερδή, για να ζήσει αυτό καλύτερα! Έτσι θα μπορούσε να γίνει ικανό στέλεχος της κοινωνίας με σημαίνουσα θέση σ’ αυτή, αφού θα μπορούσε και να επηρεάζει την κοινωνία (να δίνει δουλειά στον κόσμο και να εισπράττει από την παραγωγή του, κλπ).

Το ίδιο και οι γονείς που ήσαν πολιτικοί. Αυτό, καλύτερα να μην το αναλύσουμε. Το θέμα είναι καλά μελετημένο και παρέχει, από μόνο του τόσα πολλά παραδείγματα στη χώρα μας (πόσες οικογένειες πολιτικών είναι στο προσκήνιο, εδώ κι εκατό χρόνια;)

Όλοι θέλουμε για τα παιδιά μας «το καλύτερο» από εκείνο που είχαμε εμείς. Άλλοι από εμάς επιζητήσαμε τη δική μας επιβεβαίωση, χωρίς να προβληματιστούμε, αν αυτό είναι και το καλύτερο για τα παιδιά μας. Για το χαρακτήρα, τις κλήσεις και κλίσεις που τα παιδιά μας είχαν. Άλλοι, στην αγωνία μας να ζούν τα παιδιά μας με κοινωνική αναγνώριση και οικονομική άνεση, τα ωθήσαμε σε δραστηριότητες επικερδείς, με επίφαση μόρφωσης. Άλλοι σε μόρφωση τυπική, ώστε να αποκτήσουν ένα πτυχίο χωρίς περιεχόμενο για τη ζωή τους και την ευτυχία τους, με στόχο να γαντζωθούν στο δημόσιο κορβανά της ξεγνοιασιάς και της ραστώνης των χαλαρών ρυθμών εργασίας. Καμμιά φορά μάλιστα, αδιάφορα από την πραγωγικότητά τους και την αξία του έργου που επιτελούν, χάριν της κοινωνίας, η οποία και εξασφαλίζει την αμοιβή του εργαζομένου σε μια τέτοια θέση.

Ποιο καλύτερο όμως; Τι ήταν, τελικά, αυτό το καλύτερο; Μήπως, στη θέση του καλύτερου, τοποθετήσαμε το ευκολώτερο, το χωρίς κόπο, το καλώς αμειβόμενο, το φανταχτερό;

Μήπως στη θέση του καλύτερου τοποθετήσαμε το χαριστικό (το δωρεάν, το προνομιακό, την «κοινωνική παροχή της σύνταξης του τυφλού ταξιτζή» κλπ. παρόμοια), το άνευ προσπαθείας (αντιγραφή του εξεταζόμενου σε διαγωνισμό, προαγωγή χωρίς προσόντα κλπ παρόμοια), το ανέξοδο αντάλλαγμα της εκδούλευσης (πολιτικό ρουσφέτι κλπ. παρόμοια);

Ναι, ακριβώς αυτό έγινε. Σιγά-σιγά, χωρίς να το καταλάβουμε, χάσαμε τον κώδικα. Αξιών. Και η κοινωνία μας ολόκληρη, βαδίζει πάνω σε μια τεντωμένη κλωστή. Αυτή, του: «Εγώ θέλω τώρα».

Διαβάζω στην Καθημερινή το άρθρο για τους αιώνιους φοιτητές. Κάποιος σπούδασε χάριν των φιλοδοξιών του πατέρα του, άλλος εμποδίστηκε να ολοκληρώσει για λόγους βιοπορισμού. Ένας άλλος δήλωσε, πως είναι γλυκειά η ζωή του φοιτητή.

Αδυνατώ, με βάση τα προσωπικά μου βιώματα να κατανοήσω και τους τρείς. Εξηγούμαι: Παρ’όλο που ο πατέρας μου γεωργούσε τη γη με μεγάλη αγάπη και επιμέλεια, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να κάνει κάτι άλλο, είχε ωστόσο τεράστια δυσκολία επιβίωσης. Αλλά, όταν του ανακοίνωσα ότι επιθυμώ να σπουδάσω, αποδέχθηκε ότι δεν μπορούσε να μου αρνηθεί τη ζωή μου. Δεν μου επέτρεψε μάλιστα (δηλ. ήταν αντίθετος στο) να εργαστώ παράλληλα με τις σπουδές μου, για να μην καθυστερήσω να τελειώσω, αλλά μου επέβαλε να ζήσω όπως και η οικογένειά μου. Να ζήσω δηλαδή στο μέτρο των οικονομικών δυνατοτήτων που εκείνος θα μου παρείχε. Και ήταν πενιχρές.

