Select Menu


Ποιο μοντέλο από τα δύο (Αγγλοσαξωνικό – Σκανδιναβικό) ταιριάζει στην Ελληνική κοινωνία; Η απάντηση είναι κανένα από τα δύο και, ταυτόχρονα, και τα δύο μαζί.

Το ερώτημα, ίσως, θα έπρεπε να τεθεί ως εξής: Ποιο μοντέλο θα ήθελε η Ελλάδα;

Τα κοινωνικά συστήματα-μοντέλα αποτελούν προϊόντα πολιτικών επιλογών, κοινωνικών διεργασιών και μιας συνεχούς πάλης ανάμεσα στο παλαιό με το νέο. Δεν επιλέγονται από μια ποικιλία υπαρχόντων. Διαμορφώνονται, σταδιακά, επίπονα και με κόστος, πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό.

Λέγεται συχνά πως η Ελλάδα διαθέτει έναν ιδιαίτερα διογκωμένο δημόσιο τομέα, ο οποίος αποτελεί τροχοπέδη στην οποιαδήποτε προσπάθεια σοβαρής ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού της χώρας. Ωστόσο, και οι Σκανδιναβικές χώρες διαθέτουν επίσης έναν μεγάλο δημόσιο τομέα, χωρίς εντούτοις να δυσχεραίνει τη δική τους ανάπτυξη, αλλά αντιθέτως, να την ενισχύει και να την στηρίζει ποικιλοτρόπως, όπως διαφάνηκε από τα στοιχεία.

Παράλληλα, γνωρίζουμε πως και η Μεγάλη Βρετανία (κυρίαρχο σημείο αναφοράς του Αγγλοσαξονικού μοντέλου στην παρούσα μελέτη), από την περίοδο Blair και έπειτα, ενίσχυσε τον δημόσιο τομέα της και τις δαπάνες του, χωρίς να ανακόψει την αναπτυξιακή της πορεία και τον περαιτέρω εκσυγχρονισμό των οικονομικό-κοινωνικών της δομών, τουναντίον μάλιστα. Συνεπώς, το ζήτημα δεν είναι τόσο το μέγεθος του δημόσιου τομέα, όσο η ποιότητά του.

Στον ελληνικό δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα απαντώνται συνθήκες και φαινόμενα που θυμίζουν εκείνα των χωρών του υπαρκτού σοσιαλισμού.

Καταρχάς, οι παρεχόμενες από το κράτος θέσεις εργασίας λογίζονται ως στοιχείο ενίσχυσης της απασχόλησης. Επιπρόσθετα, το ατομικό εισόδημα των εργαζομένων, τόσο στον δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα, είναι αποδεκτό πως πρέπει να ενισχύεται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις του δημοσίου τομέα θεωρούν πως το δημόσιο συμφέρον συμπίπτει με το συμφέρον των εργαζομένων στις δημόσιες επιχειρήσεις.

Την ίδια στιγμή, η αγορά εργασίας στον ιδιωτικό τομέα λειτουργεί υπό συνθήκες πρωτόγονου καπιταλισμού με θύματα τους νέους, τις γυναίκες, τους μετανάστες.

Η υπέρμετρη προστασία από τη μία (δημόσιος τομέας), και η ακραία απουσία κοινωνικής προστασίας (ιδιωτικός τομέας), από την άλλη, δημιουργεί έλλειμμα ισότητας και δικαιοσύνης και δυσχεραίνει υπερβολικά τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ του πολίτη και του κράτους.

Στην Ελλάδα (όπως και στις υπόλοιπες, εν πολλοίς, χώρες της Νότιας Ευρώπης) οι πολίτες δεν εμπιστεύονται το κράτος, διαμορφώνοντας μια σχέση μεταξύ των κοινωνικών εταίρων (και μεταξύ τους επίσης) και του κράτους η οποία απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί “σχέση εμπιστοσύνης”, καθιστώντας έτσι εξαιρετικά δύσκολη (αν όχι αδύνατη) την αυτόματη εφαρμογή στην Ελλάδα ενός μοντέλου που θα προσιδιάζει εξ’ ολοκλήρου σ’ αυτό της Δανίας ή οποιασδήποτε άλλης Σκανδιναβικής χώρας. Για παράδειγμα, στη φιλελεύθερη οικονομικά - για πολλούς στην Ελλάδα - Δανία, το 80% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα και το 100% των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα ανήκουν σε κάποια ομοσπονδία εργαζομένων[1]. Στο εσωτερικό των οργανώσεων των εργαζομένων, αλλά και σε αυτό των εργοδοτών δεν υπάρχουν, εντούτοις, αντιπαλότητες και ανταγωνισμός. Αμφότεροι, δημόσιος και ιδιωτικός τομέας, εξαιτίας οργανωτικών επικαλύψεων, εντάσσονται στο ίδιο σύστημα συλλογικής διαπραγμάτευσης.