Έτσι, έλαβα την ευκαιρία, παιδί ακόμη, να κατανοήσω πολύ καλά, ότι οι σπουδές μου ήσαν ο ατομικός μου στίβος. Για πρώτη φορά, στα 18 μου χρόνια, έπρεπε να αγωνιστώ, να στερηθώ και να κοπιάσω πολύ, για κάτι που ήθελα για ολόκληρη τη ζωή μου. Για πρώτη φορά στη ζωή μου, βρέθηκα αντιμέτωπη με την πραγματικότητα να πρέπει να εκτιμήσω τα χρήματα που είχα με προορισμό τις σπουδές μου και να γνωρίσω τις δυσκολίες στη διαχείριση της ελευθερίας μου. Της ελευθερίας στις επιλογές μου και τις συνέπειες αυτής της ελευθερίας.

Αυτή η πειθαρχία στην ανάγκη, με δίδαξε πολλά. Και ευχαριστώ τους γονείς μου για τη στέρηση που εκείνοι υπέστησαν, ώστε να μπορέσω εγώ να πραγματοποιήσω το πνευματικό μου ξεκίνημα, με την υποστήριξή τους.

Η πολιτικοποίηση που -εξαιτίας των νομικών μου σπουδών- ήταν προφανές πως θα επισυνέβαινε και στο άτομό μου, αύξαινε με την κατάρτιση σε θέματα όπως έθιμο, δίκαιο, δικαιογένεση, εφαρμογή και ερμηνεία του δικαίου, κλπ. θέματα της φιλοσοφίας του Δικαίου, καθώς και η γνώση του Καταστατικού του Πολιτεύματος Χάρτη, ή ο έλεγχος της διοίκησης και τα όρια της εξουσίας της. Όλη αυτή η γνώση, δεν μου επέτρεψε να ευτελίσω την προσωπικότητά μου σε πολιτικό νεροκουβαλητή (αφισοκολλητή της εποχής) ώστε να συμβάλω στο να εγκαθιδρυθεί το πολιτικό μέλλον και το παρόν κάποιου πολιτικού.

Στοιχείο σημαντικό στη διαπαιδαγώγησή μου στάθηκε η εργατικότητα και η συνέπεια, καθώς και η ατομική μου ευθύνη για τις πράξεις και για τις ολιγωρίες μου. Έτσι, σκεφτόμουν, το καλύτερο που είχα να κάνω ήταν: να μορφώνομαι και να είμαι συνεπής με το σκοπό μου, δηλ. επιμελής με τις σπουδές μου και υπεύθυνη με τον χρηματοδότη μου-που ώφειλα να σέβομαι τον κόπο και τη στέρησή του για χάρη μου- κι όσο για την πολιτική μου δράση, αυτή θα ήταν καλύτερη αν μπορούσα να την υποστηρίζω με τα έργα μου, παρά με τις αφίσες. Αρνήθηκα να κολλάω αφίσες, γιατί αυτές έλεγαν λόγια και έδιναν μηνύματα που δεν ήταν δικά μου, και που δεν ήξερα αν ήταν αληθινά. Και δεν ήταν, μιλώντας εκ του αποτελέσματος.

Σήμερα, με τόση ενημέρωση, έλειψε η διαπαιδαγώγηση και η de facto νουθεσία της νεότητας από την οικογένεια. Όλοι είμαστε βιαστικοί να κοινωνικοποιηθούμε περισσότερο, να βγάλουμε περισσότερα, να επιβληθούμε περισσότερο, να επιδειχθούμε περισσότερο. Και καλά εμείς, σε προσωπικό επίπεδο! Το θέλουμε για τον εαυτό μας. Είμαστε αυτό που είμαστε.

Όταν όμως κάποιος, ιδιαίτερα κατά την περίοδο των σπουδών (που είναι περίοδος κατανόηση του κόσμου, των συσχετισμών στην πολιτική και στην οικονομία, της δυναμικής της ζωής), μας καλεί και μας ωθεί, να επιδοθούμε σε αγώνες προκειμένου αυτός να υλοποιεί το πρόγραμμά του, είναι απορίας άξιο το πώς και το γιατί αδυνατούμε να αντιληφθούμε ότι αυτός μας χρησιμοποιεί! Μήπως προσδοκούμε χαριστικό-άνευ προσπαθείας-αντάλλαγμα πολιτικής εκδούλευσης;

Είναι προφανές, ότι η εστίαση σε τέτοιους αγώνες, θα έχει αναγκαία συνέπεια να αποδιοργανώνεται η δουλειά και ο σκοπός μας, και ως σπουδάζοντες, να καταντήσουμε «αιώνιοι φοιτητές». Γιατί οι αγώνες αυτοί, δεν γίνονται παράλληλα -και στα πλαίσια- και της προσωπικής μας ανάπτυξης, αλλά για άλλους λόγους, που αφορούν κυρίως την υλοποίηση προγραμματικών επιδιώξεων κάποιου. Αυτός, διαρκώς θα θέλει από μας, απλώς και μόνο να είμαστε στη διάθεσή του, ως κρίσιμη μάζα κρούσεως, και όχι ως πολίτες με λόγο, θέσεις, άποψη, ισχύ επιχειρημάτων και ελεγκτική δύναμη.

Οι «κοινωνικοί αγώνες» δεν γίνονται πια για να φωτιστεί ο απληροφόρητος λαός. Σήμερα όλοι είναι πληροφορημένοι. Οι αγώνες δεν είναι πια κοινωνικοί, είναι αγώνες επικράτησης και ισχύος. Μόνο που είναι πιο πολλοί αυτοί που θέλουν να επικρατήσουν. Και πιο πολλοί εκείνοι που γνωρίζουν. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, σήμερα, είναι μεγάλη ανοησία, να επιτρέπεις να σε ξεγελούν και να σε χρησιμοποιούν.

Υπάρχει και το–σύνηθες μέχρι σήμερα!- ενδεχόμενο: ο αιώνιος φοιτητής να εξελιχθεί σε πολιτικό! Τότε, λύνει και κάθε σχετικό (οικονομικό και κοινωνικό) πρόβλημά του!

Αν όμως συντρέξει το –τραγικό- ενδεχόμενο να παραμείνει κανείς αιώνιος φοιτητής, ανεξέλικτος, ανύποπτος και αφελής βαστάζος των ονείρων των άλλων, τότε αυτός θα είναι όχι μόνο ο τελευταίος τροχός της κοινωνικής αμάξης, αλλά και ο πιο αδύναμος κρίκος της κοινωνικής αλυσίδας: αυτός που ο λόγος, η ύπαρξή του, το πρόβλημά του και η δύναμή του δεν πρόκειται να συγκινήσει, ούτε να πείσει ή να προκαλέσει και να ελέγξει κανέναν πολιτικό η οικονομικό παράγοντα για να του συμπαρασταθεί και να τον υποστηρίξει. Παρεκτός μόνο, λίγες μέρες πριν από τις εκλογές, ώστε να εξαπατηθεί πάλι και να ξαναδώσει ψήφο εκλογής σε εκμαυλιστές και απατεώνες. Μετά τις εκλογές, πάλι θα τον ξεχάσουν…

Το θέμα των αιώνιων φοιτητών δεν τελειώνει εδώ.

Γιατί δεν είπαμε τίποτε για τις δαπανηρές κρατικές δομές που διατίθενται προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι σπουδαστικές και εκπαιδευτικές ανάγκες, δομές που καταστρέφονται στα πλαίσια των «κοινωνικών αγώνων», δομές που αργούν λόγω μπλοκαρίσματος της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Δομές, ανώφελες, αχρησιμοποίητες και επομένως παθητικού οικονομικού ενδιαφέροντος.

Ακόμη, δεν είπαμε τίποτε για τους δασκάλους που αδυνατούν να επιτελέσουν το έργο τους –ενώ πληρώνονται γι’ αυτό- λόγω εξώθησης των φοιτητών σε αποχή και αποστασιοποίηση από τις σπουδές τους, χρησιμοποιουμένων -και της μιας και της άλλης- ως μέσου πιέσεως για αντιπολιτευτικούς στόχους.

Δεν είπαμε ούτε το πιο σημαντικό: δεν είπαμε για τις εικονικές εβδομάδες σπουδών που αναπληρώνουν πραγματικές εβδομάδες καταλήψεων των πανεπιστημίων και των σχολείων, με συνέπεια μεγάλα τμήματα διδακτέας ύλης να θεωρείται –αναληθώς- διδαχθείσα.

Το ζήτημα των αιώνιων φοιτητών, είναι ζήτημα της χρονίως πολιτικά νοσούσης ελληνικής κοινωνίας. Η Πολιτεία θα έπρεπε, πρέπει, να βρεί τη λύση.

Είναι όμως σε θέση, ή -αντί για την αποτελεσματική λειτουργικότητα των δομών της- έχει άλλες προτεραιότητες;

Ελένη Αθανασούλη

Σχόλια

Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.

 
Top