Η διεξαγωγή γόνιμου κοινωνικού διαλόγου διευκολύνεται από την ύπαρξη κατάλληλου θεσμικού πλαισίου. Το θεσμικό αυτό πλαίσιο δεν αποτελεί, βεβαίως, προϊόν μιας ή πολλών, απλώς, πολιτικών αποφάσεων, αλλά βασίζεται, κυρίως, στην υπεύθυνη και κοινωνικά αποδεκτή, στάση των πολιτών έναντι ενός ευνομούμενου κράτους. Η στάση αυτή, χαρακτηριστικό γνώρισμα των Σκανδιναβικών χωρών, διαθέτει ως ισχυρότατο συνεκτικό υλικό την εμπιστοσύνη ανάμεσα στο κράτος και τους πολίτες, καθιστώντας δυνατή την εφαρμογή του μοντέλου της ευελιξίας με ασφάλεια στην αγορά εργασίας.

Αντιθέτως, στη Νότια Ευρώπη η συμπεριφορά των πολιτών έναντι της πολιτείας είναι λιγότερο υπεύθυνη σε σύγκριση με τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης. Η εισφοροδιαφυγή καλά κρατεί και η παραοικονομία συνεχίζει να ανθεί. Η σχέση των κοινωνικών εταίρων δεν είναι συνεργατική. Δεν υπήρξε και δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στους θεσμούς, στις δυνατότητες εφαρμογής και στην ικανότητα παρέμβασής τους, ενώ δεν λείπει ενίοτε και η εκμετάλλευσή τους.

Επιπλέον, το ποσοστό των αυτοαπασχολούμενων στην ελληνική οικονομία είναι πολύ υψηλό και αυτό σημαίνει ουσιαστικά χαμηλό ποσοστό εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας. Στον δημόσιο τομέα επικρατεί καθεστώς μονιμότητας και ακινησίας. Συνεπώς, δεν υπάρχει η κρίσιμη εκείνη μάζα εργαζομένων πάνω στην οποία θα μπορούσαν να έχουν επίδραση οι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης (ALMP), όπως τα προγράμματα δια βίου μάθησης, συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης, δηλαδή, τα χαρακτηριστικά εκείνα (ευελιξία και ασφάλεια) του μοντέλου οργάνωσης της αγοράς εργασίας της Δανίας.

Το οξύμωρο στην περίπτωση της Ελλάδος, εντούτοις, είναι πως οι κοινωνικές της δαπάνες, ως ποσοστό του Α.Ε.Π. στο σύνολο των κοινωνικών δαπανών, ξεπερνούν ακόμη και αυτές μερικών βορειοευρωπαϊκών χωρών, παρόλο που οι παρεχόμενες υπηρεσίες είναι κατώτερες και σε ποσότητα και σε ποιότητα. Ορατή συνέπεια του ανεπαρκούς αυτού αποτελέσματος των κοινωνικών δαπανών είναι το γεγονός ότι παρά τη “δωρεάν” παιδεία και την “δωρεάν” υγεία, οι ιδιωτικές δαπάνες και στους δύο αυτούς τομείς είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη.

Συνεπώς, η Ελλάδα, πριν αποφασίσει πιο οικονομικο-κοινωνικό μοντέλο προσιδιάζει στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, πρέπει, προηγουμένως και παράλληλα να χτίσει (ποτέ δεν είχε από συστάσεως του σύγχρονου ελληνικού κράτους) σχέσεις εμπιστοσύνης ανάμεσα στους πολίτες και τους θεσμούς, τους εργαζόμενους και τους εργοδότες, τους διοικούντες και τους διοικούμενους.

Νικόλαος Ραχωβίτης

[1] Andersen, S.K., M. Mailand, “The Danish Flexicurity model: the role of the collective bargaining system”, FAOS, 2005.

Σχόλια

Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.

 
Top